Σημαντική μείωση παρατηρήθηκε στα περιθώρια δανεισμού των ελληνικών τραπεζών φέτος τον Ιανουάριο, τάση που συνεχίζεται λόγω ανταγωνισμού των τραπεζών, σε μία προσπάθεια να προσελκύσουν τους καλούς πελάτες και να αυξήσουν την πιστωτική τους επέκταση. Το μέσο περιθώριο δανεισμού (margin) σε μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις μειώθηκε σχεδόν 80-90 μονάδες βάσης ή σχεδόν 0,9% τον Ιανουάριο 2024, από τον Ιανουάριο του 2023. Άλλο τόσο ή περισσότερο, μειώθηκε το περιθώριο για νέα στεγαστικά δάνεια στο ίδιο διάστημα.
Το αποτέλεσμα είναι στα δάνεια προς επιχειρήσεις το μέσο περιθώριο να έχει υποχωρήσει από τον Ιανουάριο 2024, κάτω από 3,4% ενώ ήταν έως και 4,2% τον Ιανουάριο 2023. Αυτά για τα επιχειρηματικά δάνεια που είναι η μεγάλη κατηγορία δανείων που εκταμιεύουν τα τελευταία χρόνια οι ελληνικές τράπεζες.
Στα νέα στεγαστικά δάνεια που είναι μικρότερη κατηγορία και τα οποία υποχωρούν συγκριτικά, η μείωση των περιθωρίων είναι μεγαλύτερη. Το περιθώριο margin στα στεγαστικά δάνεια υποχώρησε από κάτι παραπάνω από 3% που ήταν πέρυσι τον Ιανουάριο, σε οριακά πάνω από 2% φέτος τον πρώτο μήνα της χρονιάς, αλλά ασφαλώς αφορά πολύ μικρή μερίδα νέων δανείων.
Μετά από αυτά το μέσο περιθώριο των ελληνικών τραπεζών στα στεγαστικά δάνεια υποχώρησε και είναι το πέμπτο μεγαλύτερο στην Ευρώπη των 27 χωρών, ενώ ήταν το 4ο μεγαλύτερο πέρυσι, λόγω απότομης ανόδου της Ουγγαρίας που μας ξεπέρασε, πιθανό επειδή σταμάτησε η επιδότηση των στεγαστικών δανείων. Ακριβότερες παραμένουν Πολωνία, Κύπρος, Λετονία μαζί με την Ουγγαρία, ενώ φθηνότερες όλων στα στεγαστικά, είναι η Μάλτα, η Τσεχία, η Γαλλία, η Ιταλία και το Βέλγιο.
Στα επιχειρηματικά δάνεια είμαστε η τέταρτη ακριβότερη χώρα, πίσω από Ουγγαρία, Κύπρο και Πολωνία.
Τα στοιχεία είναι σε ανάλυση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου, για τα συστημικά ρίσκα των τραπεζών, προέρχονται όμως από την έρευνα και συλλογή δεδομένων της ΕΚΤ.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε η ΕΚΤ και αρκετά από αυτά είναι του Ιανουαρίου 2024, ενώ κάποια είναι του τρίτου ή τέταρτου τριμήνου 2023, οι ελληνικές τράπεζες αποδεικνύονται ότι παραμένουν ακόμα ακριβές αν και μείωσαν τα περιθώριά τους, αλλά είναι ασφαλέστατες σε σχέση με πολλές ευρωπαϊκές τράπεζες που έχουν δώσει πάρα πολλά δάνεια. Ειδικότερα:
- Οι ελληνικές τράπεζες έχουν χρηματοδοτήσει το 12% του χρέους της ελληνικής γενικής κυβέρνησης σε ομόλογα και έντοκα γραμμάτια και είναι στην έβδομη θέση της κατάταξης των τραπεζών με τη μεγαλύτερη συμμετοχή σε εγχώρια κρατικά ομόλογα. Στη Ρουμανία έχουν δώσει τα διπλά, στην Πολωνία συμμετέχουν με πάνω από 20% στο χρέος, στην Κροατία και Ιταλία πάνω από 17%, ενώ και οι τράπεζες σε Ουγγαρία και Τσεχία χρηματοδοτούν περισσότερο τα τοπικά ομόλογα.
- Στα στεγαστικά δάνεια, είμαστε τρίτοι από το τέλος. Τον Ιανουάριο του 2024 το ποσοστό των ελληνικών τραπεζών με δάνεια για αγορά ακινήτων έπεσε στο 25%, ενώ από 50% και πάνω, είναι οι τράπεζες στη Μάλτα, Δανία, Σλοβακία, Σουηδία και Ολλανδία.
- Το χρέος των νοικοκυριών σε σχέση με το εισόδημά τους είναι ένας ακόμα δείκτης για τη μέτρηση του ρίσκου. Είμαστε 11οι από το τέλος και κάτω από τη μέση, με το χρέος των ελληνικών νοικοκυριών ως προς το διαθέσιμο εισόδημά τους, να υποχωρεί κάτω από το μέσο όρο της τριετίας περίπου στο 60%-65%, με τους καταναλωτές σε Λουξεμβούργο, Δανία, Σουηδία και Ολλανδία να έχουν ξεφύγει και να είναι χρεωμένοι αρκετά πάνω από το 150% των διαθέσιμων εισοδημάτων τους, σύμφωνα με την ΕΚΤ και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Αυτό μπορεί και να είναι ένδειξη μεγάλης παραοικονομίας και φοροδιαφυγής. Στην Κύπρο και τη Φινλανδία επίσης το χρέος των νοικοκυριών είναι πάνω από το 100% των διαθέσιμων εισοδημάτων.
Στο Λουξεμβούργο, όμως έχει ξεφύγει πολύ και το χρέος των επιχειρήσεων ως προς το ΑΕΠ. Υπερβαίνει το 250% του ΑΕΠ. Η Ελλάδα είναι 10η από το τέλος με το δανεισμό των επιχειρήσεων να είναι οριακά πάνω από το 50% του ΑΕΠ. Στην Κύπρο ο δανεισμός των επιχειρήσεων ξεπερνά το 125% του ΑΕΠ. Σουηδία, Ιρλανδία, Ολλανδία και Δανία ακολουθούν με το δανεισμό των επιχειρήσεων πάνω από το 100% του ΑΕΠ.
Ουραγοί, τέταρτες από το τέλος είναι οι ελληνικές τράπεζες στην αύξηση του δανεισμού των νοικοκυριών (πιστωτική επέκταση), φέτος τον Ιανουάριο. Το ποσοστό μείωσης που ξεπέρασε το 2% πέρυσι ως αποτέλεσμα περισσότερων εξοφλήσεων ή και πωλήσεων και διαγραφών κόκκινων δανείων σε σχέση με νέα δάνεια είναι φέτος μικρότερο κάτω από -2%. Πρωταθλητές με επέκταση 17% είναι οι τράπεζες του Βελγίου, της Κροατίας πάνω από 10% και της Μάλτας πάνω από 8%. Το στοιχείο μπορεί να είναι κακό για την ανάπτυξη, αλλά για την ασφάλεια είναι σούπερ.
Αντίθετα σε πιστωτική επέκταση με νέα δάνεια προς επιχειρήσεις τον Ιανουάριο, οι ελληνικές τράπεζες πήραν την πέμπτη θέση στην Ευρώπη τον Ιανουάριο που όμως είναι η μισή από το 10% πέρυσι. Ωστόσο, είναι γενικό φαινόμενο που παρατηρείται σε όλες τις χώρες της Ευρώπης των 27, με εξαίρεση τη Μάλτα που είναι πρώτη στην κατάταξη. Όλες οι άλλες έδωσαν λιγότερα δάνεια φέτος. Οι τράπεζες των χωρών σε Ρουμανία, Βέλγιο, Λιθουανία, Εσθονία και Τσεχία, είναι οι άλλες που προηγούνται σε ρυθμό αύξηση του δανεισμού προς επιχειρήσεις φέτος.
Να σημειωθεί ότι ο δανεισμός των ελληνικών τραπεζών από την ΕΚΤ έχει μειωθεί φέτος τον Ιανουάριο σε περίπου 5% από 12% που ήταν πέρυσι.
Η σχέση δανείων προς καταθέσεις είναι η δεύτερη μικρότερη στην Ευρώπη των 27 πίσω μόνον από την Κύπρο που είναι πολύ κοντά μας λίγο πάνω από το 50% με στοιχεία Δεκεμβρίου 2023. Στον αντίποδα είναι η Δανία, με δάνεια στο 230% των καταθέσεων, Σουηδία και Φινλανδία πάνω από 150%, Σλοβακία, Αυστρία και Ολλανδία πάνω από 100% και Γερμανία οριακά κάτω από 100%.