Την ώρα που οι διεθνείς αγορές περιμένουν με αγωνία τη μείωση των βασικών επιτοκίων σε Ευρώπη και Αμερική από το 4% και 5,25-5,50% αντίστοιχα, η τουρκική οικονομία καλείται να λειτουργήσει με επιτόκιο της τάξης του 50%. Βλέπετε, η καθυστερημένη αντίδραση του Ερντογάν στην ανάφλεξη του πληθωρισμού δεν αφήνει άλλα περιθώρια στην κεντρική τράπεζα της Τουρκίας, παρά μόνο να αυξήσει τα επιτόκια μέχρι να σκοτώσει εντελώς τη ζήτηση και να σταματήσει τις ανατιμήσεις.
Η νέα εκτόξευση του πληθωρισμού στο 67,1% τον Φεβρουάριο – που είναι υψηλό 15 μηνών - και η αναμενόμενη ταχύτερη διολίσθηση της τουρκικής λίρας μετά τις δημοτικές εκλογές στο τέλος του μήνα, εκτιμάται ότι θα φέρουν νέα αύξηση των επιτοκίων στο 52,50% τον Απρίλιο.
Τι σημαίνουν όλα αυτά για τους Τούρκους πολίτες και την οικονομία; Αρκεί να πούμε ότι τα επιτόκια των πιστωτικών καρτών διαμορφώνονται σε 5% μηνιαίως, που συνεπάγεται περίπου 80% επιτόκιο το χρόνο που ανεβαίνει στο 130% ετησίως, αν συμπεριληφθούν και οι φόροι.
H κατάσταση είναι απλά τραγική και κανείς δεν μπορεί να τα βγάλει πέρα με το χρήμα να είναι τόσο ακριβό. Ενδεικτική είναι και η ζήτηση για δολάρια και χρυσό, καθώς οι Τούρκοι δεν θέλουν να έχουν στην κατοχή τους λίρες, από τη στιγμή που η αξία τους μειώνεται καθημερινά.
Οι υπαίθριες αγορές των μεγαλουπόλεων έχουν μετατραπεί σε… χρηματιστήρια. Όχι τόσο για τα περίφημα παζάρια των τιμών αλλά για τις διαπραγματεύσεις σχετικά με το νόμισμα στο οποίο θα γίνει η κάθε συναλλαγή. Οι «traders» των παζαριών ζητούν δολάρια και χρυσό, ενώ και τα ευρώ έχουν την τιμητική τους.
Οποιοδήποτε ξένο νόμισμα θεωρείται καλύτερο από την τουρκική λίρα για τους καταστηματάρχες, αφού η λίρα συνεχώς διολισθαίνει τα τελευταία χρόνια. Οι Τούρκοι δεν έχουν καμία εμπιστοσύνη στο νόμισμα της χώρας και στην ουσία η δολαριοποίηση της οικονομίας δεν έχει σταματήσει, παρά το φιλόδοξο σχέδιο προστασίας των καταθέσεων από τη διολίσθηση της λίρας, το οποίο κοστίζει αρκετά δισεκατομμύρια δολάρια στην κυβέρνηση Ερντογάν.
Η τουρκική οικονομία σήμερα δεν είναι μία κανονική οικονομία. Λειτουργεί με γραμμές παροχής ρευστότητας από χώρες-συμμάχους, όπως η Κίνα και το Κατάρ, η ακρίβεια έχει φτωχοποιήσει σε πολύ μεγάλο βαθμό την πλειονότητα των Τούρκων πολιτών, οι εμπορικές σχέσεις με τη Ρωσία έφεραν κυρώσεις και η «μαύρη» οικονομία έχει ξεπεράσει το 30% του ΑΕΠ. Δεν χρειάζεται καν να πούμε για τις μικρότερες και απομακρυσμένες πόλεις της Τουρκίας όπου το υψηλό κόστος μεταφοράς αγαθών φέρνει αυξήσεις στις τιμές σχεδόν καθημερινά.
Η άλλη πλευρά του νομίσματος, είναι αυτή των υψηλών ρυθμών ανάπτυξης στους οποίους ποντάρει ο Τούρκος πρόεδρος. Το τουρκικό ΑΕΠ εκτιμάται πως αναπτύχθηκε κατά 4,5% το 2023, με ώθηση από τα μέτρα στήριξης της κυβέρνησης και τις αυξήσεις σε μισθούς και συντάξεις πριν τις προεδρικές εκλογές του Μαΐου.
Όμως, όπως τονίζει το Economics Observatory, η αύξηση του κατώτατου μισθού δεν έχει καταφέρει να μετριάσει τη φτώχεια, η οποία πλέον είναι αισθητή και στα μεγάλα αστικά κέντρα, αποδεικνύοντας ότι ο Ερντογάν πρέπει να προχωρήσει σε ριζικές αλλαγές.
Μία άλλη πτυχή της τουρκικής οικονομίας σχετίζεται με τη Ρωσία. Το 2022 η Ρωσία αναδείχθηκε ως ο κορυφαίος εμπορικός εταίρος της Τουρκίας με το διμερές εμπόριο να διπλασιάζεται στα 68,2 δισ. δολάρια. Η στενή σχέση των δύο χωρών συνεχίστηκε και το 2023, με αποτέλεσμα να υποστούν κυρώσεις τουρκικές εταιρείες που παρείχαν τεχνολογία, αγαθά και υπηρεσίες στη Ρωσία. Πρόκειται για μία εστία προβλημάτων για την Τουρκία, την ώρα που λόγω της οικονομικής κρίσης, τα πιο λαμπρά μυαλά της χώρας αναζητούν μία καλύτερη ζωή στο εξωτερικό.
Σύμφωνα με το Economics Observatory και τον καθηγητή, Cevat Giray Aksoy, η Τουρκία βρίσκεται σε κρίσιμο σταυροδρόμι. Δεν χρειάζονται μόνο μέτρα για την καταπολέμηση του πληθωρισμού αλλά και μία συνολική επαναξιολόγηση του οικονομικού της μοντέλου, του τεχνολογικού περιβάλλοντος και της κοινωνικής ισότητας.
Από καθαρά οικονομοτεχνικής άποψης, η Citi εκτιμά πως η απροσδόκητη αύξηση των επιτοκίων στο 50% αποτελεί μία σωστή κίνηση για την αντιμετώπιση των μεγάλων εξωτερικών και εσωτερικών ανισορροπιών της Τουρκίας. Η συνεχιζόμενη διολίσθηση της λίρας, η άνοδος του πληθωρισμού τον Φεβρουάριο, η μείωση των συναλλαγματικών αποθεμάτων και οι ασθενείς εισροές επενδύσεων στηρίζουν την κίνηση.
Ενώ η αύξηση των επιτοκίων κατά 500 μονάδες βάσης δικαιολογείται από την επιδείνωση των προοπτικών του πληθωρισμού, η Citi σημειώνει ότι η σύσφιξη της πολιτικής από την Κεντρική Τράπεζα της Τουρκίας, οφείλεται και στις πρόσφατες εξελίξεις στο πεδίο των συναλλαγματικών αποθεμάτων και της συναλλαγματικής ισοτιμίας της λίρας.