Η αμερικανική επενδυτική κοινότητα δεν είναι θορυβημένη, τόσο από την υποχώρηση των ρυθμών ανάπτυξης, την αύξηση της νεανικής ανεργίας και τα προβλήματα των περιφερειακών τραπεζών και των εταιρειών οικιστικής ανάπτυξης, της Κίνας.
Είναι θορυβημένη κυρίως από την απουσία οικονομικής και επιχειρηματικής διαφάνειας και από την απουσία πιστοποιημένης χρηματοοικονομικής και λογιστικής πληροφόρησης, που έχουν καταστήσει την Κίνα μια «έρημο πληροφόρησης», όπως ανέφερε προ ημερών σε συνέντευξη του ο Shehzad Qazi, Managing Director της China Bieze Book International. «Information desert» χαρακτήρισε την Κίνα, υποσημειώνοντας πως οι αρνητικές επιπτώσεις από αυτήν την κατάσταση αφορούν κυρίως τις αμερικανικές επενδύσεις σε κινεζικές εταιρείες αλλά και σε εταιρείες αμερικανικών συμφερόντων που δραστηριοποιούνται στην Κίνα.
Tα ερωτήματα και οι ενστάσεις που τίθενται πλέον από την αμερικανική επενδυτική κοινότητα που έχει έκθεση στην Κίνα, δεν έχει να κάνει ούτε με τον κλιμακούμενο εμπορικό πόλεμο ανάμεσα στις ΗΠΑ και στην Κίνα, ούτε με την διαμάχη για την κατάκτηση της πρωτοκαθεδρίας στον χώρο της Τεχνητής Νοημοσύνης.
Έχει να κάνει με την απουσία οικονομικών στοιχείων, ή και την δημοσίευση παραποιημένων χρηματοοικονομικών δεδομένων. Με αποτέλεσμα οι θεσμικοί επενδυτές και οι τράπεζες να μην έχουν μια καθαρή εικόνα της πορείας των επενδύσεων τους, αφού οι Κινεζικές ρυθμιστικές, εποπτικές και ελεγκτικές αρχές, απλά δεν κάνουν τη δουλειά τους. Σε αντίθεση με τις αρχές της SEC στη Νέα Υόρκη που άρχισαν να διεξάγουν μετά από πολύ καιρό, ενδελεχείς ελέγχους στα λογιστικά βιβλία των κινεζικών εταιρειών που είναι εισηγμένες στη Wall Street.
Και ενώ ακόμα κι η υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ Janet Yellen στην πρόσφατη επίσκεψη της στην Κίνα, προσπάθησε να δομήσει ένα νέο κλίμα εμπιστοσύνης ανάμεσα στον Λευκό Οίκο και στο Πεκίνο, τα αμερικανικά επιχειρηματικά συμφέροντα, συνεχίζουν να αναζητούν νέους πιο φιλικούς και ασφαλείς επενδυτικούς προορισμούς, όπως είναι για παράδειγμα η Ινδία.
Ήδη πολλές μονάδες υψηλής τεχνολογίας στον χώρο των chips και των κινητών τηλεφώνων, έχουν μεταφέρει τις μονάδες τους στην Κίνα. Και αυτό δεν είναι αδόκιμο. Οι Ινδοί φημίζονται για το υψηλό γνωστικό επίπεδο που διαθέτουν στην ψηφιακή τεχνολογία. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο το γεγονός πως αρκετοί CEO που ηγούνται των αμερικανικών ψηφιακών κολοσσών είναι ινδικής καταγωγής. Οπότε η Ινδία κατέχει μια σημαντική θέση σε αυτό που ονομάζουμε «οικονομία της γνώσης». Παράλληλα είναι μια οικονομία που συνεχίζει να αναπτύσσεται με ρυθμούς της τάξης του 6%, όταν η Κίνα αναπτύσσεται προς το παρόν με 5,4%, με σαφείς τάσεις αποκλιμάκωσης και αρκετά χαμηλότερα από τις αρχικές εκτιμήσεις του 7,3%.
Όπως βλέπουμε και στο ακόλουθο γράφημα η διαφορά στην ανάπτυξη της Ινδίας από την αντίστοιχη της Κίνας θα συνεχιστεί και μέσα στο 2024.
Η υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ Janet Yellen επισκέπτεται για τρίτη φορά μέσα στο 2023, την Ινδία, με σκοπό την ανάπτυξη μιας ειδικής προγραμματικής συμφωνίας που θα συνδυάζει χρηματοδοτήσεις χαμηλού κόστους, μεγιστοποίηση των ιδιωτικών επενδύσεων και υιοθέτηση συνθηκών fast track σε επενδύσεις σχετικές με την ψηφιακή τεχνολογία, με τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και την αποκατάσταση της παγκόσμιας εφοδιαστικής αλυσίδας.
Είχε προηγηθεί η υπογραφή κι άλλων συμφωνιών ανάμεσα στις δυο χώρες τον περασμένο Ιούνιο στην Ουάσιγκτον που αφορούσαν θέματα «κρίσιμων» και «αναδυόμενων» τεχνολογιών «Initiative on Critical and Emerging Technology (iCET)», θέματα αμυντικά και θέματα διαστημικής τεχνολογίας ανάμεσα στη NASA και στην ISRO, «U.S.-India Defense Acceleration Ecosystem (INDUS-X)», καθώς και θέματα ψηφιακής τεχνολογίας «Semiconductor Supply Chain and Innovation Partnership».
Οι αναπτυσσόμενοι δεσμοί ΗΠΑ – Ινδίας δεν βρίσκονται μόνο σε υψηλό διακρατικό επίπεδο. Σημαντικότατες συνεργασίες υπογράφονται και σε εταιρικό και επενδυτικό επίπεδο. Για παράδειγμα, εγκαινιάστηκαν συνεργασίες ανάμεσα στις India’s Bharat 6G Alliance και U.S. Next G Alliance, που χρηματοδοτείται από τη γνωστή –σε εμάς λόγω της ΟΝΕΧ– International Development Finance Corporation (DFC), ανάμεσα στο India’s Center for Development of Advanced Computing (C-DAC) και στο U.S. Accelerated Data Analytics & Computing (ADAC) Institute, ανάμεσα στην General Electric και στην Hindustan Aeronautics Limited, ανάμεσα στην Boeing και την Air India, ανάμεσα στην Nuclear Power Corporation of India Limited (NPCIL) και στην Westinghouse Electric Company (WEC) για την κατασκευή έξι πυρηνικών σταθμών στην Ινδία.
Φαίνεται πως ο Λευκός Οίκος αντιμετωπίζει την Ινδία σαν ένα αξιόπιστο οικονομικό και γεωπολιτικό συνεργάτη. Γεγονός που δίνει το πράσινο φως σε μια σειρά από επενδυτές που δεν θέλουν να επωμιστούν το ρίσκο που συνοδεύει τις επενδύσεις στην Κίνα, αλλά προτιμούν τα ηρεμότερα τοπία της Ινδίας.