Αποδίδουν οι κυρώσεις; Η περίπτωση του Κατάρ

Αποδίδουν οι κυρώσεις; Η περίπτωση του Κατάρ

Του Δρ. Σπυρίδωνος Πλακούδα*

Αποδίδουν οι Κυρώσεις;

Η εν εξελίξει κρίση στον Περσικό Κόλπο ανακινεί μια εκ των κρισιμότερων διαμαχών στην επιστήμη των Διεθνών Σχέσεων: αποδίδουν οι κυρώσεις εν τέλει; Οι κυρώσεις, εν ολίγοις, αποτελούν την «μέση οδό» μεταξύ «σφαιρών» (πόλεμος) και «λόγων» (διπλωματία) και εφαρμόζονται κλιμακωτά ούτως ώστε να προκαλέσουν «αυξανόμενο πόνο» στον αντίπαλο και, ως εκ τούτου, να υπαγορεύσουν μια επιθυμητή αλλαγή στην (εξωτερική ή εσωτερική) πολιτική του. Εντός ενός διεθνούς συστήματος όπου η προσφυγή στη βία απαγορεύεται ρητώς (άρθρο 2(4) του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ), οι κυρώσεις ακολούθως χρησιμοποιούνται με γεωμετρική πρόοδο μετά το 1945 – όχι, πάντοτε, επιτυχώς. Εν προκειμένω, το Ιράν και η Ρωσία αποτελούν δύο εκ διαμέτρου αντίθετες περιπτώσεις στον 21ο αιώνα ως προς την έκβαση των κυρώσεων: η Τεχεράνη υπέκυψε αλλά η Ρωσία όχι. Γιατί όμως;

Παραδόξως, η περίπτωση του Ιράν αποτελεί την εξαίρεση στον κανόνα. Όντως, οι κυρώσεις μόνο σε ποσοστό 20 έως 30% αποδίδουν τα δέοντα – ένα φαινόμενο που στη βιβλιογραφία των Διεθνών Σχέσεων ονομάζεται το «παράδοξο των κυρώσεων» (sanctions paradox). Γιατί όμως; Η απάντηση έγκειται στον τύπο των κυρώσεων. Οι πλήρεις κυρώσεις, ήτοι οι κυρώσεις που τοποθετούν μια χώρα σε «καραντίνα» erga omnes, παραδόξως υστερούν έναντι των επιλεκτικών κυρώσεων, ήτοι οι κυρώσεις που στοχοποιούν συγκεκριμένες δραστηριότητες (ή πρόσωπα) μιας χώρας. Που οφείλεται αυτό; Οι πλήρεις κυρώσεις, ως επί το πλείστον σε χρήση εναντίον των «κρατών-παριών» (rogue states) όπως η Βόρεια Κορέα, συνήθως χαλυβδώνουν την θέληση για αντίσταση της (σκληροπυρηνικής) ηγεσίας της χώρας υπό καραντίνα και την ωθούν σε ακραίες συμπεριφορές (π.χ. εντατικοποίηση του προγράμματος ανάπτυξης όπλων μαζικής καταστροφής)· αντιθέτως, οι επιλεκτικές κυρώσεις εφαρμόζονται βαθμηδόν και αφήνουν ένα περιθώριο διαπραγμάτευσης για την έξοδο από της χώρας από την καραντίνα. Παραδείγματος χάρη, οι πλήρεις κυρώσεις του ΟΗΕ εναντίον της Βόρειας Κορέας το 2006 την ώθησαν να εντατικοποιήσει το πυρηνικό πρόγραμμά της και να δοκιμάσει νέα πυρηνικά όπλα, ενώ οι επιλεκτικές κυρώσεις της Ιαπωνίας και των ΗΠΑ εναντίον της Ινδίας το 1998 υποχρέωσαν την τελευταία να συμβιβαστεί και να μην προχωρήσει σε περαιτέρω δοκιμές πυρηνικών όπλων.

Απομονώθηκε Εντελώς το Κατάρ;

Οπότε τίθενται τα εξής ερωτήματα: πρώτον, τι είδους κυρώσεις εφαρμόζονται προς ώρας εναντίον του Κατάρ και, δεύτερον, πως αντιδράσει η Δυναστεία των Αλ Θάνι; Προς το παρόν, ο συνασπισμός των (Σουνιτικών) κρατών υπό την αιγίδα της Σαουδικής Αραβίας έχει επιβάλλει πλήρεις κυρώσεις έναντι του Κατάρ αφού εκτείνονται στο πλήρες φάσμα των στρατιωτικών, οικονομικών και διπλωματικών σχέσεων (π.χ. απέλαση των υπηκόων Κατάρ). Όμως η Ντόχα δεν ανταπέδωσε παρόμοια. Ενδεικτικά, το Κατάρ δεν έχει διακόψει την τροφοδοσία των ΗΑΕ με φυσικό αέριο (οι εισαγωγές του οποίου αντιστοιχούν στο 30% των ενεργειακών αναγκών του Άμπου Ντάμπι). Το Κατάρ, βέβαια, δεν υποχωρεί ούτε κεραία στα αιτήματα της Σαουδικής Αραβίας και των περιφερειακών συμμάχων της.

Σύμφωνα με τις πομπώδεις δηλώσεις των αξιωματούχων του Κατάρ, το εμιράτο δύναται να αντέξει επ' αόριστον την απομόνωσή του χάρη στον πλούτο του. Ενδεικτικά, τα αποθεματικά του Επενδυτικού Ταμείου του Κατάρ ανέρχονται σε 350 δις δολάρια ενώ το εμιράτο έχει εξαγοράσει την Μπαρτσελόνα και τα Χάροντς. Παρά ταύτα, η σύγχρονη περίπτωση της Ρωσίας αποδεικνύει το ακριβώς αντίθετο: πως δηλαδή εξανεμίζονται εν μια νυκτί τα αποθεματικά μιας χώρας που εξαρτάται σχεδόν αποκλειστικά από τις εξαγωγές υδρογονανθράκων. Ήδη σημειώνονται δύο αρνητικές εξελίξεις: πρώτον, μια πτώση στην τιμή του φυσικού αερίου και δεύτερον, η σταθερή υποκατάσταση του εμιράτου ως προμηθευτής φυσικού αερίου στην Άπω Ανατολή (μόνο η Νότιος Κορέα και η Ιαπωνία απορροφούν το 30% των εξαγωγών υδρογονανθράκων της Ντόχα). Η Ρωσία και το Ιράν, οι υπ' αριθμόν 1 και 2 εξαγωγείς φυσικού αερίου παγκοσμίως, υποδέχονται μάλλον σαρδόνια τα δεινά του ανταγωνιστή τους. Εξάλλου, η Τεχεράνη και η Μόσχα είχαν υιοθετήσει εκ διαμέτρου αντίθετο στρατόπεδο από τη Ντόχα στον εν εξελίξει «πόλεμο δια αντιπρόσωπων» στη Συρία και την Μέση Ανατολή[1]. Η Κίνα και η Ευρωπαϊκή Ένωση, δύο οικονομικοί παίχτες με στενούς επιχειρηματικούς δεσμούς με το εμιράτο, προς το παρόν παρακολουθούν αμέτοχες την κρίση. Πρώτον, δεν λαμβάνεται τόσο υπόψη η φωνή των δύο γιγάντων ως προς την οικονομική αλλά νάνων ως προς τη στρατιωτική παρουσία τους στην Μέση Ανατολή. Δεύτερον, δεν λυπούνται μάλλον τόσο για τα δεινά του πάτρωνα των Αδελφών Μουσουλμάνων (μιας οντότητας με επικίνδυνη εξάπλωση στα δίκτυα των ριζοσπαστικοποιημένων ισλαμιστών στις παραπάνω χώρες).

Επί του παρόντος, η Τουρκία συνιστά την μοναδική περιφερειακή δύναμη που έχει ταχθεί υπέρ του Κατάρ στην εν λόγω διένεξη. Ο λόγος προφανής. Οι συνωμοσιολόγοι σύμβουλοι του Erdogan (ο οποίος παρεμπιπτόντως ομιλεί μόνο Τουρκικά) υποστηρίζουν πως το πραξικόπημα στην Τουρκία και η κρίση στο Κατάρ ενορχηστρώθηκαν από τις ΗΠΑ και τους συν αυτοίς περιφερειακούς συμμάχους (Ισραήλ και Σαουδική Αραβία). Επομένως η υπεράσπιση του Κατάρ συνιστά υπεράσπιση της Τουρκίας και η Άγκυρα προτίθεται να υπερασπισθεί δια των όπλων τη Ντόχα· εξ ου η άφιξη χθες ενισχύσεων για το στρατιωτικό προσωπικό της βάσης της Τουρκίας στο εμιράτο. Συν τοις άλλοις, το Κατάρ χρησιμοποιεί την Τουρκία για την παράκαμψη των κυρώσεων – όπως ακριβώς το Ιράν στο παρελθόν. Τι θα συμβεί, όμως, εάν οι ΗΠΑ ασκήσουν υπέρμετρη πίεση έναντι της Τουρκίας να διακόψει τέτοιες διευκολύνσεις με πρόσχημα την καταπολέμησης της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας; Παρομοίως, τι θα συμβεί εάν η Σαουδική Αραβία και οι σύμμαχοί της υιοθετήσουν την πρόταση της Αιγύπτου να συμπεριληφθεί η Τουρκία στον εν λόγω «εμπάργκο»; Διαθέτει η Τουρκία τις απαραίτητες αντοχές για τέτοιες πιέσεις;

Μέχρις ότου υλοποιηθούν ενέργειες σαν τις παραπάνω, το Κατάρ θα υφίσταται μεν ένα βαρύ τίμημα δίχως όμως να υποχωρεί. Οι κυρώσεις, ούτως ή άλλως, απαιτούν χρόνο ώστε να δράσουν σωρευτικά εις βάρος μιας χώρας. Μια συντομότερη διευθέτηση της κρίσης αυτής θα προϋπέθετε την χρήση ενός ακόμη δραστικότερου εργαλείου – του στρατιωτικού. Όμως η παρουσία των στρατιωτικών δυνάμεων των ΗΠΑ (η μεγαλύτερη βάση των ΗΠΑ στην Μέση Ανατολή και το αρχηγείο του Combined Joint Task Force – Operation Inherent Resolve για τη διεθνή εκστρατεία εναντίον του ΙΣΙΣ) καθιστούν το ενδεχόμενο μιας στρατιωτικής σύρραξης ουτοπικό. Πώς, λοιπόν, θα επιλυθεί η κρίση και πότε;

O Παράγων Αμερική

Η Ουάσινγκτον αποτελεί την κρισιμότερη μεταβλητή στην εξίσωση της κρίσης. Δίχως τις ΗΠΑ δεν δύναται να υπάρξει λύση. Όμως η Ουάσινγκτον πρέπει να αναβαπτισθεί από μέρος της κρίσης σε μέρος της λύσης. Η αρχική επιδοκιμασία του προέδρου Trump για τις κυρώσεις εις βάρος του Κατάρ ήταν εκ διαμέτρου αντίθετη με τις πυροσβεστικές συνομιλίες των υπουργών άμυνας και εξωτερικών – αμφότεροι ιδιαίτερα ευαίσθητοι ως προς τις επιπτώσεις της εν εξελίξει κρίσης στην έκβαση της Μάχης της Ράκκα και τη συνοχή του Συμβουλίου Συνεργασίας του Κόλπου (GCC). Η εν λόγω διχογνωμία αποτελεί μια ακόμη επιβεβαίωση της βαθιάς διαίρεσης στην Ουάσινγκτον μεταξύ του προέδρου και στενού περίγυρού του και των υπολοίπων υπουργών του.

Σε ένα μονάχα σημείο συγκλίνουν ο πρόεδρος και οι υπουργοί του: πως δεν πρέπει η κρίση αυτή να ανοίξει την «Κερκόπορτα» για την επέμβαση του Ιράν ή της Τουρκίας στις εσωτερικές υποθέσεις του Περσικού Κόλπου – μιας περιοχής ανήκουσας στην αποκλειστική σφαίρα επιρροής της Ουάσινγκτον. Ως εκ τούτου, οι υπουργοί άμυνας και εξωτερικών των ΗΠΑ ενθαρρύνουν το Κουβέιτ να διαμεσολαβήσει μεταξύ των εμπλεκομένων και διαμηνύουν σε υψηλούς τόνους πως η κρίση δεν θα επεκταθεί πέραν των ορίων του Κόλπου. Εξ ου η πρόσφατη εξοπλιστική συμφωνία των ΗΠΑ και του Κατάρ και η πρόσφατη αεροναυτική άσκηση των δύο χωρών. Παράλληλα, βέβαια, οι ΗΠΑ διαβεβαιώνουν τη Σαουδική Αραβία και τα ΗΑΕ, τους στενότερους εταίρους / συμμάχους τους στον Κόλπο, πως η Ουάσινγκτον υποστηρίζει αταλάντευτα τον αγώνα τους εναντίον της τρομοκρατίας και του εξτρεμισμού.

Οι εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή τρέχουν με ιλιγγιώδη ταχύτητα: κατάρριψη αεροσκάφους της Συρίας από τις ΗΠΑ προ ημερών, δημοψήφισμα στο Ιρακινό Κουρδιστάν τον Σεπτέμβριο, ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις για το Κυπριακό Ζήτημα στη Γενεύη, επίθεση με βαλλιστικούς πυραύλους από το Ιράν εντός της Συρίας και η αναζωπύρωση της σύγκρουσης στην Υεμένη. Οι ΗΠΑ δεν ήθελαν να προσθέσουν έναν ακόμη πονοκέφαλο στα ήδη υπάρχοντα προβλήματα. Κατά πάσα πιθανότητα, οι ΗΠΑ θα ρίξουν το διπλωματικό βάρος τους σε μια έξοδο από την κρίση δια διαπραγματεύσεων. Ως ο ασθενέστερος εκ των εμπλεκομένων στη διελκυστίνδα, το Κατάρ θα είναι ο αποδέκτης των ισχυρότερων πιέσεων για «έντιμο συμβιβασμό». Η λύση ίσως περιλαμβάνει την αντικατάσταση του εμίρη Αλ Θάνι λίγα χρόνια μετά την παραίτηση (ή ακριβέστερα αναίμακτη έξωση) του πατέρα του το 2013 ή ενδεχομένως την εκδίωξη της ηγεσίας της Χαμάς και ηγετικών στελεχών της Μουσουλμανικής Αδελφότητας. Οι επόμενες ημέρες (ή εβδομάδες) θα αποδειχθούν καθοριστικές για το εάν η κρίση θα επιλυθεί άμεσα και ήπια.

* Ο Δρ. Σπυρίδων Πλακούδας είναι Επίκουρος Καθηγητής Στρατηγικής και Διεθνών Σχέσεων στο Αμερικανικό Πανεπιστήμιο των Εμιράτων και Συνεργάτης του ΚΕΔΙΣΑ. (Academia, Research Gate).


[1] Για μια ανάλυση της στρατηγικής της Ρωσίας και του Ιράν στη Συρία και την Μέση Ανατολή, βλέπε: Spyridon Plakoudas: “Putin, Assad and Geopolitics”, Middle East Review of International Affairs, Vol. 19, No. 3 (2015), pp. 34-40