Τα… πράγματα στη θέση τους έβαλε η απόφαση-έκπληξη της Moody’s να προχωρήσει σε διπλή αναβάθμιση του ελληνικού αξιόχρεου το βράδυ της Παρασκευής. Κατ’ αρχάς, έφτασε την αξιολόγηση της Ελλάδας στο τελευταίο σκαλί πριν την επενδυτική βαθμίδα, κλείνοντας την ψαλίδα με τις Fitch και S&P. Η διαφορά των τριών αξιολογήσεων είναι ότι η S&P δίνει θετικό outlook και επομένως είναι η επικρατέστερη να γίνει τον Οκτώβριο ο δεύτερος οίκος που μας δίνει την επενδυτική βαθμίδα, μετά την DBRS.
Ταυτόχρονα και με φόντο τις εκλογές του περασμένου Ιουνίου, η Moody’ s έδωσε έστω καθυστερημένα τα εύσημα στην ελληνική κυβέρνηση για τις μεταρρυθμίσεις και τη συνετή δημοσιονομική πολιτική. Με τη διπλή αναβάθμιση δεν διόρθωσε κάποιο λάθος καθώς ο οίκος είχε πρόθεση να αναβαθμίσει νωρίτερα την Ελλάδα, όμως ανησυχούσε για τις πολιτικές εξελίξεις. Γι’ αυτό αποφάσισε την περασμένη άνοιξη να τηρήσει στάση αναμονής.
Μετά το σχηματισμό αυτοδύναμης κυβέρνησης ήταν δεδομένο ότι θα προχωρούσε σε κάποια κίνηση. Αν και δεν είναι συνηθισμένη η διπλή αναβάθμιση (η Moody’ s το έχει ξανακάνει στο παρελθόν), τελευταία ακουγόταν στην αγορά η πιθανότητα, λόγω της μεγάλης διαφοράς από τους υπόλοιπους οίκους. Όμως και πάλι το βασικό σενάριο έκανε λόγο για μία «απλή» αναβάθμιση.
Πρόκειται, λοιπόν, για ένα ξεκάθαρο μήνυμα τόσο προς την ελληνική κυβέρνηση όσο και προς τις αγορές: όσο θα συνεχίζονται οι μεταρρυθμίσεις και οι συνετές δημοσιονομικές πολιτικές, τόσο η Ελλάδα θα βελτιώνει το προφίλ της και οι επενδυτές θα την επιλέγουν. Τουλάχιστον για την επόμενη τετραετία, η οποία χαρακτηρίζεται και από την υλοποίηση των έργων του Ταμείου Ανάκαμψης, ο οίκος περιμένει πολύ καλές οικονομικές επιδόσεις με την ετήσια ονομαστική μεγέθυνση του ΑΕΠ να τοποθετείται στο 5% έως το 2027.
Η Moody’ s θεωρεί ότι η ελληνική οικονομία, τα δημόσια οικονομικά, οι θεσμοί και το τραπεζικό σύστημα βιώνουν βαθιές αλλαγές που θα υποστηρίξουν την συνεχή βελτίωση της πιστοληπτικής ικανότητας και την ανθεκτικότητα σε πιθανές μελλοντικές αναταράξεις.
«Ειδικότερα, η κοινοβουλευτική πλειοψηφία της κυβέρνησης μετά τις εκλογές του Ιουνίου παρέχει υψηλό βαθμό ασφάλειας τόσο για την πολιτική σταθερότητα, όσο και για τις πολιτικές που θα εφαρμοστούν στα επόμενα τέσσερα χρόνια, ενισχύοντας την εν εξελίξει εφαρμογή παλαιότερων μεταρρυθμίσεων και τον σχεδιασμό νέων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, γεγονός που υποστηρίζει την προσδοκία της Moody’ s για περαιτέρω οικονομική και δημοσιονομική ενίσχυση», σημειώνεται στην ανακοίνωση.
Μία ακόμη παράμετρος της διπλής αναβάθμισης είναι ότι ασκεί πιέσεις σε S&P και Fitch να δώσουν πρώτες το εισιτήριο για τα επενδυτικά σαλόνια της κορυφαίας κατηγορίας αξιολόγησης. Μπορεί να ακούγεται περίεργο κι όμως οι οίκοι αξιολόγησης τα έχουν αυτά μεταξύ τους. Οι σταθερές προοπτικές δεν προμηνύουν άμεσα νέα αναβάθμιση αλλά στην περίπτωση που δεν υπάρξει κάποιο απρόβλεπτο αρνητικό συμβάν, η Moody’ s αναμένεται να δώσει τελευταία την επενδυτική βαθμίδα στην Ελλάδα μέσα στο 2024.
Μπορούσε η Moody’s να μας δώσει την επενδυτική βαθμίδα από τώρα; Όχι. Για όσους έχουν την παραμικρή γνώση για το πώς αποφασίζουν οι οίκοι αξιολόγησης και για όσους έχουν παρακολουθήσει την εξέλιξη της ελληνικής κρίσης χρέους της περασμένης δεκαετίας (και το πως μας αντιμετώπιζαν τότε οι οίκοι), είναι ξεκάθαρο ότι μία τριπλή αναβάθμιση - που χρειαζόταν να αποφασίσει η Moody’ s για να μας δώσει την επενδυτική βαθμίδα – θα ήταν πρωτοφανής. Ο συγκεκριμένος οίκος φημίζεται για την αυστηρότητά του και έχει τηρήσει μία πιο επιφυλακτική στάση σε ό,τι αφορά την ικανότητα και την πρόθεση των ελληνικών κυβερνήσεων να βάλουν σε τάξη τα οικονομικά και να διασφαλίσουν την αναπτυξιακή δυναμική της χώρας.
Στην παρούσα συγκυρία, βλέπει ότι ανοίγονται νέοι αναπτυξιακοί ορίζοντες αλλά περιμένει τη μεγάλη δικαστική μεταρρύθμιση καθώς και περαιτέρω ενδείξεις αποτελεσματικής διαχείρισης των κόκκινων δανείων και συνέχισης της δημοσιονομικής πειθαρχίας.