Photo by Joe Raedle / Staff / Getty Images / Ideal Image
(Φωτ.: Γροιλανδία - Οι πάγοι υποχωρούν με αυξανόμενους ρυθμούς (το 2016 ήδη κατέχει αρνητικά ρεκόρ υψηλών θερμοκρασιών και οι προβλέψεις για Αρκτικό Ωκεανό χωρίς πάγο στο μακρινό μέλλον διαψεύδονται), οι τρόποι αλληλεπίδρασης των καιρικών φαινομένων δεν είναι γνωστοί, οι ωκεανοί αλλάζουν, οι χερσαίοι πάγοι λιώνουν και η στάθμη της θάλασσας ανεβαίνει απειλώντας παράκτιες περιοχές και οικονομικά κέντρα.)
Του Πέτρου Σιούσιουρα και της Εύη Μπαξεβάνη*
Λίγες φορές έχει υπάρξει η ανάγκη για προληπτικά θεσμικά μέτρα τόσο πιεστική όσο σήμερα στην Αρκτική. Η κλιματική αλλαγή έχει επιφέρει σημαντικές αλλαγές όχι μόνο στο φυσικό, αλλά και στο πολιτικό περιβάλλον. Η αύξηση της θερμοκρασίας έχει ήδη μεταμορφώσει το αρκτικό τοπίο, οι πάγοι υποχωρούν με αυξανόμενο ρυθμό αποκόπτοντας την τοπική πανίδα από τα μέσα επιβίωσής της και τους γηγενείς πληθυσμούς από παραδοσιακούς τόπους κυνηγιού, ενώ πυροδοτείται ένας φαύλος κύκλος ανατροφοδότησης που οδηγεί σε περαιτέρω επιβάρυνση του οικοσυστήματος και πιθανή διακρατική ένταση.
Δρώντες στην Αρκτική & ζητήματα ασφαλείας
Μέχρι πρότινος, η ύπαρξη πάγου ήταν αποθαρρυντική αν όχι απαγορευτική όσον αφορά την πρόσβαση, παρέχοντας παράλληλα στη διεθνή πολιτική την «πολυτέλεια» της απουσίας ανησυχίας ή/και προστριβών, με μόνη εξαίρεση την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου. Στην Αρκτική συνορεύουν υπερδυνάμεις του πλανήτη, ενώ επτά από τα οκτώ κράτη μέλη του πιο εξέχοντος θεσμού της περιοχής, του Αρκτικού Συμβουλίου (ιδρύθηκε το 1996), είναι είτε μέλη του ΝΑΤΟ (Δανία, ΗΠΑ, Ισλανδία, Καναδάς, Νορβηγία), είτε διατηρούν στενή συνεργασία με αυτό (Σουηδία, Φινλανδία). Τα ζητήματα ασφαλείας ορθώς έχουν αποκλειστεί από τις συζητήσεις των αρκτικών κρατών, αφού, λειτουργώντας στη βάση της ομοφωνίας (consensus) κατά τη λήψη αποφάσεων, η Ρωσία (το έτερο μέλος) θα μπορούσε να μπλοκάρει οποιαδήποτε ενέργεια και ο θεσμός θα μετατρεπόταν σε forum απλής έκφρασης επιθυμιών. Αντ' αυτού, διευκολύνει την επικοινωνία και τη συνεννόηση κρατών και γηγενών της περιοχής και, παρά την κριτική που έχει δεχθεί για ελλιπή δράση, έχει πραγματοποιήσει σημαντικά βήματα με την επίτευξη συμφωνιών σχετικά με τη συνεργασία για την αντιμετώπιση θαλάσσιας ρύπανσης από πετρέλαιο (Agreement on Cooperation on Marine Oil Pollution Preparedness and Response in the Arctic), αλλά και για την έρευνα και διάσωση (Agreement on Cooperation on Aeronautical and Maritime Search and Rescue in the Arctic), η οποία μάλιστα ήταν η πρώτη δεσμευτική.
Τι αλλάζει στην Αρκτική;
Τα ζητήματα ασφαλείας έρχονται δυναμικά στο προσκήνιο ως διαγραφόμενη απειλή: αυξημένη στρατιωτική κινητικότητα, διεκδικήσεις θαλάσσιων ζωνών, πιθανή παρείσφρηση των αχανών αρκτικών συνόρων από περιθωριακούς δρώντες είναι μερικές μόνο από τις ανησυχίες. Επιπλέον, η Αρκτική διαδραματίζει ρυθμιστικό ρόλο για το παγκόσμιο κλίμα (λειτουργεί ως «κλιματιστικό» του πλανήτη), ενώ η ίδια η κλιματική αλλαγή έχει προσδιοριστεί ως πιθανή απειλή για την εθνική ασφάλεια από την πλειοψηφία των κρατών της διεθνούς κοινότητας. Αυτό έρχεται να το επιβεβαιώσει και η φετινή αναφορά του World Economic Forum (2016), που τοποθετεί για πρώτη φορά στην ιστορία της περιβαλλοντική απειλή στην πρώτη θέση (climate change mitigation & adaptation), πάνω από τα όπλα μαζικής καταστροφής, την έλλειψη νερού, τις τιμές ενεργειακών πόρων κ.α.
Η ισορροπία της Αρκτικής όχι μόνο απειλείται με έναν καινοφανή τρόπο, αλλά και σε αρκετά μέτωπα ταυτόχρονα. Οι βιομηχανίες της ναυτιλίας, της αλιείας, του τουρισμού και διερευνητικά της εξόρυξης υδρογονανθράκων και μεταλλευμάτων έχουν ήδη δηλώσει το ενδιαφέρον τους και έχουν προχωρήσει σε δραστηριοποίηση. Ναυτιλιακές εταιρείες πραγματοποιούν ταξίδια, τροφοδοτώντας συζητήσεις σχετικά με τα οικονομικά οφέλη, η αλιεία μετακινείται προς βορράν, ενώ η τουριστική βιομηχανία έχει σπεύσει να ενσωματώσει αρκτικές διαδρομές στα δρομολόγιά της. Σημειώνεται ότι τα ενεργειακά κοιτάσματα της Αρκτικής δεν θα πρέπει να υπερεκτιμηθούν, αφού δεν πρόκειται να συμβάλουν άμεσα στην παγκόσμια αγορά. Τρίτα προς την περιοχή κράτη δεν μπορούν να εγείρουν νομικές διεκδικήσεις, φροντίζουν όμως να διατηρούν παρουσία στην περιοχή μέσω ναυτιλιακής, οικονομικής ή επιστημονικής δραστηριότητας. Οι εξελίξεις της ευρύτερης περιφέρειας έχουν επίσης δείξει ότι μπορούν να επηρεάσουν: η κρίση της Ουκρανίας και η επιβολή οικονομικών κυρώσεων από τη Δύση σε βάρος της Ρωσίας είχε ως αποτέλεσμα την ανατροπή του επενδυτικού σχεδιασμού όσον αφορά τις αναγκαίες υποδομές για το θαλάσσιο Βορειοανατολικό Πέρασμα (Northern Sea Route). Το Πέρασμα αυτό είναι το πιο υποσχόμενο λόγω γεωγραφικής σύνθεσης και θέσης. Είναι λιγότερο περίπλοκο συγκριτικά με το Βορειοδυτικό Πέρασμα (Northwestern Passage) που βρίσκεται στο αρκτικό αρχιπέλαγος του Καναδά, ενώ προσφέρει τη δυνατότητα συντομότερης σύνδεσης της Ασιατικής με την Ευρωπαϊκή αγορά, παρακάμπτοντας μάλιστα περιοχές με έντονη ναυτιλιακή κίνηση (bottlenecks) και κίνδυνο πειρατείας (διαδρομή μέσω Σουέζ).
Παρά ταύτα, κάθε δραστηριότητα εξακολουθεί να αντιμετωπίζει σοβαρά εμπόδια, όπως ακραίες καιρικές συνθήκες, ανεπαρκείς ναυτικούς χάρτες, ελλιπείς υποδομές και επικοινωνίες –και ως εκ τούτου εξαιρετικά μειωμένη ικανότητα διαχείρισης έκτακτων περιστατικών. Οι αποστάσεις είναι πολύ μεγάλες, τα διαθέσιμα παγοθραυστικά περιορισμένα και ο χρόνος επιβίωσης στα παγωμένα νερά κατά πολύ μικρότερος συγκριτικά με τις λοιπές θάλασσες. Ακόμα και αν ένα παγοθραυστικό συνοδεύει ένα πλοίο που εκτελεί δρομολόγιο, δεν είναι βέβαιο ότι θα μπορέσει να ανταποκριθεί στις ανάγκες λ.χ. των χιλιάδων επιβαινόντων ενός κρουαζιερόπλοιου. Παρά την πραγματοποίηση ταξιδιών τόσο στην Αρκτική όσο και στην Ανταρκτική, δεν υπάρχει επουδενί επαρκής μέριμνα για την ασφάλεια. Ακόμα, μία περιβαλλοντική καταστροφή δεν θα περιοριζόταν στα σύνορα ενός πολιτικού χάρτη, όμως πρόσφατα περιστατικά καταδεικνύουν ότι οι αναγκαίες άμεσες αντιδράσεις παρεμποδίζονται από άκαιρες διευκρινίσεις περί δικαιοδοσίας.
Αναγκαία η συνεργασία με σκοπό την πρόληψη
Τα κράτη πέριξ της Αρκτικής καλούνται να διαχειριστούν μία νέα πραγματικότητα και να προασπίσουν εθνικές θέσεις και συμφέροντα. Αντιμετωπίζουν ωστόσο και κοινούς κινδύνους. Καθώς οι πάγοι υποχωρούν με αυξανόμενους ρυθμούς και αναδύεται ένα νέο πεδίο πρόσφορο για επιχειρηματικές δραστηριότητες, αυξάνονται οι χώρες που επιθυμούν να συμμετάσχουν στα αρκτικά δρώμενα, κάτι που θα είχε ως αποτέλεσμα τον περιορισμό/εκτοπισμό των τωρινών πρωταγωνιστών. Επιπλέον, ο υπαρκτός κίνδυνος ανεπανόρθωτης βλάβης στο φυσικό περιβάλλον, τα αλιεύματα και απώλειας ζωών σε περίπτωση ναυτικού ατυχήματος είναι ομοίως κοινές ανησυχίες.
Η κατάσταση σήμερα στην Αρκτική είναι μία περίπτωση που είναι κρίσιμο τα κράτη να προηγηθούν των εξελίξεων. Δεν διαφαίνονται πιθανότητες για ένα θερμό επεισόδιο, σε αυτήν την υποπεριφέρεια όμως η υπεροχή της Ρωσίας έναντι των ΗΠΑ είναι αδιαμφισβήτητη σε όρους ναυτικής παρουσίας, νομικής κατοχύρωσης και υποδομών. Οι ΗΠΑ δυσκολεύονται να συμβαδίσουν, καθυστερούμενες από αγκυλώσεις στο εσωτερικό για την αναγκαιότητα επικύρωσης της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας (1982) και την κατανομή μέρους του ομοσπονδιακού προϋπολογισμού για τη ναυπήγηση παγοθραυστικών (εάν τροποποιηθεί η νομοθεσία ώστε να επιτρέπεται ναυπήγηση στο εξωτερικό, το κόστος θα μειωνόταν αισθητά), καθώς και τη δημιουργία λιμένων.
Αντί επιλόγου
Μπορεί μέχρι σήμερα η περιοχή να έχει καταφέρει να μην βρεθεί στο μάτι του κυκλώνα και να μην έχει βιώσει συγκρούσεις. Έχει υπάρξει όμως πεδίο προβολής ισχύος, πυρηνικών δοκιμών και δεν παύει να βιώνει δυσανάλογα τις συνέπειες από την παγκόσμια βιομηχανική δραστηριότητα. Τώρα ξεκινά να νιώθει πιέσεις από καιρό γνωστές σε άλλες περιοχές του πλανήτη. Το ενδιαφέρον αυξάνεται, όπως και η παρουσία διεθνών «παικτών». Οι πάγοι υποχωρούν με αυξανόμενους ρυθμούς (το 2016 ήδη κατέχει αρνητικά ρεκόρ υψηλών θερμοκρασιών και οι προβλέψεις για Αρκτικό Ωκεανό χωρίς πάγο στο μακρινό μέλλον διαψεύδονται), οι τρόποι αλληλεπίδρασης των καιρικών φαινομένων δεν είναι γνωστοί, οι ωκεανοί αλλάζουν, οι χερσαίοι πάγοι λιώνουν και η στάθμη της θάλασσας ανεβαίνει απειλώντας παράκτιες περιοχές και οικονομικά κέντρα. Η ικανότητα της διεθνούς κοινότητας να διαχειριστεί την κλιματική αλλαγή μέχρι τώρα έχει αποδειχθεί ανεπαρκής. Μένει να διαπιστωθεί η ικανότητά της να μετριάσει τις συνέπειες και να προλάβει εξελίξεις.
* Ο κ. Πέτρος Σιούσιουρας είναι καθηγητής στο Τμήμα Ναυτιλίας και Επιχειρηματικών Υπηρεσιών, Πανεπιστήμιο Αιγαίου και η κ. Εύη Μπαξεβάνη Υποψήφια Διδάκτωρ στο εν λόγω Τμήμα.