Του Παναγιώτη Δρακόπουλου
Πριν 30 χρόνια περίπου, ο Μιχαήλ Γκορμπατσώφ επισκέφθηκε την Αθήνα. Δεν ήθελε να δει δημοσιογράφους, αλλά θέλησε να συναντήσει εμένα και τη γυναίκα μου Ζηνοβία, εκδότες του περιοδικού Εποπτεία, του μοναδικού περιοδικού που εισήγαγε τον φιλελευθερισμό στην Ελλάδα από την έκδοσή του στη δεκαετία του 1970 και σφοδρά αντικομμουνιστικού, και τα δυό με σπουδαίο εκπρόσωπο τον τότε συνεργάτη μας Αθανάσιο Παπανδρόπουλο. Γιατί έκανε αυτή την εξαίρεση και ζήτησε να μας δει ο τότε ηγέτης του κομμουνιστικού κόσμου, είναι ένα ερώτημα στο οποίο δεν μπορώ να απαντήσω. Δέχθηκε όμως με τον όρο να μη δημοσιεύσουμε τίποτε – ούτε συνέντευξη ούτε είδηση για τη συνάντησή μας.
Συναντηθήκαμε στον Αστέρα Βουλιαγμένης, στο τέλος περίπου της δεκαετίας του 80. Αφού με ρώτησε για την Εποπτεία και γιατί έχει τέτοιαν αντικομμουνιστική στάση, του απάντησα ότι κύριος στόχος μας δεν είναι ο κομμουνισμός ούτε η υπεράσπιση κάποιου εθνικισμού αλλά ο αγώνας μας για την ελευθερία του ανθρώπου. Επέμεινε αν πιστεύουμε πως η ελευθερία είναι δικαίωμα του ατόμου, και απάντησα πως η ελευθερία είναι δικαίωμα που δεν νοείται έξω από την κοινωνία. Και ότι εγγυητής της δεν μπορεί να είναι μια ιδεολογία ή ένα κόμμα αλλά μόνον ο Νόμος, το Κράτος δικαίου. Συνεπώς δεν υπάρχει ελευθερία εκτός νόμου. Αλλά, μου λέει, ο φιλελευθερισμός δεν είναι μια ιδεολογία; Βεβαίως υπάρχουν και ορισμένοι που έχουν τον φιλελευθερισμό ως ιδεολογία, αλλά αυτούς δεν τους υποστηρίζει η Εποπτεία. Εμείς υποστηρίζουμε το ελεύθερο φρόνημα που βγαίνει από τον Μαραθώνα και τη Σαλαμίνα, από τη ρωμαϊκή και την όλη ευρωπαϊκή πολιτιστική παράδοση. Για την Εποπτεία, ο φιλελευθερισμός είναι η βάση του πολιτισμού μας, πέρα από ιδεολογίες. Είναι ο πολιτισμός μας, και αυτός μας διακρίνει από τους άλλους πολιτισμούς.
Μου δήλωσε ότι δεν τον έπεισα. Απάντησα πως δεν ήλπισα πως θα τον πείσω, τον άνθρωπο που ήταν ο επί κεφαλής της ΚαΓκεΜπε που κατέπνιξε την Ουγγρική Επανάσταση. Μου απάντησε πως επί κεφαλής δεν ήταν αυτός αλλά ο Γιούρι Αντρόπωφ. Και ότι αυτή του η συμμετοχή στην Ουγγαρία τον σημάδευσε, όπως και τον προϊστάμενό του. «Εκεί, στη Βουδαπέστη, ένιωσα για πρώτη φορά πως ο κομμουνισμός δεν είναι ιδεολογία αλλά καθεστώς. Πως ο λαός ζητούσε ελευθερία κι εμείς δεν υπερασπιζόμασταν μιαν αντίπαλη ιδέα αλλά ένα αντίπαλο καθεστώς».
Η απάντησή του μας κατέπληξε. Αισθάνθηκα να με καταλαμβάνει μια περίεργη ταπεινότητα μπροστά του. Κάθε διάθεση αντιπαλότητας εντός μου χάθηκε. Στράφηκε στη Ζηνοβία, έκανε ερωτήσεις για τον δεσμό μας και το είδος της σχέσης μας. Μιλώντας μαζί της απάγγειλε και ένα απόσπασμα του Πούσκιν. Ήταν ολοφάνερα ευχαριστημένος με τις απαντήσεις της. Έπειτα γύρισε πάλι προς εμένα. Ήθελε να δει την ανταπόκρισή μου σε ορισμένα. Απάντησα σε αυτά, αλλά εν τέλει τον επανέφερα στην αρχική κουβέντα. Τον ρώτησα εάν στην Ουγγρική Επανάσταση αποφάσισε ότι το κομμουνιστικό καθεστώς πρέπει να καταργηθεί. Απάντησε αρνητικά. «Η κατάργηση του κομμουνιστικού καθεστώτος με ένα διάταγμα του όποιου ηγέτη του, θα ήταν πάλι μια πράξη κομμουνιστική, καθεστωτική. Χρειαζόμαστε ως λαός συνολικά, μια εκπαίδευση, μια βοήθεια που θα μας επιτρέψει να μάθουμε να περπατάμε ως πολίτες κι όχι να είμαστε παράλυτοι υπήκοοι». Κατάλαβα τον άξονα της πολιτικής του. Συνέχισε: «Είδατε τον Χρουστσόφ. Χτύπησε την ηγεσία του ΚΚΣΕ, αλλά ο λαός δεν κατάλαβε παρά μόνον ότι δεν επιτρέπεται πια να ευλογεί τον Στάλιν. Αυτό όμως που χρειαζόμαστε είναι να βρούμε έναν νέο, τον δικό μας, βηματισμό. Εάν προλάβουμε».
Μιλούσε ήρεμα, ένας σημαντικός ηγέτης, ένας statesman. Χωρίς αλλοτριωμένο από τον φανατισμό προσωπείο. Ο Γιέλτσιν, που συνάντησα μετά από κάποια χρόνια, ήταν ένας μέθυσος, ένας άπληστος και άξεστος μουζίκος. Ο Γκορμπατσώφ ήταν ένας ευγενής, ένας άνθρωπος που έφερνε τον αέρα της υψηλής ρωσικής κουλτούρας.
Τόλμησα να τον ρωτήσω: πότε κλονίστηκε οριστικά μέσα σας ο κομμουνισμός; Απάντησε χωρίς δισταγμό: «Με το Τσέρνομπιλ. Όταν ρώτησα τι συμβαίνει εκεί, οι αρμόδιοι βοηθοί μου μου απάντησαν ότι δεν συμβαίνει τίποτε κακό, τίποτε λάθος, κι ότι η φασαρία είναι κατασκεύασμα της CIA και του αντικομμουνιστικού τύπου. Μετά ρώτησα τι συμβαίνει τους υπεύθυνους στην Ουκρανία και είχα τις ίδιες απαντήσεις. Επί τέλους, βρήκα άκρη και έμαθα τι συνέβη. Τότε είπα: το καθεστώς αυτό έφθασε σε σημείο για να ζήσει να παραπλανά ακόμη και την ηγεσία του! Έχει πεθάνει, και προσπαθεί να ζήσει με τη σήψη του! Τότε συνειδητοποίησα ότι για να μάθουμε την πραγματικότητα, για να μιλήσουμε μαζί της, πρέπει πρώτα να ταφεί το καθεστώς».