Οι σημαντικότερες κληρονομιές

Οι σημαντικότερες κληρονομιές

Οι κληρονομιές είναι συχνά ένα αμφιλεγόμενο ζήτημα καθώς μερικοί άνθρωποι κληρονομούν μια τεράστια περιουσία, ενώ άλλοι δεν κληρονομούν τίποτα ή ακόμη και χρέη.

Λόγω αυτής της προφανούς ανισότητας, ακόμη και ο υπερ-συντηρητικός οικονομολόγος Τζέιμς Μπιούκαναν υποστήριζε την επιβολή τεράστιων φόρων στις κληρονομιές. Από την άλλη μεριά, ένας άλλος οικονομολόγος της ελεύθερης αγοράς, ο Milton Friedman, υποστήριζε ότι τέτοιοι φόροι είναι αναποτελεσματικοί καθώς ενθαρρύνουν τους ανθρώπους να καταναλώνουν κατά τη διάρκεια της ζωής τους αντί να αποταμιεύουν, κάτι που είναι καλύτερο για την οικονομική ανάπτυξη.

Οι χρηματικές κληρονομιές που λαμβάνουμε, εάν αυτές υπάρχουν, από τους γονείς μας είναι μόνο ένα κλάσμα των όσων κληρονομούμε συνολικά. Μέσα στον χρόνο, η τεχνολογία και η γνώση είναι οι κύριες κληρονομιές που μεταβιβάζονται από τη μια γενιά στην άλλη. Όσο αυτό συμβαίνει, όλοι επωφελούμαστε από αυτές.

Πάρτε το παράδειγμα μιας πολιτικής καθολικού βασικού εισοδήματος (Universal Basic Income - UBI), όπου η κυβέρνηση παρέχει ένα ελάχιστο εισόδημα σε κάθε μέλος της κοινωνίας. Ορισμένοι αντιτίθενται στο UBI με το σκεπτικό ότι μπορεί να αποθαρρύνει την εργασία. Εάν αυτή η πολιτική έχει πράγματι ένα τέτοιο αποτέλεσμα, τότε η πολύ μεγαλύτερη κληρονομιά που λαμβάνεται με τη μορφή μιας προηγμένης τεχνολογίας πιθανότατα θα παράγει παρόμοια και ίσως πιο στρεβλωτικά αντικίνητρα στο μέλλον, ανεξάρτητα από το αν εφαρμόζεται ένα UBI. Όσοι αντιτίθενται στο UBI θα πρέπει να αναλογιστούν εάν θα πρέπει να αντιταχθούν και στην τεχνολογία.

Η ανισότητα στην εποχή μας φαίνεται λιγότερο ανησυχητική αν τη δούμε σε αυτό το ευρύτερο πλαίσιο της ανισότητας διαχρονικά. Δεν φαίνεται δίκαιο το γεγονός ότι τα παιδιά μου γεννήθηκαν σε μια εποχή που η θέρμανση στο σπίτι, το διαδίκτυο και τα εμβόλια είναι κάτι το συνηθισμένο, ενώ οι πρόγονοί μου δεν είχαν ηλεκτρικά φώτα, υδραυλικές εγκαταστάσεις ή αυτοκίνητα για να μετακινούνται. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι μεγάλες διαφορές εισοδήματος και πλούτου δεν μπορούν να είναι προβληματικές. Η ανισότητα που προκύπτει ως αποτέλεσμα της διαφθοράς είναι βαθιά ανησυχητική, αλλά ίσως το πρόβλημα εκεί είναι η διαφθορά και η ανισότητα είναι μόνο ένα από τα πολλά αρνητικά υποπροϊόντα της διαφθοράς.

Η διαφορά εισοδήματος μεταξύ ενός ανθρώπου που ζει σήμερα στις Ηνωμένες Πολιτείες έναντι, για παράδειγμα, κάποιου που ζει σε μια αγροτική περιοχή του Μεξικού ή της Ινδίας είναι επίσης σημαντική και οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο τυχαίο γεγονός του τόπου γέννησης. Ωστόσο, τέτοιες διαφορές, αν και μεγάλες, εξακολουθούν να φαίνονται σχετικά ασήμαντες σε σύγκριση με τις διαφορές μέσα στον χρόνο. Πολλοί από τους φτωχούς ανθρώπους που ζουν σήμερα στις αναπτυσσόμενες χώρες έχουν έξυπνα τηλέφωνα. Και οι υδραυλικές εγκαταστάσεις και η ηλεκτρική ενέργεια, μολονότι δεν υπάρχουν καθολικά, πιθανότατα θα γίνουν καθολικά στο όχι και πολύ μακρινό μέλλον. Οι τεχνολογίες στις οποίες έχει πρόσβαση ο Μπιλ Γκέιτς και εγώ δεν διαφέρουν και τόσο πολύ μεταξύ τους, παρά το γεγονός ότι ο Γκέιτς είναι τάξεις μεγέθους πλουσιότερος από εμένα. Εν τω μεταξύ, ένας βασιλιάς που έζησε πριν από 400 χρόνια δεν μπορούσε καν να ονειρευτεί ότι θα απολάμβανε το δικό μου βιοτικό επίπεδο.

Η σημερινή ανισότητα μπορεί να μας ενοχλεί επειδή η τύχη παίζει έναν τόσο μεγάλο ρόλο στην επιτυχία των ανθρώπων. Ωστόσο, υπάρχουν κάποιοι λόγοι για να το αποδεχθούμε αυτό. Ένας από αυτούς είναι ότι αυτή η αποδοχή μας απελευθερώνει από μικροπρεπή συναισθήματα όπως ο φθόνος. Όταν κάποιος αναγνωρίσει ότι οι περισσότεροι επιτυχημένοι άνθρωποι δεν είναι σημαντικά πιο αξιόλογοι από οποιονδήποτε άλλον, βρίσκει ελάχιστους λόγους να τους ζηλεύει.

Ενώ οι επιτυχημένοι άνθρωποι τείνουν να εργάζονται σκληρά, μέσα στην ομάδα των σκληρών εργαζομένων, η επιτυχία πιθανότατα δεν σχετίζεται ιδιαίτερα με την προσωπική αξία, την εξυπνάδα ή την επιμονή. Εταιρικοί τιτάνες όπως ο Elon Musk ή ο Jeff Bezos φαίνονται έξυπνοι επειδή οι εταιρείες τους ευδοκιμούν υπό την ηγεσία τους, αλλά αν αυτά τα άτομα δεν βρίσκονταν τα ίδια στο τιμόνι των αντίστοιχων κλάδων τους, κάποιος άλλος με παρόμοιες δεξιότητες ή μια παρόμοια εταιρεία πιθανότατα θα έπαιρνε τη θέση τους και πιθανότατα θα έκανε μια σχεδόν εξίσου καλή δουλειά αν όχι και καλύτερη.

Ο Steve Jobs μπορεί να είναι μια σπάνια εξαίρεση δεδομένου του μοναδικού του οράματος. Ωστόσο, η Apple φαίνεται να τα καταφέρνει μια χαρά και χωρίς αυτόν.

Είναι φυσιολογικό να μας ενοχλεί η ανισότητα όταν ένα τόσο μεγάλο μέρος της εξαρτάται από την τύχη. Αλλά δεν έχουμε κανέναν λόγο να περιμένουμε από τις αγορές να παράγουν αποτελέσματα που να συνάδουν με τις ανθρώπινες αντιλήψεις για τη δικαιοσύνη. Οι αγορές είναι εξελικτικές μηχανές επιλογής, όχι αξιοκρατίες. Με αυτό εννοώ ότι η αγορά επιλέγει τις εταιρείες που βγάζουν τα περισσότερα χρήματα και δεν υπάρχει καμία εγγύηση ότι κάποιος που εργάζεται σε επιτυχημένες εταιρείες το κατάφερε αυτό επειδή κατανόησε τη φύση της αγοράς στην οποία ανταγωνίζεται. Αυτό που μετρά είναι το κέρδος και όχι η πρόθεση. Ακόμη και εκ των υστέρων, μπορεί να είναι δύσκολο να διακρίνει κανείς γιατί κάποιες μέθοδοι ή επιχειρηματικές πρακτικές λειτούργησαν και κάποιες απέτυχαν. Ωστόσο, ανεξαρτήτως αυτού, τα άτομα σε επιτυχημένους κλάδους και εταιρείες θα αμείβονται καλύτερα.

Σε ορισμένες αγορές, τα φαινόμενα δικτύου και οι αυξανόμενες αποδόσεις διαδραματίζουν έναν τόσο κυρίαρχο ρόλο που απλώς και μόνο λόγω του ότι μια εταιρία εισήχθη πρώτη αγορά, μπορεί να έχει ένα σημαντικό και μακροχρόνιο πλεονέκτημα. Αυτό δεν φαίνεται καθόλου δίκαιο. Αλλά και πάλι, οι αγορές δημιουργούν πλούτο, όχι δικαιοσύνη. Μόλις πάψει κανείς να περιμένει από αυτές να παράγουν δικαιοσύνη, θα πάψει και να απογοητεύεται από τη λειτουργία τους.

Όλα αυτά μπορεί να φαίνονται σαν επιχείρημα υπέρ μιας περισσότερης αναδιανομής, και ίσως σε κάποιο βαθμό να είναι. (Για παράδειγμα, προσωπικά υποστηρίζω το UBI). Αλλά στον βαθμό που η αναδιανομή εμποδίζει τη λειτουργία της μηχανής δημιουργίας του πλούτου, το κάνει αυτό εις βάρος της κληροδότησης ενός πλουσιότερου κόσμου στους απογόνους μας. Συχνά, προσπαθώντας να μειώσουμε το «κακό» είδος της ανισότητας στην εποχή μας, καταλήγουμε να μειώνουμε την «καλό» είδος και μεταξύ των γενεών. Είναι κι αυτό μια μορφή αδικίας.

Ίσως, όλες οι μορφές ανισότητας, συμπεριλαμβανομένης και της διαχρονικής, να είναι κακές, αλλά προσωπικά δυσπιστώ ως προς αυτό. Αντίθετα, φαίνεται πιθανό ότι, εάν υπάρχουν τρόποι να ωφεληθούν οι φτωχοί χωρίς να θυσιαστεί η ανάπτυξη, αυτές οι πρακτικές θα πρέπει να έχουν προτεραιότητα έναντι πιο αφελών προγραμμάτων αναδιανομής από το κράτος πρόνοιας.

Εάν οι τυχεροί σήμερα έχουν κάποιο ηθικό καθήκον ή υποχρέωση προς τους άλλους ανθρώπους, μπορεί αυτό να είναι πρώτα να αποταμιεύσουν αντί να βοηθήσουν τους φτωχούς σήμερα. Κάθε δολάριο επένδυσης που πηγαίνει στην κατανάλωση —ακόμα και για καλό σκοπό— φεύγει από μια πιθανή ροή εσόδων στο μέλλον που θα μπορούσε να κάνει πολύ περισσότερο καλό. Επίσης η ανάπτυξη του προσωπικού μας πλούτου μέσω της αποταμίευσης και των επενδύσεων είναι που βρίσκεται στον έλεγχό μας, σε αντίθεση με την επίλυση της παγκόσμιας ανισότητας.

Ωστόσο, υπάρχουν και άλλες επιλογές. Ένας από τους καλύτερους τρόπους να πετύχει κανείς με έναν σμπάρο δυο τρυγόνια θα ήταν να επενδύσει σε αναπτυσσόμενες χώρες όταν αυτό είναι ασφαλές και στη συνέχεια να ακολουθήσει μια στρατηγική «αγοράζω και κρατώ». Ομοίως, ένα UBI θα μπορούσε να χρηματοδοτηθεί από ένα επενδυτικό ταμείο, όπως συμβαίνει σήμερα στην πολιτεία της Αλάσκας. Αυτά τα πλαίσια δράσης ενδέχεται να παρουσιάζουν τις πιο υποσχόμενες ευκαιρίες να αποκτήσουμε αγορές που προσφέρουν πλούτο αλλά και δικαιοσύνη.

Αν μπορούσαμε να αλλάξουμε το παρελθόν, θα είχαμε ίσως μια ισχυρότερη ηθική υποχρέωση έναντι των προγόνων μας από το να αντιμετωπίσουμε την όποια ανισότητα σήμερα. Από την άλλη πλευρά, όπως ακριβώς οι πράξεις μας επηρεάζουν το μέλλον, έτσι και οι πρόγονοί μας έκαναν επιλογές που είχαν αντίκτυπο στη δική μας ζωή. Αναμφίβολα πολλές από αυτές τις επιπτώσεις ήταν επιβλαβείς. Όπως ακριβώς εμείς υπερκαταναλώνουμε, μειώνοντας το βιοτικό επίπεδο στο μέλλον, έτσι και οι πρόγονοί μας επέλεξαν να καταναλώσουν εισόδημα από πλούτο που θα μπορούσε να είχε επενδυθεί και να αυξήσει την ευημερία στη δική μας εποχή. Σε πολλές περιπτώσεις μπορεί αυτοί να είναι εκείνοι που χρωστούν σε μας, παρά το αντίστροφο. Ωστόσο, τίποτα δεν μπορεί να γίνει για αυτό.

Λαμβάνοντας υπόψη αυτά τα δεδομένα, δεν είναι σαφές το πόσο θα έπρεπε να μας ενδιαφέρει καν η ανισότητα. Στο βαθμό που πρέπει να νοιαζόμαστε, θα πρέπει να επικεντρωθούμε σε εκείνες τις λύσεις που βοηθούν τους φτωχούς σήμερα και ταυτόχρονα αφήνουν πίσω τους έναν πλουσιότερο κόσμο. Ο μηχανισμός της αγοράς είναι καλά προσαρμοσμένος ώστε να υπηρετεί και τους δύο αυτούς σκοπούς, αλλά για να εκμεταλλευτούμε τη δύναμή του, πρέπει να αποδεχτούμε την απρόσωπη, και ναι, τη μάλλον αυθαίρετη φύση του. Η αγορά τείνει να σηκώνει όλα τα σκάφη, αλλά μερικά από αυτά ανεβαίνουν πιο γρήγορα από άλλα. Η αποδοχή αυτού του αποτελέσματος είναι δύσκολη, ειδικά καθώς η αντιμετώπιση της ανισότητας δίνει σε τόσους πολλούς ανθρώπους μια βαθιά αίσθηση σκοπού και νοήματος στη ζωή τους, ακόμη και όταν οι προσπάθειές τους αποδεικνύονται εντελώς μάταιες. Η υπέρβαση τέτοιων προκαταλήψεων είναι ζήτημα υψίστης σημασίας εάν θέλουμε να καταφέρουμε ποτέ να οικοδομήσουμε έναν κόσμο πλούσιο και δίκαιο.


* Ο James Broughel είναι διακεκριμένο στέλεχος του Competitive Enterprise Institute, όπου εστιάζει σε ζητήματα καινοτομίας και δυναμισμού. Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 14 Απριλίου 2024 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια της Library of Economics and Liberty και τη συνεργασία του Κέντρου Φιλελεύθερων Μελετών.