Το τελευταίο αντίο στον Παναγιώτη Τέτση

Το τελευταίο αντίο στον Παναγιώτη Τέτση

Eτάφη χθές Δευτέρα στο νεκροταφείο της Ύδρας ο ζωγράφος και ακαδημαϊκός Παναγιώτης Τέτσης. Ο θάνατος του σηματοδοτεί το τέλος μιας ολόκληρης εποχής για την νεοελληνική τέχνη στην Ελλάδα. Αξίζει να σημειωθεί ότι δώρισε στην Εθνική Πινακοθήκη 200 περίπου έργα από τα οποία το 20% μπορεί να διατεθεί από το Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου για την αγορά έργων νέων καλλιτεχνών. Η αίθουσα που θα φιλοξενεί τη δωρεά του θα φέρει το όνομά του. Δημοσιεύουμε την συνέντευξη που έδωσε στα Νέα της Τέχνης, το 1999 με αφορμή την εκλογή του στην Ακαδημία Αθηνών. Παρά το γεγονός ότι έχουνπεράσει σχεδόν 17 χρόνια από τότε η συνέντευξη διατηρεί την επικαιρότητά της σκιαγραφώντας το καλλιτεχνικό προφίλ της προσωπικότητας του.

Μια ιστορική αναδρομή με τον Παναγιώτη Τέτση

Απρίλιος 1999

Με τον Παναγιώτη Τέτση είχαµε συναντηθεί για πρώτη φορά στο εργαστήριό του στην οδό Ξενοκράτους όταν ξεκινούσαµε Τα Νέα της Τέχνης, τον Σεπτέµβριο του 1992, για να µας εκθέσει τις απόψεις του σχετικά µε το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης. Είχαµε τότε φιλοξενήσει την συνέντευξή του στις κεντρικές σελίδες της εφηµερίδας στο πρώτο φύλλο της. Από τότε δεν είχαµε ξανά µιλήσει. Απλώς καλύπταµε την καλλιτεχνική του δραστηριότητα σε γκαλερί και πινακοθήκες όπως κάνουµε για όλους σχεδόν του καλλιτέχνες.

Με την ευκαιρία της µεγάλης του αναδροµικής αποφασίσαµε να διαθέσουµε ένα ολόκληρο ένθετο γι'' αυτόν µιας και αποτελεί µία εντελώς ιδιαίτερη περίπτωση της γενιάς του ακολουθώντας µε συνέπεια τις αξίες της ζωγραφικής την οποία ποτέ δεν εγκατέλειψε.

Την έκθεση στην Πινακοθήκη επιµελήθηκε η κ. Τζούλια Δηµακοπούλου µε τη βοήθεια της ιστορικού της τέχνης, Έφης Αγαθονίκου. Χορηγός στην έκθεση ήταν η Χρηµατιστηριακή Α.Ε του γνωστού συλλέκτη, Ζαχαρία Πορταλάκη.

Στο παρόν αφιέρωµά µας φιλοξενούµε µία µεγάλη συνέντευξη µε τον ζωγράφο και µε την επιµελήτρια της έκθεσης, Τζούλια Δηµακοπούλου.

Την επιµέλεια του αφιερώµατος έκανε η Άρτεµις Καρδουλάκη.

Στην πραγµατοποίηση του ενθέτου αφιερώµατος συνέβαλε η Αθηνά Σηφαλάκη.

Ο άνθρωπος, ο καλ/ιτέχνης, ο δάσκαλος ο Παναγιώτης Τέτσης, είναι αυτός που γνωρίζουµε µέσα από τον διάλογο που είχε µαζί µας.

Άρτεµις Καρδουλάκη: Αρχίσατε να ασχολείσθε µε τη ζωγραφική από την ηλικία των δέκα χρόνων.

Παναγιώτης Τέτσης: Βεβαίως. Όµως στην έκθεση που γίνεται στην Εθνική Πινακοθήκη έχω ένα έργο από την ηλικία των 14 χρόνων. Ζωγράφιζα από παιδί. Τότε το να έχεις µία µπάλα έπρεπε να ήσουν πλούσιος. Κάτι παιδιά στη γειτονιά που ο πατέρας τους ήταν χασάπης έπαιρναν από τα σφαγµένα βόδια την κύστη και την φούσκωναν µε κουρέλια και έφτιαχναν µπάλα. Εµένα δεν µου άρεσε να παίζω µ'' αυτή την µπάλα και προτιµούσα να ζωγραφίζω. Κάθε σπίτι τότε είχε µερικά χρώµατα γιατί έβαφαν τα παράθυρα και τις πόρτες. Έπαιρνα λοιπόν αυτά τα χρώµατα και ζωγράφιζα. Το πρώτο χρώµα σε σωληνάριο που απέκτησα ήταν ένα µπλέ ντε πρις διότι τα παράθυρα των σπιτιών της Ύδρας τα έβαφαν σε διάφορες αποχρώσεις του γκρίζου και έπαιρναν από το χρωµατοπώλη ένα σωληνάριο της εταιρείας Σνίκε και έφτιαχναν το χρώµα που ήθελαν. Όταν ζωγράφισα αυτό το έργο που θα έχω στην έκθεση, το 1939, είχα πια µετοικίσει στον Πειραιά, γιατί η Ύδρα δεν είχε τότε Γυµνάσιο, είχε µόνο δηµοτικό σχολείο και ένα ηµιγυµνάσιο µε µία µόνο τάξη για τις ανάγκες των παιδιών που πήγαιναν στην Σχολή Εµπορικής Ναυτιλίας. Όλοι οι νησιώτες έρχονται στον Πειραιά γιατί αισθάνονται πιο κοντά στο νησί τους. Τα καλοκαίρια πήγαινα στο σπίτι της γιαγιάς µου στην Ύδρα και ζωγράφιζα. Εκεί κάποια µέρα του Οκτωβρίου επειδή πλάι στο σπίτι της γιαγιάς µου ήταν και ένα εκκλησάκι, κάποιος κύριος πέρασε και τη ρώτησε για το κλειδί της πόρτας για να µπει και να το δει. Η γιαγιά µου του έδωσε το κλειδί και επειδή κατάλαβε ότι µπορεί να έχει κάποια σχέση µε τη ζωγραφική του είπε ότι έχει ένα εγγονάκι που ζωγραφίζει, τότε αυτός έδειξε ενδιαφέρον να δει τι έκανε το παιδί και αυτή του έδειξε ένα έργο που είχε. Το απόγευµα της ίδιας µέρας ο ίδιος άνθρωπος πήγε στο σπίτι της γιαγιάς µου µαζί µε τον ζωγράφο Χατζηκυριάκο Γκίκα. Αυτός ο άνθρωπος ήταν ο Πικιώνης. Αυτοί ήταν οι πρώτοι άνθρωποι που έδωσαν σήµασία σ'' αυτό που κάνω. Έτσι και η οικογένεια µου είδε ότι είναι καλό να ζωγραφίζω. Από τότε αρχίζει η καριέρα µου.

-Είχατε κάποια επιρροή από το περιβάλλον σας για να στραφείτε τοτέ στά παιδικά σας χρόνια προς την ζωγραφική;

-Δέν είχα. Ο πατέρας µου που διατηρούσε ένα καφενείο στην Ύδρα πριν παντρευτεί µε την µάνα µου που ήταν και αυτή Υδραία είχε πάει στην Αµερική. Όταν επέστρεψε η οικογένεια της µάνας µου του έθεσε όρο ότι αν παντρευτεί δεν θα πάει ξανά στην Αµερική. Αλλά φαίνεται ότι στην Αµερική κάποιες ώρες σχόλης πήγε σε κάποια µουσεία. Ο άνθρωπος από τον οποίο άκουσα για πρώτη φορά το όνοµα του Ελ Γκρέκο ήταν ο πατέρας µου. Επίσης µου είχε πει ότι σε κάποια µουσεία που είχε µπει, είχε δει κάποια έργα τα οποία όταν τα έβλεπες από κοντά έβλεπες µόνον πολλές πινελιές ενώ από µακρυά έβλεπες ένα ωραίο τοπίο. Τώρα ήταν αυτός Σερά; Ήταν Σινιάκ; Πάντως κάτι απ'' αυτούς ήταν. Ο πατέρας µου λοιπόν δεν ήταν ένας άξεστος ούτε και ή µητέρα µου. Η µητέρα µου είχε µάθει τα γραµµατάκια της γιατί είχε πάει στο Σχολαρχείο και τα ήξερε καλά. Φανταστείτε ότι εγώ µεγάλος ακόµα όταν έγραφα κάτι της το έθετα υπό έλεγχο ορθογραφίας. Ήταν τέλεια στην ορθογραφία.

-Αφότου ο Πικιώνης και ο Γκίκας είδαν το έργο σας τι έγινε;

-Αφού πέρασε ένας χρόνος και ξεχάστηκε η όλη ιστορία, το επόµενο καλοκαίρι που γύρισα, το 1940, κάποια µέρα εκεί που κολυµπούσα στην Ύδρα συνάντησα κάποιο κύριο που ήταν αλλοδαπός. Ο αδελφός µου και εγώ του πιάσαµε την κουβέντα. Μας είπε ότι ήταν Γερµανός ζωγράφος. Αυτός ήταν ο Φρισλάντερ. Πραγµατικά είδε τι κάνω. Έµενε στο Παράρτηµα της Σχολής Καλών Τεχνών. Όταν έφτιαξα δύο τρία έργα και του τα έδειξα εφώναξε τότε το Περικλή Βυζάντιο που ήταν διευθυντής. Μαζί του ήταν και ο Ντίκος, σ γιος του. Ο Βυζάντιος που ήταν ενθουσιώδης τα επιδοκίµασε και εγώ τα είχα χαµένα. Δεν το πήρα επάνω µου αλλά είδα ότι µε παίρνουν πολύ στά σοβαρά. Πρέπει να πω ότι ο Φρισλάντερ σ'' αυτό το διάστηµα που έµεινε στην Ύδρα µου έδωσε ορισµένα σηµαντικά πράγµατα σαν περιπατητικός δάσκαλος. Μου µίλησε για τον Σεζάν. Μου έδειξε σε έργα του Σεζάν την φόρµα του και τον ρυθµό της και αυτά σας βεβαιώνω ότι ήταν καθοριστικά για την πλαστική µου παιδεία περισσότερο από την σπουδή µου στην Καλών Τεχνών. Γιατί όταν είσαι νέος τα ρουφάς πιο εύκολα. Μετά βέβαια είχα επαφές µε τον Χατζηκυριάκο Γκίκα και µε τον Πικιώνη. Πρέπει να πω ότι στά νιάτα µου έπεσα σε καλά χέρια. Γιατί εγώ όταν ήµουν 16 χρονών ήξερα τον Σεζάν, ήξερα τον Μπονάρ, τον Ρουσώ. Ορισµένους από την Αναγέννηση ενώ άλλα παιδιά όταν πήγαιναν στην Σχολή, στο Προπαρασκευαστικό Τµήµα λίγα πράγµατα ήξεραν από τους νεότερους.

-Μιλήστε µου για τα χρόνια σας στη Σχολή Καλών Τεχνών.

-Εγώ βρίσκοµαι στην Σχολή Καλών Τεχνών τους τελευταίους µήνες της Κατοχής. Όταν πια τελειώνει η Κατοχή και έρχεται η Απελευθέρωση, το Κίνηµα και ακολουθεί ο Εµφύλιος Πόλεµος, µπαίνω στο Εργαστήριο του Παρθένη. Ο Παρθένης όπως έχετε ακούσει και το ξέρετε ήταν ιδιόρυθµος, δεν µιλούσε. Εγώ βρίσκω ότι το να µη µιλάει βεβαίως έχει κάτι το αρνητικό αλλά το να µιλάει ο δάσκαλος πάρα πολύ το βρίσκω εξίσου αρνητικό. Νοµίζω ότι κάπου στη µέση είναι το ιδανικό. Μήπως αυτή η τέλεια σιωπή του Παρθένη, µα δε µιλούσε καθόλου, ήταν και σοφία; Σου µάθαινε λιγότερο ν'' ακούς και περισσότερο να βλέπεις. Νοµίζω ότι αυτή ήταν η θετική πλευρά της διδασκαλίας του.

-Μπήκατε µε εξετάσεις τότε στη Σχολή;

-Ναι και για το Προπαρεσκευαστικό και για τα Εργαστήρια.

-Φοιτούσαν πολλά παιδιά τότε στη Σχολή;

-Καθόλου. Στα εργαστήρια έµπαιναν στη ζωγραφική καμµιά δεκαπενταριά, στη χαρακτική δυο τρεις και στη γλυπτική που τότε είχε περισσότερους καµµιά δεκαριά. Στη ζωγραφική τα εργαστήρια είχαν καθηγητές τον Παρθένη και τον Αργυρό. Το πολυπληθέστερο εργαστήριο ήταν του Αργυρού. Ο Παρθένης είχε τους λιγότερους. Υποτίθεται όµως ότι είχε αυτούς που είχαν υποψιαστεί ότι εκτός από την τέχνη του Μονάχου, αυτόν τον ψευτοϊµπρεσιονισµό που έκανε ο Αργυρός υπάρχει και κάτι άλλο. Ο Αργυρός δεν ήταν πιεστικός δάσκαλος σαν τον Παρθένη. Ο Παρθένης ήθελε να κάνεις αυτό που σου έλεγε. Δεν άφηνε πρωτοβουλίες. Αυτά από την µια µεριά είναι σωστό από την άλλη όχι και τόσο. Ο Αργυρός σχεδόν δεν εδίδασκε. Τελικά ο Αργυρός έβγαλε και καλούς ζωγράφους. Ο Μόραλης έχει βγει από τον Αργυρό. Ο Νικολάου έχει βγει από τον Αργυρό και αυτό ίσως οφείλεται στο γεγονός ότι δεν εδίδασκε. Εγώ τον Παρθένη τον είδα µόνο δέκα φορές γιατί µετά παραιτήθηκε από την Σχολή. Είχαμε καταλάβει ότι η ατμόσφαιρα της Σχολής δεν ταίριαζε στον Παρθένη. Η Σχολή Καλών Τεχνών με τους υπάρχοντες καθηγητές δεν τον ενσωμάτωσε. Υπήρχανε βέβαια πνευματικοί άνθρωποι όπως ήταν ο Πρεβελάκης και ο Κεφαλληνός αλλά αυτοί δεν ήταν αρκετοί γι'' αυτόν. Το εργαστήριο έμεινε χωρίς καθηγητή. Έπειτα έκανα τη θητεία μου γιατί ήταν ο Εμφύλιος Πόλεμος και μάζεψαν όσους είχαν αναβολές. Μετά από μερικά χρόνια εμφανίστηκα στον Αργυρό διότι ήταν το μόνο Εργαστήριο που είχε μείνει. Έτσι έδωσα εξετάσεις και πήρα το πτυχίο.

-Σας επηρέασε καθόλου ο Παρθένης;

-Ναι. Μπορεί να ήταν πιεστικός αλλά ότι έλεγε ήταν σωστό. Εάν τον έβλεπα μεγαλύτερο χρονικό διάστημα ίσως να με είχε βοηθήσει πολύ περισσότερο. Αυτό που με έκανε να ανοίξω τα μάτια μου ήταν η υποτροφία του ΙΚΥπου κέρδισα. Όχι γιατί ήταν ληψή η διδασκαλία του Παρθένη. Παράλληλα με το δάσκαλο έχεις δασκάλους αυτούς που δεν είναι εντεταλμένοι να είναι δάσκαλοί σου αλλά τους βρίσκεις και τους διαλέγεις. Διδάχτηκα πηγαίνοντας στο Παρίσι. Στην Ελλάδα, τον καιρό εκείνο, η Πινακοθήκη δεν υπήρχε. Η Πινακοθήκη θεμελιώθηκε το 1964 επί Γεωργίου Παπανδρέου. Μέχρι τότε τα έργα ήταν στιις αποθήκες και δεν μπορούσες να δεις ούτε τους Έλληνες ζωγράφους. Στο Παρίσι άνοιξα τα μάτια μου και πιστεύω ότι σήμερα ο νέος πρέπει να πηγαίνει σε χώρες όπου μπορεί να δει ζωγραφική, διότι εδώ βλέπει ελάχιστα πράγματα. Έξω δεν βλέπεις μόνο αυτά που εγκρίνεις, βλέπεις τα πάντα και κάνεις την επιλογή σου.

-Όταν πήγατε στο Παρίσι είχε φουντώσει η αφηρημένη τέχνη.

-Ναι, ακόμη δεν είχε πάρει την σκυτάλη η Αμερική. Το Παρίσι ήταν ζωντανό. Οι Γάλλοι όμως αγνοούσαν τις άλλες τάσεις. Την εποχή την δική μου, το 1953-56, δεν ήξεραν ποιος είναι ο Κλέε, δεν τον είχαν ακούσει καν. Αυτό γιατί όπως θα ξέρετε οι Γάλλοι είναι σωβινιστές. Θυμάμαι ότι το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης δεν είχε κανένα Γερμανό εξπρεσιονιστή. Κανέναν μα κανέναν. Έφυγα από το Παρίσι στο τέλος του 1956 και ξαναπήγα εκεί την χρονιά που τέλειωσε η χούντα, οπότε είχε γίνει το Κέντρο Πομπιντού, υπήρχε ακόμη το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης. Εκεί σε μία πολύ μικρή αίθουσα είχαν αρχίσει να εκθέτουν μερικά έργα του Κλέε καθώς και μερικών άλλων.

-Ποιοι Γάλλοι καλλιτέχνες σας άρεσαν περισσότερο;

-   Σίγουρα είμαι επηρεασμένος από την γαλλική ζωγραφική. Όσο ωραίος και αν είναι ο Κλέε για παράδειγμα, εγώ τον βρίσκω λίγο. Οι Γερμανοί εξπρεσιονιστές βέβαια μου αρέσουν. Είμαι θρεμμένος από την γαλλική ζωγραφική και όχι μόνο από την σύγχρονη αλλά και την παλαιότερη. Θεωρώ μεγάλους ζωγράφους τον Ντελακρουά, τον Κουρμπέ. Πιστεύω ότι στον Κουρμπέ σταματάει η μεγάλη ζωγραφική. Οπωσδήποτε και οι άλλοι είναι σπουδαίοι ζωγράφοι όπως είναι ο Μιλέ. Φυσικά θεωρώ σπουδαίους ζωγράφους αυτούς που ανήκουν στην εποχή του ροκοκό, τον Σαρντέν και το Βατώ. Ο Σαρντέν είναι μέγιστος μικρός ζωγράφος. Μπορεί να μην έχει κάνει μεγάλα μνημειακά έργα αλλά έχει ποιότητα. Σπουδάζεις τον Σαρντέν και μαθαίνεις ζωγραφική.

-Τα σύγχρονα αφηρημένα κινήματα δεν σας επηρέασαν;

-Βεβαίως, αλλά δεν εντάχθηκα σ'' αυτά. Έβρισκα ότι έχουν να μου δώσουν πολλά και διδάχτηκα απ'' αυτά. Αν κοιτάξετε τα έργα μου θα αντιληφθείτε ότι υπάρχουν στοιχεία από την αφηρημένη ζωγραφική. Εγώ αφομοίωσα τα διδάγματα αυτά και τα έβγαλα στη ζωγραφική μου.

-Από τα χρόνια του Παρισιού τι θυμάστε περισσότερο; Υπάρχουν εμπειρίες που θα θέλατε να αναφέρετε ξεχωριστά;

-Ό,τι θυµάµαι αφορά την ζωγραφική. Ήταν τότε το παιδί θαύµα της Γαλλίας που ξέφτησε αργότερα ο Μπυφέ. Από τους αφηρηµένους ήταν καλός ένας Ρώσος εµιγκρές, ο Πολιακόφ. Νοµίζω ότι η ζωγραφική του έµεινε. Την εποχή εκείνη µεσουρανούσε και ο Τσίγκος.

-Τον ήξεραν οι Γάλλοι τον Τσίγκο;

-Ένας κύκλος πνευµατικών ανθρώπων τον ήρεξε. Είχε γράψει γι'' αυτόν και το Temps Modem, το περιοδικό του Σάρτρ. Η Χριστίνα Τσίγκου που ανέβασε πρώτη Μπέκετ. Είχε παίξει και εδώ, όταν γύρισε. Ήταν γνωστός ο Τσίγκος αλλά δεν εξέθετε σε γκαλερί. Εξέθετε σε σηµαντικά πρωτοποριακά βιβλιοπωλεία. Ήταν πολύ της µόδας ο Ματιέ, µάλλον επιφανειακός ζωγράφος. Έκανε κάτι τεράστια αφηρηµένα έργα µε ένα γραφισµό. Η γραφή του ήταν σαν γιαπωνέζικη. Μετά ήταν ο Σουλάζ που είχε µια ποιότητα, ο Μαλεσιέ.

-Ήταν εύκολες οι σπουδές για σας εκεί;

-Τυπικώς έπρεπε να ήσουν γραµµένος σε κάποια σχολή. Γράφτηκα στην Καλών Τεχνών όπου πήγα λίγες φορές εκεί. Το τρίτο χρόνο µε δέχτηκε ο Γκοέρ που ήταν ένας ζωγράφος που έκανε και χαρακτική σε χαλκό. Η ζωγραφική του δεν µ'' άρεσε. Ήταν πολύ καλλιεργηµένος άνθρωπος. Με δέχτηκε στο εργαστήριό του και εκεί άρχισα να κάνω χαρακτική. Όταν ήµουν στην Ελλάδα και είχα ζητήσει από το εργαστήριο του Κεφαλληνού να µε δεχτεί µου το αρνήθηκε. Το Εργαστήριό του ήταν ένα άδυτο. Ο Κεφαλληνός είχε µια υψηλή πνευµατική καλλιέργεια. Είχε µόνο 6-7 σπουδαστές. Για να µπεις στο εργαστήριό του έδινες το ντοσιέ στον Πρωτόσχολο και αυτός το υπέβαλε στον δάσκαλο. Υπέβαλα λοιπόν το φάκελο µου και µετά από µερικές µέρες µου απάντησαν αρνητικά.

-Πάντως τα χαρακτικά που έχετε κάνει θεωρούνται εξαιρετικά.

-Όλα τα χαρακτικά τα έχω κάνει µε τα πιο πρωτόγονα µέσα. Αν είχα τα µέσα θα εξακολουθούσα να έκανα χαρακτική.

- Η υποτροφία σας ήταν επαρκής για τη φοίτησή σας εκεί;

-Τότε ήταν καλές οι υποτροφίες. Δεν είχες βέβαια τις απαιτήσεις που έχει σήµερα ένας νέος. Έµενα στο ελληνικό περίπτερο της Πανεπιστηµιούπολης. Είχα ένα ευρύχωρο δωµάτιο µόνος µου. Μπορούσα και ζωγράφιζα γιατί ο τότε διευθυντής ο Φουντουκίδης µου επέτρεπε να ζωγραφίζω. Στα άλλα περίπτερα δεν σε άφηναν ούτε να φας. Πρέπει να πω ότι χάρη στην πατρίδα άνοιξα τα µάτια µου.

-Κάνατε παρέες καλλιτεχνών, συνδεθήκατε µε διάφορες οµάδες;

-Όχι. Έκανα παρέα µε µερικούς φίλους και µάλιστα Ρωµιούς που ήταν και αυτοί υπότροφοι ή καλλιτέχνες. Ξέχασα να πω ότι από τους ζωγράφους εκείνης της εποχής που εκτιµούσα και πρέπει να πω ότι έµµεσα επέδρασαν επάνω µου ήταν ο Ντεστάλ που ήταν σπουδαίος ζωγράφος. Ήταν ζωγράφος µεταξύ αφηρηµένου και µη αφηρηµένου. Αυτόν εκτιµώ ιδιαιτέρως και νοµίζω είχε µια επίδραση στα παλιότερα έργα του Μανώλη Καλλιγιάwη.

-Γιατί επιστρέψατε πίσω στην Ελλάδα;

-Άλλοι συνάδελφοι µου προτίµησαν να µείνουν εκεί. Ο Φιλόλαος, ο Μολφέσης και µερικοί άλλοι. Εγώ δεν µπορούσα να αντιµετωπίσω αυτή την πάλη της επιβιώσεως. Η υποτροφία είχε τελειώσει. Τα χρήµατά µου κράτησαν έξι µήνες περισσότερο. Είχα µόνο το εισιτήριό της επιστροφής. Επίσης έβλεπα ότι για να είσαι µεγάλος στο Παρίσι χρειάζεται µεγάλος αγώνας για να επιβληθείς που µπορούσε βέβαια και να µη κατέληγε στο στόχο σου.

-Επιστρέφοντας τι κάνατε;

-Δεν το έβαλα κάτω. Το βιοποριστικό πρόβληµα ήταν οξύτατο για τις επόµενες δεκαετίες. Όµως εάν επιµένεις σε κάτι και έχεις ένα στόχο, τότε δεν χάνεσαι, φτάνει να το θέλεις. Οποιαδήποτε βιοποριστική δουλειά και αν έκανα, την έκανα για να έχω την ευκαιρία να ζωγραφίζω. Δεν µε έπνιξε ο βιοπορισµός. Εθυσίασα όµως πολύ χρόνο γι'' αυτόν.

-Κάνατε βέβαια συναφή επαγγέλµατα προς την τέχνη.

-Έκανα το δάσκαλο στη Σχολή Βακαλό όντας ένας από τους ιδρυτές της. Τότε είχε ξεκινήσει µε την επωνυµία Ελεύθερο Σπουδαστήριο Καλών Τεχνών. Ξεκινήσαµε την Σχολή το ζεύγος Βακαλό, ο Φραντζής Φραντζεσκάκης και εγώ. Η σχολή είχε ένα τµήµα διακοσµητικής και ένα τµήµα ζωγραφικής. Το τµήµα διακοσµητικής προσεφέρετο σαν κάτι καινούργιο. Το τµήµα ζωγραφικής όµως επειδή υπήρχε η Καλών Τεχνών ήταν δύσκολο να καθιερωθεί. Λειτούργησε για έξι χρόνια και µετά το καταργήσαµε σαν πάθητικό όχι µόνο για λόγους οικονοµικούς αλλά και γιατί ξόδευα εκεί πολύ χοονο. Στο διακοσµητικό τµήµα εδίδασκα σχέδιο σε όλες τις τάξεις ξοδεύοντας πάλι αρκετό χρόνο. Δίδασκα εκεί µέχρι την στιγµή που µε εξέλεξαν καθηγητή στην Καλών Τεχνών.

-Πότε εκλεγήκατε καθηγητής στην Καλών Τεχνών;

-   Η εκλογή έγινε το 1976 και διορίστηκα το Φεβρουάριο του 1977. Μέχρι τότε υπήρχαν δύο εργαστήρια. Όµως επειδή υπήρξε αύξηση των φοιτητών ιδρύσαν άλλα δύο εργαστήρια και η εκλογή των καθηγητών έγινε συγχρόνως. Το Τρίτο Εργαστήριο δόθηκε σε µένα και το Τέταρτο το πήρε ο Δηµοσθένης Κοκκινίδης.

-Πότε κάνατε την πρώτη έκθεσή σας;

-Έκανα την πρώτη µου έκθεση το 1948. Τότε η πρώτη µεταπολεµική σοβαρή γκαλερί ήταν η γκαλερί Ρόµβος που βρίσκονταν στην οδό Αµαλίας εκεί όπου υπήρχε το πιο ωραίο σπίτι της Αθήνας, η οικία Νεγρέποντη. Στην αυλή του σπιτιού, στο βάθος υπήρχε ένα µικρό σπιτάκι που µάλλον εχρησιµοποιείτο παλιότερα για το υπηρετικό προσωπικό. Αυτό το είχε µετατρέψει ο Γιώργος Βακαλό µε τον Τζων Στεφανέλη σε γκαλερί. Είχε δύο χώρους. Στον έναν χώρο είχα εκθέσει εγώ τα νεανικά µου προσχολικά έργα µαζί µε µερικά άλλα και στον άλλο χώρο είχε εκθέσει ο ζωγράφος Νίκος Γεωργιάδης που ζει στο Λονδίνο από το 1952 και εκτός από ζωγράφος είναι και σκηνογράφος. Τον Γεωργιάδη θα υποδεχτούµε στην Ακαδηµία ως εντεπιστέλον µέλος στις 30 Μαρτίου.

Το 1958 ήταν η δεύτερη έκθεση που έκανα επιστρέφοντας από το Παρίσι που την φιλοξένησε ο Ζυγός. Ήταν βεβαίως η πρώτη µου έκθεση όπου παρουσίαζα πιο ολοκληρωµένη εργασία.

-Πού είχατε φιλοτεχνήσει τα έργα που παρουσιάσατε το 1958;

-Ήταν έργα που είχα κάνει στο Παρίσι. Δεν ήταν βέβαια όλα τα έργα του Παρισιού γιατί υπάρχουν µερικά έργα που δεν έχω δείξει ποτέ. Απ'' αυτά µπορεί στην έκθεση της Πινακοθήκης να δείτε ένα-δυο.

-Πότε άρχισε να αναγνωρίζεται η δουλειά σας;

-Πιστεύω ότι ήµουν τυχερός. Από νωρίς είχαν εκτιµήσει τή ζωγραφική µου. Ο Αλέκος Ξύδης, ο Μαρής Καλλιγάς, ο Ευαγγελίδης είχαν γράψει για µένα από την δεκαετία του ''40. Η δουλειά που είχα δείξει στο Παρίσι την είχε δει ο Μαρίνος Καλλιγάς και ήταν ενθουσιώδης. Ο Τσίγκος είχε δει µερικά έργα. Το αξιοπερίεργο ήταν και το έγραψε ο Άγγελος Προκοπίου για την έκθεση στο Ζυγό που την είδε την τελευταία µέρα, το πως ενώ βρισκόµασταν στην άνθηση της ανεικονικής ζωγραφικής που έβραζε εκείνη την εποχή στο Παρίσι εγώ κάνω ηθεληµένα την µη παραστατική ζωγραφική. Πάντως όσοι εκτιµούσαν την ζωγραφική µε δέχτηκαν καλά. Τώρα ένα διάστηµα καλλιτέχνες ή άλλοι που γράφουν κριτικές ακόµη και µερικοί που είχαν γράψει επαινετικά παλιότερα για µένα, εκ των υστέρων, δεν µε επαινούσαν γιατί ήµουν έξω από το ρεύµα. Όπως σας είπα προηγουµένως, επήρα αυτό που ήθελα από τα σύγχρονα ρεύµατα. Το να πειραµατίζεσαι και να είσαι στην πρωτοπορία δύο πράγµατα χρειάζονται: Ή να είσαι πρωτοπορία πρωτοπορία. Και είναι λίγοι αυτοί που είναι πρωτοπόροι. Ή να µην θυσιάσεις κάποιο ταλέντο που µπορεί να έχεις για να κάνεις τον πρωτοποριακό. Εγώ πιστεύω ότι είχα κάποια έφεση που δεν την θυσίασα για να κάνω τον πρωτοπόρο ζωγράφο.

-Ο καθένας διαλέγει το δρόµο που τον εκφράζει. Δεν είναι σωστό να αντιγράφεις για να είναι µέσα στο πνεύµα των καιρών.

-Εγώ δεν καταδικάζω την πρωτοπορία. Θα µου πείτε ότι όλα αυτά που γίνονται είναι «αισθητικά»; Αυτό είναι το πρόβληµα. Η µεγάλη επανάσταση στον αιώνα µας είναι ότι έχει αλλάξει η αισθητική µας. Η µοντέρνα τέχνη µας άλλαξε την αισθητική και δεν είναι λάθος. Μας άνοιξαν τον δρόµο και µας έδειξαν ότι δεν υπάρχει µόνο η Αναγέννηση και πίσω από την Αναγέννηση η Αρχαία Ελλάδα. Πρίν από ένα δύο αιώνες οι γιαπωνέζικες στάµπες ή τα κυκλαδικά δεν είχαν την εκτίµησι που έχουν τώρα. Ένας Ευρωπαίος θεωρεί τον Φειδία καλύτερο από τα έργα της Ολυµπίας ενώ εµείς θεωρούµε την Ολυµπία το κορύφωµα.

Όταν πια έρχεται το µεγάλο κύµα της αφαίρεσης στο τοπο µας, στα τέλη του πενήντα και τη δεκαετία του ''60 όλοι πια ακόµη και αυτοί που δεν ήταν ζωγράφοι έκαναν αφηρηµένη ζωγραφική. Εγώ ήµουν απο ορισµένους που γράφουν το µαύρο πρόβατο. Ίσως εξακολουθώ να είµαι το µαύρο πρόβατο.

-Ο καθένας πρέπει είναι συνεπής µε το εαυτό του.

-Αυτό ναι. Πιστεύω ότι ήµουν συνεπέστατoς µε τον εαυτό µου. Ζωγράφιζα για να έχω εγώ πρώτα την ικανοποίηση και όταν πίστευα ότι µια ενότητα εργασίας µου µπορούσα να τη δείξω την έδειχνα. Έκανα την έκθεση αφού είχαν γίνει τα έργα και το λέω αυτό γιατί ορισμένοι νέοι ξεκινάνε να κάνουν έκθεση χωρίς να έχουν τα έργα. Κάτι που συμβαίνει διεθνώς.

-Από τα έργα που έχετε κάνει ως τώρα ποια είναι αυτά που αγαπάτε περισσότερο;

-Αυτό είναι δύσκολο να σας απαντήσω. Βεβαίως υπάρχουν έργα που είναι το δυναμικό μου. Μέσα από τις ομάδες των έργων που έχω κάνει νομίζω ότι σημαντική είναι η Λαϊκή Αγορά. Σ'' αυτή την ενότητα των έργων προσπάθησα να κάνω σε μεγάλες επιφάνειες αυτό που με συγκινούσε, την Λάϊκή Αγορά που είδατε εσείς σήμερα ερχόμενη στο εργαστήριό μου. Αυτό που έβλεπα κάθε Παρασκευή επί σειρά ετών. Μου έγινε βίωμα και κάποια στιγμή είπα ότι ήρθε η ώρα να κάνω κάτι γι'' αυτό. Μου έδιναν μία ευφορία τα μεγάλα αυτά έργα διότι εκτός από τις ασκήσεις που έκανα σε μικρά, τις σπουδές είτε χρωματιστές είτε σε σχέδια, όταν προχώρησα στις μεγάλες επιφάνειες δεν είχα ποτέ ένα προσχέδιο για το τι θα κάνω ακριβώς. Πάντα μ'' αρέσει να λειτουργώ απ'' ευθείας στην επιφάνεια. Είναι άλλο πράγμα να κάνεις ένα μικρό πρώτα. Αυτό σε δεσμεύει. Με την παρατήρηση των ετών και με τις μελέτες που είχα κάνει είχα χωνέψει το θέμα και λειτουργούσα πάνω στη μεγάλη επιφάνεια άνετα. Έτσι δεν έχασα την αμεσότητα.

Ένας άλλος κύκλος έργων είναι αυτά που έκανα με τις μπλε καρέκλες που δεν είναι πολλά. Μια σειρά ήταν από τα τοπία της Αθήνας πριν κρύψουν το Λυκαβητό με τις πολυκατοικίες. Έβλεπα τα μικρά συμπαθητικά σπίτια τα βαμμένα με ώχρα. Έβλεπα ότι είχε προεκτάσεις για την ζωγραφική μου αυτή η κλίμακα των θερμών χρωμάτων από ώχρα μέχρι το κεραμιδί και το φως που ανέδιδαν τα σπίτια, διότι δεν υπήρχαν τότε τα πλαστικά χρώματα και τα νεροχρώματα έδιναν μία λάμψη. Όταν πια καλύφθηκε ο Λυκαβητός πέρασα από την άλλη μεριά που είναι οι κήποι των Αρχαιολογικών Σχολών που επίσης έχουν καλυφθεί από τις πολυκατοικίες.

Για ένα διάστημα μεγάλο έχω δουλέψει στη Σίφνο όπου το Αιγαιοπελαγίτικο φως δεν είναι καθόλου το φως της Αττικής που είναι ήπιο. Εκεί το φως είναι σκληρό. Έκανα μεγάλα πάλι με σινική μελάνη που θα τα δείτε, μαυρόασπρα είτε ένα 1.70 που είναι το χαρτί ή άλλα που είναι 1.5 μέτρο επί 2.

-Αυτή η σειρά έγινε την δεκαετία του ''70;

-Αυτά έγιναν από το 1968 μέχρι τα μέσα του ''70. Παραλλήλως έγιναν και ορισμένα με λάδι είτε με χρώμα είτε μαυρόασπρα. Αυτά είναι από τις σημαντικότερες δουλειές μου. Μετά περνάω στα τοπία της Ύδρας και βεβαίως είναι και τα πορτραίτα που κάνω που δεν είναι επ'' αμοιβή. Τα κάνω επειδή μ'' αρέσει κάποιος φίλος ή επειδή θέλω να ζωγραφίσω. Παρακαλώ κάποιον να μου ποζάρει. Αυτό το κάνω από παλιά.

- Είναι η Ύδρα ο τόπος που αγαπάτε περισσότερο στην Ελλάδα.

-Βεβαίως. Όλη η Ελλάδα είναι πολύ ωραία αλλά η Ύδρα είναι ομορφότερη. Ιδιαίτερα η Ύδρα είναι πιο ωραία το χειμώνα γιατί το φως είναι πιο όμορφο και η φύση είναι πολυποίκιλη. Το καλοκαίρι η διαδοχή των ημερών δεν διαφέρει. Πάω στην Ύδρα το χειμώνα και ζωγραφίζω. Το καλοκαίρι μάλλον δεν πηγαίνω.

-Η Αθήνα έτσι που έχει γίνει την αγαπάτε;

-Καλή είναι έστω και έτσι. Ανεβαίνεις στη ταράτσα σου και βλέπεις τις αντένες της τηλεόρασης. Πάντως ακόμη και ένα κοµµατάκι να σου αφήνει ελεύθερο η πόλη µεταξύ των πολυκατοικιών είναι όµορφα.

- Τι σας ενδιαφέρει να δείξετε περισσότερο στην έκθεση;

-   Την πορεία µου. Τις σηµαντικότερες ενότητες των έργων µου που προανέφερα και το ξεκίνηµά µου.

- Όταν ήσασταν στη Σχολή ποιος ήταν ο στόχος που είχατε για κάποιο σπουδαστή;

-Πιστεύω ότι ένας νέος πρέπει να πάρει ορισµένες βάσεις. Να µάθει να ζωγραφίζει. Να µάθει να βλέπει και όταν άποφοιτήσει θα υποστεί µία κρίση ψυχολογική και µετά θα βρει σιγά-σιγά το δρόµο του. Δεν πιστεύω ότι ένας νέος που αρχίζει να κάνει τέχνη έχει τις δυνατότητες να πέσει στα βαθειά.

- Είχατε επαφή µε τους φοιτητές σας;

-   Πάρα πολύ καλή. Δεν ήταν σχέση δάσκαλου µαθητή, τους έβλεπα σαν παιδιά µου.

- Οι πιο σηµαντικές στιγµές της καριέρας σας ποιες ήταν;

-   Όταν καµιά φορά τελειώνω ένα έργο είναι µια καλή στιγµή της ζωής µου. Μια καλή στιγµή ήταν όταν αποφάσισαν να µε κάνουν καθηγητή στη Σχολή Καλών Τεχνών.

- Η διδασκαλία σας στην Σχολή σας βοήθησε καλλιτεχνικά;

- Όταν µε εξέλεξαν στην Σχολή µερικοί συνάδελφοι µου είπαν ότι θα βουλιάξω. Σε µένα συνέβη το αντίθετο. Όσα έδινα εγώ στα παιδιά µε τη διδασκαλία τόσα και περισσότερα µου έδιναν αυτά µε την ζωντάνια τους και µε την τόλµη τους.

- Είστε ευχαριστηµένος από τή µέχρι τώρα πορεία σας;

-Κάτ'' αρχήν, ναι. Βέβαια όπως σας είπα έχω χάσει αρκετό χρόνο από τα βιοποριστικά προβλήµατα που αντιµετώπιζα. Θα µπορούσα να είχα κάνει περισσότερα πράγµατα.

- Υπήρξαν στιγµές στη καριέρα σας που εξαιτίας διαφόρων προβληµάτων οδηγηθήκατε στο σηµείο να σκεφτείτε να τά παρατήσετε;

-Κάµφθηκα όταν έφτασα στο Παρίσι. Έγινε µέσα µου µια ψυχολογική αναµόχλευση και εκεί τα έχασα. Είχα πάει άνοιξη, πέρασε το καλοκαίρι, πήγα στην Ισπανία και µετά όταν επέστρεψά άρχισα να παίρνω τα πάνω µου και να ξεπερνάω την ψυχολογική κρίση. Σκεφτόµουν εγώ τι κάνω τώρα, τι θα βγει από µένα.

- Η είσοδός σας στην Ακαδηµία ήταν κοινωνική καταξίωση;

-   Έγινα ακαδηµαϊκός χωρίς να το καταλάβω. Ο Χρήστου κάποια µέρα µου είπε ότι στην Ακαδηµία έγινε µια δεύτερη έδρα ζωγραφικής και ότι θα ήθελε αυτός να είµαι υποψήφιος. Δεν µπορούσα να φανταστώ τον εαυτό µου ακαδηµαϊκό και του είπα ότι δεν βλέπω να γίνεται κάτι τέτοιο. Πέρασε κάποιο διάστηµα και το Μουσείο Τεριάντ οργάνωσε για µένα µία µικρή αναδροµική της δουλειάς µου. Ο Χρύσανθος τότε ήρθε να µιλήσει για τη ζωγραφική µου. Εκεί µου µίλησε πάλι για την Ακαδηµία αλλά και πάλι του είπα ότι δεν άλλαξα γνώµη. Το καλοκαίρι ήµουν στη Σίφνο και µου το είπε ο Μανώλης Χατζιδάκης ξανά και του είπα την απάντηση που έδωσα στον Χρήστου. Πέρασε καιρός και κάποια µέρα χτύπησε το τηλέφωνό µου. Ήταν ο Χατζηκυριάκος που µου είπε ότι το απόγευµα πρόκειται να σε προτείνουµε ως υποψήφιο και µου έκλεισε το τηλέφωνο χωρίς να προλάβω να πω τίποτε. Έτσι το απoδέχθηκα.

-Με ποιους ανθρώπους από το χώρο της τέχνης συνδεθήκατε φιλικά;

-Πολύ στενοί µου φίλοι ήταν ο Ασαντούρ Μπαχαριάν, ο Μανώλης Καλλιγιάννης, ο Φραντζής Φραντζεσκάκης, η Ελένη Βακαλό, η Τζούλια Δηµακοπούλου και η Μαρίνα Λαµπράκη Πλάκα. Είχα την συνήθεια να δείχνω την ζωγραφική µου στους φίλους µου, στην Ελένη Βακαλό, στο Φραντζή και πιο πολύ στον Ασαντούρ Μπαχαριάν.

-Ποιους Έλληνες καλλιτέχνες ξεχωρίζετε περισσότερο. Θα ήθελα κυρίως να αναφερθείτε στους παλαιότερους.

-Πιστεύω ότι η Ελλάδα µετά την σύσταση του ελληνικού κράτους έζησε ένα καλλιτεχνικό θαύµα µε τον Γύζη ή τον Νικηφόρο Λύτρα και όλους αυτούς. Το µεγάλο πρόβληµα δεν είναι ότι αυτοί εστράφησαν στο Μόναχο ενώ θα µπορούσαν να είχαν στραφεί προς κάποια άλλη χώρα. Όσοι ακολούθησαν µετά, ο Πανταζής, ο Αλταµούρας, ο Νικόλαος Λύτρας, ο Οικονόµου, ο Τσαρούχης, ο Διαµαντόπουλος, ο Χατζηκυριάκος Γκίκας είναι µεγάλοι ζωγράφοι.

-Κάποιος κριτικός είχε γράψει ότι στο έργο σας δεν σας ενδιέφεραν τα µεγάλα κοινωνικά και πολιτικά προβλήµατα αλλά κυρίως η καθηµερινότητα.

-Πάντοτε µε ενδιέφερε η πραγµατικότητα άλλά δεν ήθελά να κάνω µε τη ζωγραφική µου πολιτικό κήρυγµα γιατί περάσαµε και µια περίοδο πολιτικών και κοµµατικών συνθηµάτων καθώς ήταν τέτοιες οι εποχές. Όταν υπάρχουν µεγάλα κοινωνικά και πολιτικά προβλήµατα δεν σηµαίνει ότι ο καλλιτέχνης µένει αµέτοχος ή αδιάφορος σ'' αυτά. Μπορεί µια κατάσταση να µπαίνει στο έργο σου χωρίς να είναι ορατή. Όταν το κάνεις σηµαία αδυνατίζει η δουλειά σου.

-Ποια ήταν για σας τά σοβαρότερα ιστορικά γεγονότα που ζήσατε;

-Η Κατοχή, µετά το Κίνηµα του 1944 και ο Εµφύλιος Πόλεµος. Στην Κατοχή δεν κινδύνευε µονάχα η ζωή σου. Έβλεπες καθηµερινά εκτελέσεις ή ανθρώπους ξυλιασµένους στο δρόµο από το κρύο και την πείνα που τους φόρτωναν στα ξύλινα καρότσια και τους πήγαιναν για θάψιµο. Παρότι είναι αντιφατικό θα πω ότι εκ των υστέρων ειµαι ευτυχής που πέρασα αυτή την συγκλονιστική περίοδο. Ήταν µια τροµερή εποχή αλλά συγχρόνως διέβλεπες ότι µετά από αυτή την τραγική περίοδο θα αρχίσει µια καλύτερη εποχή. Τότε κάναµε ουρά για να πάρουµε λίγη τροφή. Τώρα κάνουµε ουρά στις δεξιώσεις για φαγοπότι όπου το φαγητό συνήθως είναι υπεράφθονο. Έγώ σήµερα σ'' αυτές τις δεξιώσεις αρνούµαι και δεν παίρνω τίποτα. Να κάνω ουρά τον καιρό της πείνας είναι λογικό αλλά να κάνω ουρά την εποχή της αφθονίας είναι παράλογο και γι'' αυτό Αρνούµαι.