Η επένδυση έχει δύο κεντρικούς πυλώνες: την απόδοση και τον χρόνο. Διότι έχει σημασία αφενός το πόσα κερδίζει (ή χάνει) ο επενδυτής, αλλά και το πότε θα τα κερδίσει (ή θα τα χάσει). Αυτό αποκτά μεγαλύτερη σημασία σε περιόδους όπου διαφαίνεται μια έναρξη μεσοπρόθεσμης τάσης από παραμονή σε βραχυπρόθεσμη (ή συσσώρευση τιμών), και το αντίθετο. Και η τρέχουσα περίοδος είναι μια τέτοια.
Τα παραπάνω έχουν άμεση συνάρτηση με τους στόχους του επενδυτή, δηλαδή με το τι ρισκάρει σε σχέση με αυτό που πάει να κερδίσει. Διότι πολύ απλά, είναι άλλο να λέμε «κερδίζει 10% το έτος» και άλλο «κερδίζει 10% το μήνα».
Περνώντας στην τοποθέτηση του επενδυτή σε μετοχικούς τίτλους, πέραν της διασποράς που πρέπει να υπάρχει (δεν αφορά στο παρόν άρθρο), υφίσταται και η αναλογία αναμενόμενου κέρδους-αναμενόμενης ζημίας. Με ενσωμάτωση, λοιπόν, πιθανοτικής προσέγγισης (διότι το μόνο βέβαιο στις επενδύσεις είναι το αβέβαιο), τίθενται κάποιοι ποσοτικοί στόχοι, είτε στο θετικό σενάριο, είτε στο αρνητικό.
Για παράδειγμα, αγοράζουμε τον ΟΤΕ με στόχο να ανέλθει 30%, ή να χάσει 30%, με κάποιες αντίστοιχες πιθανότητες να συμβεί αυτό, έστω 50-50. Αυτό χοντρικά, συνιστά και την ποσοτικοποίηση του κινδύνου, δηλαδή της πιθανότητας να επέλθει η αρνητική έκβαση (το -30%).
Συνήθως, τέτοιες πιθανότητες είναι αδύνατον να μετρηθούν σωστά, λόγω κυρίως της αδυναμίας να εξάγονται ισχυρά στατιστικά συμπεράσματα από την πορεία των τιμών των μετοχών.
Πάντως, όταν υπεισέρχονται ισχυρές ενδείξεις ότι βρισκόμαστε σε μια ανοδική τάση (όπως η τρέχουσα), ή όταν συσσωρεύονται αξιόλογες προβλέψεις και μακροοικονομικά δεδομένα υπέρ των παραπάνω, ισχυροποιείται και η πιθανότητα να ανέλθουν οι τιμές. Στο παράδειγμα του ΟΤΕ, η πιθανότητα 50-50 μπορεί να γίνει 55-45.
Σε κάθε περίπτωση όμως, το «πόσο» θα ανέλθει (και με τι πιθανότητες) είναι το ένα ερώτημα. Το άλλο είναι το «πότε», και πολλές φορές είναι κρισιμότερο. Τούτο πολλές φορές μεταφράζεται ως «μεσοπρόθεσμος» ή «βραχυπρόθεσμος» επενδυτής, πάντως το καίριο σημείο είναι το πόση υπομονή θα απαιτηθεί στη διακράτηση θέσης.
Και αυτό είναι δυσκολότερο να αναγνωσθεί σε χρηματιστηριακές περιόδους, όπου μια μακρά «αδιάφορη» παραμονή εντός εύρους τιμών ξαφνικά μετατρέπεται σε τάση, είτε ανοδική, είτε καθοδική.
Εκεί, ο επενδυτής οφείλει να αναθεωρήσει τους στόχους, και να θέσει άλλα όρια τιμών. Να μην μπερδέψει έναν βραχυπρόθεσμο στόχο στο κέρδος με έναν μακροπρόθεσμο στόχο στην άμυνά του. Για παράδειγμα, να μην βιαστεί να πάρει ένα κέρδος 30% στον ΟΤΕ, αλλά να αναμένει να ρευστοποιήσει στο -60%.
Το αντίθετο επίσης ισχύει: ένα stop loss της τάξης του -10% δεν μπορεί να σταθεί σε μεσοπρόθεσμο στόχο του +60%.
Στην παρούσα φάση, έχουμε μεταστροφή σε μεσοπρόθεσμους στόχους. Η οικονομία δείχνει αφενός να αναρρώνει, αφετέρου να έχει μπροστά της ανοιχτό δρόμο ανάπτυξης. Το διεθνές κλίμα συνεπικουρεί.
Και με τη γενικότερη πεποίθηση ότι ο τρόπος απορρόφησης των δεδομένων και η ορθολογική αντιμετώπιση των προβλημάτων που προκύπτουν (ή/και θα προκύπτουν) έχουν αποκτήσει πλέον θετική χροιά, οι επενδυτικοί στόχοι τίθενται μακρύτερα τόσο στο «πόσο», όσο και στο «πότε».
* Αποποίηση Ευθύνης: Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, καμία διασφάλιση δε δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.