Μία κυοφορούμενη νέα Ιντιφάντα και ο απών Μαχμούντ Αμπάς
AP Photo/ Xinhua, Issam Rimawi, Pool
AP Photo/ Xinhua, Issam Rimawi, Pool

Μία κυοφορούμενη νέα Ιντιφάντα και ο απών Μαχμούντ Αμπάς

Με την ειρήνη να μην ήταν ποτέ πιο μακριά στη Μέση Ανατολή μετά την κατάρρευση της διαδικασίας του Όσλο, στο προσκήνιο έρχονται μετά και την ισραηλινή επιχείρηση στην Τζενίν της κατεχόμενης Δυτικής Όχθης τα «πεπραγμένα» της ίδιας της Παλαιστινιακής Αρχής και του επί 18ετίας προέδρου της, Μαχμούντ Αμπάς, ο οποίος περιχαρακωμένος στο αρχηγείο του στη Ραμάλα αναλώνεται σε εσωτερικές έριδες στο κίνημα της Φατάχ και έχει χάσει προ πολλού την εμπιστοσύνη των Παλαιστινίων, ενόσω «στρατιές» νέων μαχητών έχουν «γεννηθεί» εν μέσω ενός φαύλου κύκλου βίας.

H Τζενίν ανήκει στον Τομέα Α της Δυτικής Όχθης και βάσει των όρων της Συμφωνίας του Όσλο τελεί υπό παλαιστινιακό διοικητικό και αστυνομικό έλεγχο. Όμως στον προσφυγικό καταυλισμό όπου 11.000 άνθρωποι ζουν στοιβαγμένοι σε ελάχιστα τετραγωνικά χιλιόμετρα, ανάμεσα σε εξτρεμιστές της Χαμάς, της υποστηριζόμενης από το Ιράν Ισλαμικής Τζιχάντ και των Ταξιαρχιών των Μαρτύρων του Αλ-Ακσά, η Παλαιστινιακή Αρχή και οι δυνάμεις ασφαλείας της είναι σχεδόν ανύπαρκτες ωσάν τους έχουν εκχωρήσει τον έλεγχο.

Τόσο η Τζενίν, όσο και η Ναμπλούς έχουν αποτελέσει επίκεντρο της χειρότερης βίας τις ημέρες της δεύτερης παλαιστινιακής Ιντιφάντα. Οι ίδιες οι Ταξιαρχίες των Μαρτύρων του Αλ-Ακσά, ένοπλη πτέρυγα της Φατάχ του Μαχμούντ Αμπάς, ο οποίος ηγείται επίσης της Παλαιστινιακής Αρχής και της Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης, είχαν αναδυθεί το 2000 στον προσφυγικό καταυλισμό Μπαλάτα, έξω από τη Ναμπλούς.

Η χαρακτηρισμένη ως τρομοκρατική οργάνωση από το Ισραήλ, τις ΗΠΑ και δυτικούς συμμάχους τους, συμφώνησε να καταθέσει τα όπλα στο πλαίσιο σημαντικής συμφωνίας που συνήφθη το 2007 με τη μεσολάβηση της Παλαιστινιακής Αρχής και του Αμπάς, ο οποίος ανέκαθεν ήταν μετριοπαθής, αποδεκτός από τις ΗΠΑ, ευνοούσε τις διαπραγματεύσεις και σε αντίθεση με τον Γιασέρ Αραφάτ απέρριπτε την ένοπλη εξέγερση του 2005. Ωστόσο τελικά αποδείχθηκε «λίγος», και το γεγονός ότι τα τελευταία έτη οι Ταξιαρχίες ανασυγκροτήθηκαν, στρατολόγησαν νέα μέλη, και φέρονται να δρουν ανεξάρτητα από τη Φατάχ τόσο στη Ναμπλούς, όσο και στην Τζενίν, είναι μόνο μια μικρή ένδειξη της αδυναμίας Αμπάς να επιβάλει έλεγχο.

Αυτό που ο παλαιστινιακός πληθυσμός «βλέπει» επί χρόνια είναι μία τυλιγμένη στη διαφθορά, σχεδόν απονομιμοποιημένη Παλαιστινιακή Αρχή, και έναν Μαχμούντ Αμπάς που έχει διαψεύσει τις προσδοκίες, έχει προσκολληθεί στην εξουσία χωρίς να διαφέρει κατά πολύ από το μοντέλο αυταρχικών ηγετών, και δεν έχει οδηγήσει (με προσχηματικές ή μη δικαιολογίες) τα Παλαιστινιακά Εδάφη σε βουλευτικές εκλογές από το 2006, όταν η νίκη της Χαμάς οδήγησε στη ρήξη και εν τέλει τη διάσπαση, με τον έλεγχο της Λωρίδας της Γάζας να «ανήκει» έκτοτε αποκλειστικά στο ριζοσπαστικό κίνημα.

Όταν ο Μαχμούντ Αμπάς ανέλαβε το 2005 την προεδρία, δύο μήνες μετά το θάνατο του ιστορικού ηγέτη των Παλαιστινίων Γιασέρ Αραφάτ, πλήθη στην Τζενίν τον σήκωναν στα χέρια. Έγινε δεκτός ως μεταρρυθμιστής και άνθρωπος της ειρήνης. Μόλις έναν χρόνο μετά, ο εσωτερικός «πόλεμος» για τους υποψηφίους της Φατάχ στις εκλογές «έφερε» τη νίκη της Χαμάς και τον εμφύλιο. Είναι οι ίδιες εσωκομματικές έριδες και τα «παιχνίδια εξουσίας» που τόσα χρόνια μετά έχουν κάνει τους Παλαιστίνιους να χάσουν πλήρως την εμπιστοσύνη τους στον Μαχμούντ Αμπάς, αλλά και την ίδια τη διπλωματία, και να συνδέσουν την Παλαιστινιακή Αρχή με νεποτισμό και αναποτελεσματικότητα -ειδικά αφότου ακυρώθηκαν οι βουλευτικές και προεδρικές εκλογές που είχε εξαγγείλει για το 2021, κίνηση που θεωρήθηκε ευρέως ως προσπάθεια να απαντήσει στις επικρίσεις για τη δημοκρατική νομιμότητα των παλαιστινιακών θεσμών, και τελικά δεν έγινε πράξη.

Το σπιράλ βίας στο οποίο έχει συρθεί από το 2022 η Μέση Ανατολή κλιμακώνεται επικίνδυνα σε σημείο πυροδότησης ενδεχομένως έως και μίας τρίτης Ιντιφάντα. Οι δύο πλευρές μετρούν τους περισσότερους νεκρούς εδώ και κοντά μία 20ετία, με τις τρομοκρατικές επιθέσεις κατά Ισραηλινών και εποίκων να έχουν αυξηθεί κατακόρυφα, μαζί με τις εφόδους των ισραηλινών δυνάμεων προς εξάρθρωση πυρήνων στα κατεχόμενα εδάφη, αλλά και τις επιθέσεις εποίκων. Το ίδιο το Ισραήλ βρίσκεται ενώπιον μίας πρωτόγνωρης στα χρονικά του πολιτικής πραγματικότητας, ενόσω συνεχίζονται τόσο ο εποικισμός, όσο και ο φαύλος κύκλος της ριζοσπαστικοποίησης στα κατεχόμενα εδάφη που ανατροφοδοτείται από την απουσία όχι μόνο ελπίδας, αλλά και ηγεσίας.

Το γεγονός, δε, ότι ο ίδιος ο Μαχμούντ Αμπάς -στα 88 του χρόνια σήμερα και με ασθενή υγεία- έχει αποφύγει να ορίσει κάποιον αντικαταστάτη έως ότου δρομολογηθούν οι όποιες διαδικασίες διαδοχής, εγγυάται την «τέλεια καταιγίδα»… Σε περίπτωση παραίτησης λόγω προβλημάτων υγείας ή θανάτου του Αμπάς, ο πρόεδρος της Βουλής θα αναλάμβανε υπό κανονικές συνθήκες τα ηνία προκηρύσσοντας εκλογές εντός 60 ημερών. Όμως η ρήξη Φατάχ-Χαμάς το καθιστά αυτό σχεδόν αδύνατον. Κοινοβούλιο πρακτικά δεν υπάρχει, ούτε και σαφείς θεσμικοί μηχανισμοί προς διαχείριση της κατάστασης, όπως είχε επισημάνει προ καιρού η Μπέθαν ΜακΚέρναν, ανταποκρίτρια του Guardian στη Ραμάλα.

Μία πάλη εξουσίας μεταξύ δελφίνων της Φατάχ θα μπορούσε να οδηγήσει σε ανάφλεξη της βίας στη Δυτική Όχθη, με νεοσχηματισθείσες εξτρεμιστικές ομάδες που συντονίζονται μεταξύ τους και δρουν όλο και πιο αυτόνομα, καθώς «μοναχικούς λύκους» που όλο και πληθαίνουν, να χτυπούν τόσο το Ισραήλ, όσο και τις δυνάμεις ασφαλείας της Παλαιστινιακής Αρχής. Ένα τεράστιο κενό ασφαλείας κατά τους αναλυτές θα μπορούσε να καταλήξει σε μία εξέγερση τύπου «Αραβικής Άνοιξης» κατά της ίδιας της Παλαιστινιακής Αρχής ή σε μία νέα Ιντιφάντα. Το Ισραήλ είναι προετοιμασμένο εδώ και χρόνια και για τα τρία σενάρια.

Η παλαιστινιακή κρίση διαδοχής θα είναι σκληρή και θα μπορούσε να αποσταθεροποιήσει ολόκληρη την περιοχή αναφέρεται και σε πρόσφατη ανάλυση που δημοσιεύτηκε στο Foreign Policy, η οποία φέρει την υπογραφή του ανώτερου συνεργάτη του Ινστιτούτου της Ουάσινγκτον για την Πολιτική στην Εγγύς Ανατολή Γάιθ αλ-Ομάρι. Ο αντίκτυπος από μία πιθανή κατάρρευση της Παλαιστινιακής Αρχής -η οποία και είχε συγκροτηθεί το 1994 ως μεταβατικό, όχι ως μόνιμο σχήμα- θα μπορούσε να αγγίξει όχι μόνο το Ισραήλ, αλλά ενδεχομένως ακόμη και την Ιορδανία, γεγονός που θα συμπαρέσυρε τις Ηνωμένες Πολιτείες πίσω στη Μέση Ανατολή, παρόλο που έχει βγει από τη λίστα των άμεσων προτεραιοτήτων τους.