Στις 19 Ιουλίου ο οίκος Artcurial στο Μονακό, προσφέρει όχι μόνο ακριβά διθέσια, αλλά και αντικείμενα από επώνυμους αστέρες που σημάδεψαν τον μηχανοκίνητο αθλητισμό. Στην επερχόμενη δημοπρασία ιστορικές μηχανές που κρατούν τη γοητεία τους έξω από τον χρόνο κι αποτελούν μουσειακά έργα τέχνης με συλλεκτική αξία, προσφέρονται σε τιμές που δεν είναι αστρονομικές. Τόσο οι λάτρεις της αυτοκίνησης, όσο κι αυτοί που αποζητούν επενδυτικές ευκαιρίες, αξίζει να περιηγηθούν στις ψηφιακές σελίδες του νέου καταλόγου. Ανάμεσά τους ξεχωρίσαμε τα εξής αντικείμενα.
Δεν έχει τη λάμψη του αδελφού του, αλλά είναι κι αυτός Σουμάχερ. Ο Ραλφ ξεκίνησε απ' τα καρτ σε ηλικία 3 ετών και ονειρεύτηκε τις νίκες του Μίκαελ στη Formula 1. Όταν ρωτήθηκε σε συνέντευξη «αν θα είχα καταφέρει να φτάσω ως την Φόρμουλα 1 χωρίς τον αδερφό μου; Πιθανώς όχι. Όπως κύλησαν τα πράγματα ήταν αρκετά καλά, απλά δεν πέτυχε». Ο Γερμανός πιλότος ωστόσο είχε και καλές στιγμές. Αρκεί να θυμηθούμε ότι κατόρθωσε μόλις στον τρίτο αγώνα του να κατακτήσει την δεύτερη θέση στο αργεντίνικο Γκραν Πρι και πολλοί έβλεπαν στο πρόσωπό του έναν οδηγό για μεγάλα πράγματα. «Το μονοθέσιο της Γουίλιαμς είχε την ταχύτητα να καταφέρει να διεκδικήσει τον τίτλο το 2000 και το 2001, αλλά ο Φρανκ (Γουίλιαμς) και ο Πάτρικ (Χεντ) ήταν πολύ ξεροκέφαλοι για να συνεργαστούν» ισχυρίζεται ο Γερμανός κάνοντας την αυτοκριτική του, την στιγμή που όπως λέει «η Γουίλιαμς ήταν 30 με 40 χιλιόμετρα την ώρα πιο γρήγορη ακόμη και από την ηγεμονική Φεράρι». Σίγουρα, δεν θα μπορούσε ποτέ να φτάσει τον αδερφό του Μίκαελ πίσω από το τιμόνι ενός μονοθεσίου, γιατί πολύ απλά «αδυνατούσε να φανταστεί τον εαυτό του για πολύ καιρό πίσω από αυτό». Μια στολή αγώνων με το όνομα του Ραλφ Σουμάχερ τη χρονιά του 1998 εκτιμάται 1.000 – 2.000 ευρώ. Είναι από τη δεύτερη σεζόν του πιλότου, οπότε τερμάτισε δέκατος στο παγκόσμιο πρωτάθλημα.
Από τους προσφερόμενους λαχνούς ξεχωρίζει ένα κράνος του Fernando Alonso από το Grand Prix 2017 του Μεξικού και της Βραζιλίας. Όπως φαίνεται και από τη φωτογραφία, είναι υπογεγραμμένο, με ημερομηνία και αφιέρωση. Ο δις παγκόσμιος πρωταθλητής ξεκίνησε να τρέχει στη Formula 1 από το 2001 και υπήρξε από τους κορυφαίους της γενιάς του, κατακτώντας τον τίτλο με την Benetton το 2005 και το 2006. Το πανέμορφο κράνος απευθύνεται σε γερά πορτοφόλια, καθώς εκτιμάται 12.000 – 18.000 ευρώ.
Οι συλλέκτες, μα και όσοι αγαπούν την αυτοκίνηση, θα σταθούν με προσοχή στο τιμόνι του εμβληματικού Νίκι Λάουντα, το οποίο προσφέρεται με πιστοποιητικό γνησιότητας. Μας έρχεται από το ιταλικό Grand Prix του 1983 στη Monza, όπου ο οδηγός δεν ολοκλήρωσε τον αγώνα. Σύμφωνα με πληροφορίες από τον οίκο, ο Niki Lauda είχε προσφέρει αυτό το τιμόνι σε Ιταλό δημοσιογράφο. Είναι σπάνιο να βρείτε αντικείμενα του θρυλικού πιλότου στην αγορά. Το συγκεκριμένο βολάν είναι αλκαντάρα με τρεις ακτίνες, που φέρει την υπογραφή «Lauda» και τον αριθμό MP4 / 53, τοποθετημένο σε μεταλλικό στήριγμα με τα λογότυπα των χορηγών. Εκτιμάται από 7.000 έως 9.000 ευρώ.
Αυτό κι αν είναι δώρο για πιτσιρικά! Ένα παιδικό αυτοκίνητο, κατασκευασμένο όχι οπουδήποτε, αλλά από το εργοστάσιο της Porsche σε κλίμακα (1/2) του μοντέλου 936 με το οποίο κέρδισε ο Jacky Ickx το Le Mans του 1981, εκτιμάται 15.000-20.000 ευρώ. Με αμάξωμα από υαλοβάμβακα, σωληνοειδές τετράγωνο πλαίσιο, κινητήρα Briggs και Stratton 200 cm3 και 5 hp, έχει βάρος 158 κιλά και μέγιστη ταχύτητα 51 km / h. Το μοντέλο διανέμεται από την Porsche σε πολύ λίγα αντίγραφα.
Μια αγέραστη Yamaha του 1967 (AS1 125 Racing) είχε μεγάλο αντίκτυπο όταν πρωτοκυκλοφόρησε, χάρη στην απόδοση του κινητήρα 125cc. Τότε, έφτασε τα 125 χλμ / ώρα κι ως εκ τούτου θεωρήθηκε ως ονειρική βάση για αγώνες. Σε πολύ φροντισμένη κατάσταση προσφέρεται 5.000 έως 7.000 ευρώ.
Εξίσου όμορφη στα μάτια όσων αγαπούν τις μηχανές, δείχνει μια Benelli του 1972 (250 Racing). Η συγκεκριμένη μοτοσικλέτα αγοράστηκε από Ούγγρο συλλέκτη το 2016 στην Έκθεση Tulln στην Αυστρία. Από τότε, η μοτοσικλέτα φυλάσσεται σε γκαράζ και δεν έχει βγει στους δρόμους. Εναπόκειται λοιπόν στον επόμενο ιδιοκτήτη να επανεκκινήσει προσεκτικά τον δίχρονο κινητήρα του ιστορικού πια δικύκλου. Ο όμορφος σχεδιασμός της μηχανής θα μπορούσε επίσης να χρησιμοποιηθεί ως εκλεπτυσμένο διακοσμητικό κομμάτι. Εκτιμάται από τους ανθρώπους του οίκου στα 6.000 – 9.000 ευρώ.
Ακόμη κι όσοι δεν βλέπουν τις μηχανές ως έργα τέχνης, δεν πρόκειται να μείνουν ασυγκίνητοι μπροστά στην κόκκινη Moto Guzzi Airone του 1953. Εμφανίστηκε αμέσως μετά τον πόλεμο και ήταν κομμάτι της κατηγορίας ελαφρών μοτοσικλετών που εισέβαλαν στους δρόμους των ιταλικών πόλεων εκείνη την εποχή. Ο κινητήρας είναι ένας όμορφος, οριζόντιος, τετράχρονος, 250cc, μονός κύλινδρος, τοποθετημένος σε σύνθετο πλαίσιο, κατασκευασμένο από σωλήνες και λαμαρίνα. Ανέπτυξε ισχύ 12 ίππων και πλησίασε 110 χλμ / ώρα, ενώ έχει πλήρως ανακαινιστεί. Η τιμή της εκτιμάται 4.000 έως 7.000 ευρώ.
Περισσότερα για την πώληση του οίκου Artcurial με κλασικά οχήματα και συλλεκτικά αντικείμενα αυτοκίνησης, στον κατάλογο.