Ο Χρήστος Ροζάκης στη μακρά δημόσια πορεία του αποτέλεσε πάντοτε εύκολο στόχο, καθώς η κοινή γνώμη αντιμετώπιζε τις νομικές θέσεις και ερμηνείες του σε μείζονα θέματα εφαρμογής του Διεθνούς Δικαίου και του Δικαίου της Θάλασσας, ως προάγγελο και «λαγό» εφαρμογής μιας «ενδοτικής» πολιτικής έναντι της Τουρκίας.
Και έτσι ο καθηγητής Διεθνούς Δικαίου, πρώην υφυπουργός Εξωτερικών και πρώην αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων δαιμονοποιείται ως εκφραστής της ηττοπαθούς αντίληψης στα ελληνοτουρκικά και της αποδοχής τουρκικών επιχειρημάτων στα θέματα των οριοθετήσεων θαλάσσιων ζωνών.
Η τελευταία συνέντευξη του κ. Ροζάκη (στο ΚρήτηTV) δεν ήταν τίποτε περισσότερο από θέσεις και επιστημονικές εκτιμήσεις που χρόνια τώρα έχει διατυπώσει ο ίδιος και άλλοι καθηγητές και διεθνολόγοι. Θέσεις που αναφέρονται στην άλλη πλευρά του νομίσματος. Γιατί το Δίκαιο της Θάλασσας και το Διεθνές Δίκαιο δεν είναι η «πλάκα του Μωυσή». Το Δίκαιο της Θάλασσας σε ό,τι αφορά τις οριοθετήσεις, κάθε φορά εφαρμόζεται με διαφορετικό τρόπο, ενώ διαφορετική είναι η νομολογία του Δικαστηρίου για σχεδόν αντίστοιχες περιπτώσεις οριοθετήσεων, που λόγω της γεωγραφίας ποτέ δεν είναι ακριβώς ίδιες.
Ο βασικός κανόνας για πλήρη επήρεια των νησιών σε θαλάσσιες ζώνες είναι το μεγάλο εφόδιο της Ελλάδας, αλλά πρέπει επίσης να γνωρίζουμε ότι η αρχή αυτή δεν εφαρμόζεται αυτόματα και μονολιθικά, αλλά η νομολογία και η διεθνής πρακτική επιβεβαιώνουν τον κανόνα μέσω των εξαιρέσεων…
Συμβουλές διά παν ενδεχόμενον
Η συμμετοχή του Χ. Ροζάκη στο Επιστημονικό Συμβούλιο του ΥΠΕΞ δεν σημαίνει ότι ο ίδιος ασκεί πολιτική και προφανώς στηρίζεται στην έκφραση των προσωπικών απόψεων και εκτιμήσεων. Το Επιστημονικό Συμβούλιο (το οποίο με τον νέο Οργανισμό του ΥΠΕΞ συγχωνεύεται με το Κέντρο Ανάλυσης και Σχεδιασμού) «αποτελείται από καθηγητές Διεθνούς και Ευρωπαϊκού Δικαίου και γνωμοδοτεί για ερωτήματα νομικής φύσης μείζονος σημασίας που του υποβάλλει ο υπουργός Εξωτερικών (βάσει τροποποιητικού του Οργανισμού ΥΠΕΞ Ν. 4451/προσθήκης άρθρου 35Α)».
Ένα τέτοιο όργανο είναι αναγκαίο να στελεχώνεται από ειδικούς που εκφράζουν όλο το φάσμα των απόψεων, αντιλήψεων και «σχολών» σκέψης, διαφορετικά δεν έχει λόγο ύπαρξης. Και αυτό είναι ίσως το λάθος του πρώην ΥΠΕΞ Ν. Κοτζιά, καθώς το Επιστημονικό Συμβούλιο που διόρισε και η θητεία του έληξε πριν από λίγες ημέρες, ήταν μονοδιάστατο, με τρόπο που μάλλον θα επιβεβαίωνε τις θέσεις του υπουργού, παρά θα επέτρεπε την ανάπτυξη και των διαφορετικών προσεγγίσεων για τα ελληνοτουρκικά. Γιατί είναι εξίσου βλαπτικό, το Επιστημονικό Συμβούλιο του ΥΠΕΞ να υφίσταται απλώς για να «επικυρώνει» την ορθότητα των θέσεων του εκάστοτε υπουργού.
Μπροστά σε ένα εξαιρετικά δύσκολο και πολύπλοκο ζήτημα, όπως είναι αυτό των οριοθετήσεων, η εκάστοτε πολιτική ηγεσία δεν μπορεί να επαναπαυθεί έχοντας στο νομικό οπλοστάσιο μόνο τις απόψεις που προβλέπουν τη θετική έκβαση μιας υπόθεσης με ικανοποίηση των ελληνικών θέσεων και διεκδικήσεων στο 100%. Είναι αναγκαίο να υπάρχουν και να τίθενται στο τραπέζι και τα δυσμενή σενάρια, όπως αυτό που στην περίπτωση των οριοθετήσεων με την Τουρκία πιθανόν να οδηγήσει σε περιορισμένη ή πολύ μικρή επήρεια του Καστελόριζου βάσει της νομολογίας του Δικαστηρίου.
Μόνο έχοντας πλήρη γνώση όλων των ενδεχομένων σε μια νομική -διπλωματική μάχη μπορεί να ασκηθεί αποτελεσματική εξωτερική πολιτική και η διαμόρφωση εναλλακτικών επιλογών.
Εναλλακτικές γραμμές
Από την άποψη αυτή, οι απόψεις και εκτιμήσεις του κ. Ροζάκη είναι απολύτως χρήσιμες και αναγκαίες. Οχι για να αποτελέσουν τη βάση της ελληνικής διαπραγματευτικής θέσης, αλλά για να διαμορφωθούν εναλλακτικές θέσεις και «γραμμές» στην περίπτωση που προκύψουν τα δυσμενέστερα σενάρια ερμηνείας του Δικαίου της Θάλασσας.
Οι θέσεις που εδώ και τουλάχιστον δυο δεκαετίες διατυπώνει δημοσίως, τόσο σε επιστημονικό πεδίο όσο και στο τερέν του δημόσιου διαλόγου ο κ. Ροζάκης, χρησιμοποιούνται από τις εκάστοτε πολιτικές ηγεσίες άλλοτε ως άλλοθι, άλλοτε ως «λαγός» για τη διαμόρφωση της αντίληψης συμβιβασμού με την Τουρκία. Γιατί καμιά κυβέρνηση, τουλάχιστον μέχρι το 2016 (οπότε και σταμάτησαν οι διερευνητικές συνομιλίες), δεν αμφισβήτησε την ανάγκη διαλόγου και επιδίωξης συμβιβαστικής λύσης με την Τουρκία στο θέμα της οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας. Και ο συμβιβασμός τον οποίο επιδίωκαν όλες οι κυβερνήσεις προφανώς δεν θα οδηγούσε σε εκπλήρωση στο 100% των ελληνικών θέσεων. Οι διερευνητικές επαφές για την υφαλοκρηπίδα ξεκίνησαν επί πρωθυπουργίας Κ. Σημίτη, συνεχίστηκαν από τις κυβερνήσεις Κ. Καραμανλή, Γ. Παπανδρέου, Α. Σαμαρά και Αλ. Τσίπρα, παρά το γεγονός ότι σε αυτές διατυπώνονταν εκ μέρους της Τουρκίας οι ακραίες απόψεις τόσο για την επήρεια των νησιών όσο και για θέματα κυριαρχίας, όπως οι «γκρίζες ζώνες», ενώ στο τραπέζι βρισκόταν και το αποκλειστικό κυριαρχικό δικαίωμα της χώρας για την επέκταση των χωρικών υδάτων της.
Η υιοθέτηση εκ προοιμίου του δυσμενέστερου σεναρίου, ως βασικής διαπραγματευτικής θέσης της χώρας και εν τέλει ως του εφικτού επιδιωκόμενου στόχου, είναι ο ορισμός του «ενδοτισμού». Η συνειδητοποίηση και επίγνωση της ύπαρξης, όχι μόνο θριαμβευτικών αλλά και δυσμενών σεναρίων και η καλύτερη προετοιμασία για την αντιμετώπισή τους είναι βασικό εργαλείο για την άσκηση αποτελεσματικής εξωτερικής πολιτικής.
Ας λιθοβολήσουμε τον κ. Ροζάκη, αλλά πάντως έτσι δεν ξορκίζουμε το κακό…
Όπως θα έλεγε και ο Διονύσης Σαββόπουλος:
«…Τα νέα που σας έφερα, σας χάιδεψαν τ' αυτιά
μ' απέχουνε πολύ απ' την αλήθεια
Αμέσως καταλάβαμε τι πήγαινε να πει
και του 'παμε να φύγει μουδιασμένα
Αφού δεν είχε νέα ευχάριστα να πει
καλύτερα να μη μας πει κανένα...»
(Αγγελος Εξάγγελος)
*Το άρθρο δημοσιεύτηκε στον Φιλελεύθερο που κυκλοφόρησε στις 4 Ιουλίου.