Ίσως ο πιο καυτός φάκελος που περιμένει πάνω στο Οβάλ Γραφείο του Λευκού Οίκου, τον επόμενo ή την επόμενη Πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, είναι αυτός που αφορά το Χρέος και το Έλλειμμα των ΗΠΑ. Η διαχείριση του υπερβολικού χρέους και ο έλεγχος του ετησίου ελλείμματος, αποτελούν τα δύο βασικά καθήκοντα του Λευκού Οίκου για την επόμενη τετραετία.
Η ουσιαστική παρέμβαση του Λευκού Οίκου στο θέμα του Χρέους των ΗΠΑ, κρίνεται απαραίτητη, αφού οι μέχρι τώρα ετήσιες νομοθετικές παρεμβάσεις σχετικά με την αύξηση του «ταβανιού» του Χρέους, είναι περισσότερο αποτέλεσμα ενός εξαντλητικού «power game» ανάμεσα στους Ρεπουμπλικανούς και στους Δημοκρατικούς και λιγότερο το αποτέλεσμα μιας οριστικής αντιμετώπισης του προβλήματος. Ενός εξαντλητικού παζαριού, μέσω του οποίου, διευθετούνται άλλα θέματα και επιλύονται άλλες διαφορές, με την ουσία του προβλήματος να παραμένει άθικτη.
Το γεγονός ότι σύμφωνα με την έκθεση του «Financial Report of the United States Government» η σχέση Χρέους προς ΑΕΠ θα φτάσει στο 200% μέχρι το 2047 και στο 531% μέχρι το 2098 και σύμφωνα με το «American Enterprise Institute» η σχέση Χρέους προς ΑΕΠ, θα φτάσει το 132% ως το 2032, το 268% ως το 2053 και το 785% ως το 2095, δείχνει ότι ο συναγερμός έχει ήδη ηχήσει.
Όπως είχε αναφέρει και ο καθηγητής Γιώργος Ατσαλάκης εδώ, το χρέος των ΗΠΑ έχει φτάσει τα 34,8 τρισεκατομμύρια δολάρια. Το πρόβλημα είναι ότι οι ΗΠΑ δεν μπορούν να το αποπληρώσουν. Για το οικονομικό έτος έως τώρα, η κυβέρνηση έχει έσοδα 3,29 τρισεκατομμύρια δολάρια και δαπάνες 4,5 τρισεκατομμύρια δολάρια, με αποτέλεσμα, ένα έλλειμμα 1,2 τρισεκατομμυρίων δολαρίων. Το 21% των δαπανών αφορά την Κοινωνική Ασφάλιση, το 14% το Medicare και το 13% τις πληρωμές τόκων για το χρέος. Οι πληρωμές τόκων αναμένεται να αυξηθούν, προκαλώντας ακόμη μεγαλύτερα ελλείμματα.
Οπότε η πρόσφατη δήλωση του υποψήφιου προέδρου Ντόναλντ Τραμπ στο Bloomberg, σχετικά με την ανάθεση του υπουργείου Οικονομικών στον πιο εμβληματικό και ικανό τραπεζίτη του πλανήτη, που δεν είναι άλλος από τον CEO της JPMorgan, Τζέιμι Ντάιμον, χαροποίησε τις αγορές. Αφ’ ενός διότι είναι ένας άνθρωπος που γνωρίζει όσο λίγοι τους κανόνες της πραγματικής οικονομίας και αντιπαθεί τον λαϊκισμό. Και αφ’ ετέρου διότι ο Τζέιμι Ντάιμον, είναι ένα πρόσωπο κοινής αποδοχής. Αφού τόσο ο Ντόναλντ Τραμπ στην προηγούμενη εκλογή του το 2016, όσο και ο Τζο Μπάιντεν το 2020, τον είχαν προσεγγίσει για να αναλάβει το υπουργείο Οικονομικών.
Ωστόσο, πριν από λίγες ημέρες ο Ντόναλντ Τραμπ στο προσωπικό λογαριασμό του στο Truth Social, έγραψε ότι «δεν γνωρίζω ποιος το είπε ή από που διαδόθηκε, ίσως από τη Ριζοσπαστική Αριστερά, αλλά εγώ δεν έχω σκεφτεί ή συζητήσει, αν ο Τζέιμι Ντάιμον ή ο Λάρι Φινκ αναλάβουν υπουργοί Οικονομικών».
Πράγματι. Αναφορά στον Λάρι Φινκ που είναι ο CEO της Blackrock, ο Ντοναλντ Τραμπ δεν είχε κάνει, στην επίμαχη συνέντευξη του στο Bloomberg. Όσον αφορά τον Τζέιμι Ντάιμον, ενώ αρχικά τον περασμένο Νοέμβριο ο Ντόναλντ Τραμπ τον είχε χαρακτηρίσει ως «υπερτιμημένο οπαδό της παγκοσμιοποίησης» όταν αυτός είχε υποστηρίξει στις προκριματικές εκλογές τη Νίκι Χέιλι, στη συνέντευξη του στο Bloomberg είχε αναφερθεί στο πρόσωπο του με θέρμη. Στο μεσοδιάστημα ο Ντάιμον είχε αναφερθεί σε θετικά σημεία της ατζέντας των Ρεπουμπλικανών και του «Make America Great Again».
Πάντως, η απόρριψη της υποψηφιότητας του Τζέιμι Ντάιμον για τη θέση του υπουργού Οικονομικών, που ο ίδιος ο Ντόναλντ Τραμπ είχε προτείνει, είναι προβληματική. Κατά πρώτον διότι ο Ρεπουμπλικανός υποψήφιος, ξέχασε ότι ο ίδιος τον είχε προτείνει και κατά δεύτερον διότι χαρακτήρισε τη «σχετική πηγή» ως προερχόμενη από τη Ριζοσπαστική Αριστερά. Το όλο σκηνικό προβληματίζει ιδιαίτερα, όσον αφορά την επόμενη ημέρα στο Λευκό Οίκο. Διότι δεν δείχνει ευθυκρισία, ή έστω και αχνή ταύτιση του CEO της JPMorgan με τη Ριζοσπαστική Αριστερά, από την πλευρά του Ντόναλντ Τραμπ.