Σημαντικές ευκαιρίες για νέα δάνεια, επενδύσεις και επακόλουθη ανάπτυξη εντοπίζει η έκθεση του διοικητή της ΤτΕ Γιάννη Στουρνάρα το 2023, σύμφωνα με την οποία με την αναμενόμενη αποκλιμάκωση των επιτοκίων της ΕΚΤ, θα μειωθούν περαιτέρω και τα επιτόκια των δανείων συμβάλλοντας σε αύξηση των νέων δανείων.
Ήδη έχουν δοθεί 8 δισ. ευρώ για επενδύσεις από τα προγράμματα του Ταμείου Ανάκαμψης, ενώ επιπλέον 4 δισ. ευρώ είναι αυτήν τη στιγμή διαθέσιμα στις τράπεζες για επενδύσεις σε επιχειρήσεις με το μεσοσταθμικό επιτόκιο των χρηματοδοτήσεων για επενδύσεις να έχει πέσει σε 2,1% από το 2023, από 5,8% που ήταν το μέσο επιτόκιο για επιχειρηματικά δάνεια πέρυσι.
Αλλά αυτό είναι μόνο ένα τμήμα των ευκαιριών που δημιουργούνται για τις επιχειρήσεις με τις ΜμΕ και τις πολύ μικρές επιχειρήσεις, να έχουν ήδη δραστηριοποιηθεί περισσότερο πέρυσι και να έρχονται προς στήριξή τους, νέα χρηματοδοτικά προγράμματα, από το ΕΣΠΑ και τον Αναπτυξιακό Νόμο, με νέα Ταμεία και νέες χρηματοδοτήσεις με διαφορετικά μέσα.
Ειδικότερα, όπως αναφέρει η έκθεση διοικητή της ΤτΕ, για τις μικρότερες επιχειρήσεις αναμένεται η δημιουργία Ταμείων με σκοπό την παροχή:
α) εγγυήσεων δανείων,
β) συγχρηματοδοτήσεων με άτοκη χρηματοδότηση μέρους του δανείου,
γ) επιχορηγήσεων με επιδότηση επιτοκίου ή και κεφαλαίου (capital rebates) και
δ) συνεπενδύσεων, δηλαδή επενδύσεων σε επιχειρηματικά κεφάλαια.
«Για να βελτιωθεί η αξιοποίηση των δημόσιων πόρων από τα Ταμεία, εισάγεται η διασύνδεση της επίτευξης στόχων πολιτικής με είδη ενισχύσεων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το Ταμείο Καινοτομίας της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας, μέσω του οποίου οι επιχειρήσεις ωφελούνται από χαμηλότερες απαιτήσεις εξασφαλίσεων (λόγω της παροχής εγγυήσεων εκ μέρους της ΕΑΤ) και εφόσον επιτύχουν κριτήρια ESG (περιβαλλοντικά, κοινωνικά και διακυβέρνησης) και καινοτομίας, λαμβάνουν πρόσθετες ενισχύσεις με τη μορφή επιχορηγήσεων κεφαλαίου».
Παράλληλα, οι μορφές χρηματοδότησης που θα υποστηριχθούν από πόρους του ΕΣΠΑ διευρύνονται με τη συμπερίληψη νέων μέσων, όπως:
- οι χρηματοδοτικές μισθώσεις (leasing),
-οι μικροπιστώσεις (microfinancing) και
-οι υβριδικές χρηματοδοτήσεις (quasi equity).
Στόχος είναι η διεύρυνση των μορφών χρηματοδότησης, «καθώς επιτρέπει την καλύτερη αξιοποίηση των δημόσιων πόρων σε όρους μόχλευσης, απορρόφησης και ανακύκλωσης, δηλαδή δημιουργεί τις προϋποθέσεις μεγέθυνσης του πολλαπλασιαστή των δημόσιων πόρων και μεγαλύτερης ωφέλειας για την πραγματική οικονομία», αναφέρει η έκθεση.
Όπως υπενθυμίζεται στην έκθεση, μετά την έγκριση του αναθεωρημένου Εθνικού Σχεδίου, οι συνολικοί ευρωπαϊκοί πόροι για το δανειακό σκέλος του Μηχανισμού αυξήθηκαν κατά 5 δισ. ευρώ σε 17,7 δισ. ευρώ. «Από αυτό το σύνολο, έχουν εκταμιευθεί προς τη χώρα 7,3 δισ. ευρώ και 4 δισ. ευρώ είναι διαθέσιμα στις συνεργαζόμενες τράπεζες για τη χορήγηση επιχειρηματικών πιστώσεων».
Επενδυτικά δάνεια 2 δισ. ευρώ σε ΜμΕ έως το 2023
Το 2023 οι ΜμΕ και μικρές επιχειρήσεις και οι ελεύθεροι επαγγελματίες έλαβαν τραπεζικά δάνεια 2 δισ. ευρώ (2022: 4,2 δισ. ευρώ) μέσω προγραμμάτων του ομίλου της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (Όμιλος ΕΤΕπ) και της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας (ΕΑΤ).
Σύμφωνα με την ΤτΕ, πάνω «από τα 2/3 της αξίας των εν λόγω χρηματοδοτήσεων ή περί τα 1,4 δισ. ευρώ σε σύνολο 2 δισ. ευρώ δανείων, κατευθύνθηκε προς ελεύθερους επαγγελματίες και επιχειρήσεις πολύ μικρού, μικρού και μεσαίου μεγέθους, μερίδιο που αντικατοπτρίζει τη διαχρονική στόχευση της ευρωπαϊκής και εθνικής πολιτικής στη στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων».
Μάλιστα, το σύνολο των πόρων που διατέθηκαν μέσω των προγραμμάτων της ΕΑΤ αφορούσε εξ ολοκλήρου μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ενώ στα προγράμματα συγχρηματοδότησης, άνω του 75% των ωφελούμενων επιχειρήσεων πληρούσε κριτήρια ταξινόμησης στην κατηγορία των πολύ μικρών επιχειρήσεων, (δηλαδή, απασχολούσε έως 10 άτομα προσωπικό και το 81% είχε κύκλο εργασιών έως 2 εκατ. ευρώ).
Μεταξύ των επιμέρους κατηγοριών χρηματοδοτικών εργαλείων, το μεγαλύτερο ποσοστό σε όρους αξίας εκταμιεύσεων (57%) αντιστοιχούσε σε προγράμματα συγχρηματοδότησης (2022: 15%) και το υπόλοιπο (43%) σε εγγυοδοσίες (2022: 85%).
Χρηματοδοτήσεις από το Ταμείο Ανάκαμψης
Οι ελληνικές επιχειρήσεις ενισχύθηκαν το προηγούμενο έτος και από τα χαμηλότοκα δάνεια που χορηγήθηκαν στο πλαίσιο του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF).
Συνολικά το 2023, από το δανειακό σκέλος του προγράμματος εκταμιεύθηκαν επιχειρηματικά δάνεια ύψους 1,45 δισ. ευρώ (2022: 0,36 δισ. ευρώ).
Περίπου 900 εκατ. ευρώ, ήταν τα κεφάλαια του Μηχανισμού και τα υπόλοιπα ήταν τραπεζικά κεφάλαια. Το μεγαλύτερο μέρος των εκταμιεύσεων, άνω του 90%, χορηγήθηκε με τη διαμεσολάβηση έξι ελληνικών τραπεζών.
Συνολικά, από τον Ιούνιο του 2022 (πρώτη δανειακή σύμβαση) έως τις 25 Ιανουαρίου φέτος, είχαν υπογραφεί 271 δανειακές συμβάσεις ύψους 8 δισ. ευρώ. Τα 4,5 δισ. ευρώ είναι από πόρους του Ταμείου και τα 3,5 δισ. ευρώ σε δάνεια.
Περίπου το ήμισυ των δανειακών συμβάσεων (αξίας 1,2 δισ. ευρώ) αφορούσε επιχειρήσεις μικρομεσαίου μεγέθους.
«Από τα στοιχεία σκιαγραφείται», σχολιάζει η ΤτΕ, «ότι η συμμετοχή των τραπεζών στη συνολική χρηματοδότηση είναι κατά τι υψηλότερη από ότι ορίζεται στο σχέδιο του προγράμματος, εξέλιξη επιθυμητή, καθώς ισοδυναμεί με μεγαλύτερη μόχλευση των δημόσιων πόρων».
Με άλλα λόγια οι τράπεζες συμμετέχουν στα επενδυτικά προγράμματα των επιχειρήσεων με κεφάλαια των Ταμείων, με ποσοστό μεγαλύτερο από το μίνιμουμ που ήταν 30% βάσει του αρχικού σχεδιασμού, αλλά έτσι οι τράπεζες δίνουν περισσότερα δάνεια και επωφελούνται τόσο οι ίδιες όσο και οι επιχειρήσεις που προχωρούν στις επενδύσεις.
«Το μεσοσταθμικό επιτόκιο στα δάνεια του Μηχανισμού διαμορφώθηκε σε 2,1%, δηλαδή περίπου κατά 360 μονάδες βάσης χαμηλότερα, έναντι του αντίστοιχου μέσου ετήσιου επιτοκίου των κοινών τραπεζικών επιχειρηματικών δανείων για το 2023», λέει η ΤτΕ.