Δεν είναι μόνο ο πόλεμος Ισραήλ-Χαμάς που ανησυχεί την επενδυτική κοινότητα και προκαλεί φόβους για την παγκόσμια οικονομία.
Οι κορυφαίοι επιχειρηματίες του πλανήτη δείχνουν να ανησυχούν το ίδιο για την έκρυθμη κατάσταση που επικρατεί μεταξύ Κίνας και Ταϊβάν, με φόντο την επιρροή των Αμερικανών στη χώρα που κατασκευάζει τα πιο προηγμένα, και απαραίτητα για τις νέες τεχνολογίες όπως η Τεχνητή Νοημοσύνη, τσιπάκια. Το θέμα άλλωστε της Ταϊβάν βρίσκεται στην κορυφή της ατζέντας της συνάντησης Μπάιντεν - Σι.
Αν σε αυτές τις δύο εστίες αβεβαιότητας προστεθούν και οι συνεχιζόμενες επιπτώσεις του πολέμου στην Ουκρανία και κυρίως η κόντρα Ρωσίας - ΝΑΤΟ, τότε οι παγκόσμιες αγορές έχουν μπροστά τους μία τριπλή γεωπολιτική απειλή η οποία θα μπορούσε να ανατρέψει τα πάντα.
Από τη στιγμή, μάλιστα, που οι κεντρικές τράπεζες έχουν θεωρητικά φτάσει στο αποκορύφωμα των επιτοκιακών αυξήσεων, οι ισχυροί του επιχειρηματικού κόσμου στρέφουν το βλέμμα στους γεωπολιτικούς κινδύνους και στο νέο τοπίο που ενδέχεται να διαμορφωθεί παγκοσμίως. Μην ξεχνάμε ότι στο σενάριο γενίκευσης του πολέμου στη Μέση Ανατολή και εμπλοκής του Ιράν, υπάρχουν προβλέψεις που στέλνουν σε ιστορικά υψηλά το πετρέλαιο, πάνω από τα 150 δολάρια και σε επίσης ιστορικά υψηλά το φυσικό αέριο, πάνω από τα 360 ευρώ.
Πρόκειται για σενάριο τρόμου, αλλά είναι ενδεικτικό του πόσο επηρεάζουν την οικονομία οι γεωπολιτικές ανησυχίες. Μην ξεχνάμε, επίσης, ότι στον απόηχο της επίσκεψης της Νάνσυ Πελόζι στην Ταϊβάν στις αρχές Αυγούστου του 2022, οι τιμές του πετρελαίου σημείωσαν ακαριαία πτώση 15%. Διότι οι αγορές φοβήθηκαν ότι η Κίνα θα αντιδρούσε, είτε μπλοκάροντας την τροφοδοσία της νησιωτικής χώρας με πετρέλαιο, είτε ακόμη εισβάλλοντας στην Ταϊβάν με αποτέλεσμα να προκληθούν τεράστια προβλήματα για την παγκόσμια οικονομία.
Σύμφωνα με την πιο πρόσφατη έρευνα Global Risk Survey, της Oxford Economics, για το δ’ τρίμηνο του 2023, η τριπλή γεωπολιτική απειλή θα συντηρεί για καιρό το κλίμα αβεβαιότητας και κάνει πιο απαισιόδοξες τις επιχειρήσεις για τις προοπτικές της παγκόσμιας ανάπτυξης. Οι επιχειρήσεις κατεβάζουν τον πήχη για την ανάπτυξη του παγκόσμιου ΑΕΠ το 2023 στο 2,2% και για το 2024 στο 1,9%, επίπεδα που θυμίζουν την κρίση στις αρχές του 2000.
Το πόσο σημαντικά είναι τα ευρήματα της έρευνας για τις παγκόσμιες αγορές επιβεβαιώνεται από το μέγεθός της. Σωρευτικά οι επιχειρήσεις που συμμετείχαν απασχολούν περίπου 6 εκατομμύρια εργαζόμενους και εμφανίζουν τζίρο που αγγίζει τα 2 τρισ. δολάρια. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε αμέσως μετά το τρομοκρατικό χτύπημα της Χαμάς και έτρεξε μεταξύ 11-27 Οκτωβρίου.
Σχεδόν τα 2/5 από τις συνολικά 130 μεγάλες επιχειρήσεις που έλαβαν μέρος στην έρευνα, εκτιμούν ότι οι εξελίξεις στη Μέση Ανατολή αποτελούν μία πολύ σημαντική απειλή για την παγκόσμια οικονομία, όχι μόνο τώρα αλλά και για την επόμενη πενταετία. Αξιοσημείωτο είναι επίσης το γεγονός ότι οι ανησυχίες για το πως θα εξελιχθούν οι σχέσεις Κίνας-Ταϊβάν, είναι εφάμιλλες με αυτές για τη Μέση Ανατολή. Συνολικά, το 46% των ερωτηθέντων πιστεύει ότι οι εντάσεις στη Μέση Ανατολή και μεταξύ Κίνας-Ταϊβάν και Ρωσίας-ΝΑΤΟ, είναι ο κυριότερος κίνδυνος.
Παράλληλα, μερικές από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις του πλανήτη συνεχίζουν να ανησυχούν για τον πληθωρισμό, αναμένοντας νέες ανατιμήσεις το 2024 οι οποίες θα κάνουν ακόμη πιο επίμονο τον πληθωρισμό με αποτέλεσμα να διατηρηθούν τα επιτόκια υψηλότερα για ακόμη μεγαλύτερο διάστημα.
Περιορισμένες είναι οι ανησυχίες για νέα τραπεζική κρίση, ένα θέμα που είχε προκύψει την περασμένη άνοιξη με τα διαδοχικά τραπεζικά λουκέτα περιφερειακών τραπεζών στις ΗΠΑ, αλλά δείχνει να εξασθενεί τους τελευταίους μήνες. Οι οικονομικές αδυναμίες της Κίνας είναι επίσης ένα φλέγον ζήτημα, ενώ η κλιματική αλλαγή εμφανίζεται ως ο επόμενος μεγάλος κίνδυνος αλλά ανησυχεί λιγότερο σε σύγκριση με την αντίστοιχη έρευνα του Ιουλίου.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι αγορές έχουν τρέξει ένα πολύ σημαντικό ανοδικό σερί στις τελευταίες 11 συνεδριάσεις, η αρχή του οποίου συμπίπτει με το τέλος της έρευνας. Η έρευνα ολοκληρώθηκε την Παρασκευή 27 Οκτωβρίου και το ράλι ξεκίνησε τη Δευτέρα 30 Οκτωβρίου. Όπως και να’ χει, οι γεωπολιτικές εντάσεις δείχνουν να παίρνουν τα ηνία από την πανδημία, την ενεργειακή κρίση και την ακρίβεια και σε αυτές θα επικεντρωθεί το ενδιαφέρον της επενδυτικής κοινότητας προσεχώς.