Οι ελληνοαλβανικές σχέσεις μετά την ολοκλήρωση του «πραξικοπήματος» στη Χειμάρρα
Shutterstock
Shutterstock

Οι ελληνοαλβανικές σχέσεις μετά την ολοκλήρωση του «πραξικοπήματος» στη Χειμάρρα

Με μια μεθόδευση που ξεκίνησε τον Μάιο του 2023, την ακύρωση των αποτελεσμάτων των εκλογών, τη φυλάκιση και καθαίρεση τελικά του εκλεγμένου Δημάρχου Φ. Μπελέρη και την προκήρυξη νέων εκλογών που έγιναν με νέους συμπληρωμένους εκλογικούς καταλόγους και ολόκληρη την κρατική μηχανή και τον ίδιο τον Αλβανό πρωθυπουργό να κινητοποιείται, επιτεύχθηκε τελικά ο στόχος του Ε. Ράμα.

Να «εκλέξει» τον δικό του εκλεκτό Δήμαρχο ώστε να ελέγξει πλήρως τον Δήμο με τη μεγαλύτερη τουριστική ανάπτυξη στην Αλβανία και συγχρόνως να κάνει επίδειξη ισχύος έναντι της Ελλάδας σε μια υπόθεση η οποία έριξε βαριά σκιά στις ελληνοαλβανικές σχέσεις.

Οι εκλογές της 4ης Αυγούστου παρά την απουσία εμφανούς νοθείας η οποία δεν είναι ασυνήθιστη σε τοπικές εκλογές στην Αλβανία, αλλά σε καμιά περίπτωση δεν μπορούν να χαρακτηρισθούν «δίκαιες και ελεύθερες» λόγω του κλίματος εκφοβισμού της ελληνικής μειονότητας και των μελών της ΟΜΟΝΟΙΑΣ αλλά και της ευθείας παρέμβασης του κρατικού μηχανισμού προκειμένου να υποστηριχθεί ο εκλεκτός του Αλβανού πρωθυπουργού, Βαγγέλης Τάβος έναντι του υποψήφιου της ΟΜΟΝΟΙΑΣ Πέτρου Γκιγκουρία.

Η Αθήνα δια μέσου διπλωματικών πηγών και όχι με επίσημη ανακοίνωση του ΥΠΕΞ ήγειρε αμφιβολίες για το αδιάβλητο της διαδικασίας:

«Οι καταγγελίες που διατυπώθηκαν από μέλη της Ελληνικής Εθνικής Μειονότητας στην Αλβανία σχετικά με τις συνθήκες διεξαγωγής των επαναληπτικών δημοτικών εκλογών στο Δήμο Χειμάρρας, ιδίως περί πληθυσμιακής αλλοίωσης του εκλογικού σώματος και άρνησης του συνταγματικού δικαιώματος της ψήφου σε χιλιάδες πολίτες της Χειμάρρας με την πρόφαση της λήξης ισχύος των Δελτίων Ταυτότητάς τους, εγείρουν σοβαρές αμφιβολίες για το αδιάβλητο της διαδικασίας.

Η δημοκρατική αρχή και το ευρωπαϊκό κεκτημένο επιβάλλουν στις αλβανικές αρχές να αξιολογήσουν και να απαντήσουν όλες τις αναφορές που σχετίζονται με την ακεραιότητα των χθεσινών εκλογών…». 

Από τη δήλωση αυτή βεβαίως δεν συνάγεται το τι θα γίνει και πως θα αντιδράσει η Αθήνα εάν δεν δοθούν ικανοποιητικές απαντήσεις η αν απλώς επρόκειτο για αντίδραση για την «τιμή των όπλων».

Σύμφωνα με τα αποτελέσματα που ανακοινώθηκαν το πρωί της Δευτέρας, καθώς η καταμέτρηση διήρκεσε όλη τη νύκτα, ο Β.Τάβος συγκέντρωσε ποσοστό 58,62% με 4.858 ψήφους, ενώ ο Πέτρος Γκικουρίας συγκέντρωσε το 41,38% με 3.400 ψήφους.

Έτσι πλέον οι όποιες αντιστάσεις θα μπορούσαν να υπάρξουν στην «τουριστική ανάπτυξη» της Χειμάρρας από οικονομικά συμφέροντα που συνδέονται στενά με τον περίγυρο του Ε. Ράμα και επιβουλεύονται ελληνικές περιουσίες στην περιοχή, εξουδετερώθηκαν με τον έλεγχο του Δήμου Χειμάρρας από τον Ε. Ράμα. 

Επιδίωξη του Ε. Ράμα είναι με την εκλογή του Β. Τάβου να κλείσει οριστικά την «παρένθεση» της Χειμάρρας και αφού απαλλάχθηκε από τον Φ. Μπελέρη να ανοίξει «νέα σελίδα» στις ελληνοαλβανικές σχέσεις με το επιχείρημα μάλιστα ότι και ο νέος Δήμαρχος είναι ελληνικής καταγωγής.

Για σχεδόν 15 μήνες ο Ε. Ράμα κρατώντας στη φυλακή τον Φ. Μπελέρη ακόμη και όταν αυτός εξελέγη ευρωβουλευτής με τη ΝΔ και το γεγονός ότι ακόμη και τώρα η συζήτηση για τη μείωση της ποινής του λόγω καλής διαγωγής, αναβλήθηκε για τις 2 Σεπτεμβρίου λόγω … «έλλειψης προσωπικού στα Δικαστήρια», αποδεικνύει ότι  ο Αλβανός πρωθυπουργός δεν αρκείται στην εκλογή Τάβου, αλλά θέλει να στείλει μήνυμα αποφασιστικότητας και προς την Αθήνα.

Οι απειλές της Ελλάδας, ότι η υπόθεση της Χειμάρρας θα αποτελέσει εμπόδιο στην ευρωπαϊκή πορεία της Αλβανίας, δεν αποδείχθηκαν πειστικές πολύ περισσότερο όταν οι Ευρωπαίοι εταίροι ελάχιστα συγκινήθηκαν από την προκλητική παραβίαση του Κράτους Δικαίου στην Αλβανία, μη θέλοντας να ανοίξουν ξανά το «κεφάλαιο» των παραβιάσεων του στην χώρα αυτή των Δυτικών Βαλκανίων. Όμως και από την Αθήνα τα μηνύματα που έφθαναν μέσω και των διαύλων επικοινωνίας του γραφείου του Ε. Ράμα με κυβερνητικά στελέχη ήταν αντιφατικά και αυτό διευκόλυνε τους χειρισμούς του Αλβανού πρωθυπουργού.

Όμως μπορεί πράγματι μετά την εκλογή Τάβου να θεωρηθεί ότι κλείνει για την Αθήνα ο «φάκελος Χειμάρρα» και όλα πλέον επιστρέφουν στο business as usual στις διμερείς σχέσεις;

Η Αθήνα εμφανίζεται να μην έχει μπορέσει να προστατεύσει ένα αιρετό στέλεχος του φορέα πολιτικής έκφρασης της Ελληνικής Εθνικής Μειονότητας, της ΟΜΟΝΟΙΑΣ και να αποδέχεται υποχρεωτικά τα τετελεσμένα των Τιράνων. Διότι το ερώτημα στην Χειμάρρα δεν ήταν αν θα είναι ελληνικής καταγωγής ο Δήμαρχος, αλλά πρωτίστως να γίνει σεβαστή η ελεύθερη έκφραση των κάτοικων της πόλης (Αλβανικής και ελληνικής εθνικής καταγωγής) στις εκλογές του Μαΐου 2023, πριν κινητοποιηθεί ο Ε. Ράμα ώστε να φέρει στα μέτρα του την εκλογή στις 4 Αυγούστου 2024. Και η επίθεση δεν ήταν απλώς εναντίον του Μπελέρη αλλά εναντίον της αυτόνομης πολιτικής έκφρασης της Ελληνικής Μειονότητας σε μια περιοχή που βρέθηκε πάντοτε στο στόχαστρο των Τιράνων ακόμη από την εποχή του κομμουνιστικού καθεστώτος Χότζα που ουδέποτε αναγνώρισε τη Χειμάρρα ως επίσημη μειονοτική περιοχή παρά το γεγονός ότι κυριαρχούσε πάντοτε (πριν τη μετακίνηση τα τελευταία χρόνια Αλβανών από τον βορρά) το ελληνικό στοιχείο.

Στην Αθήνα πιθανόν βλέπουν με ανακούφιση τη νίκη του Β. Τάβου θεωρώντας ότι και με την αναμενόμενη απελευθέρωση Μπελέρη, αφού εκτίσει την ποινή του και την ανάληψη των καθηκόντων του στο Ευρωκοινοβούλιο, θα κλείσει αυτός ο φαύλος κύκλος με τα Τίρανα.

Όμως η  υπόθεση της Χειμάρρας δείχνει ότι είναι αναγκαίος ο επαναπροσδιορισμός της πολιτικής μας έναντι της Αλβανίας και του Ε. Ράμα. Η ρητορική των μελών του Σοσιαλιστικού Κόμματος αλλά και του ίδιου του Ράμα τροφοδότησαν το ανθελληνικό κλίμα στην Αλβανία με διχαστικό λόγο εναντίον των μελών της ελληνικής μειονότητας που διεκδικούν την αυτόνομη πολιτική εκπροσώπηση τους μέσω της ΟΜΟΝΟΙΑΣ και του ΚΕΑΔ. Ο Αλβανός πρωθυπουργός στο εσωτερικό του προβάλει την εικόνα του ηγέτη ο οποίος όχι μόνο μπορεί να έχει προνομιακές σχέσεις με την Τουρκία και τον Τ. Ερντογάν αλλά μπορεί να επιβάλει επιλογές του στην Ελλάδα. Και είναι προφανές ότι η πολιτική «χαϊδέματος» του Ε. Ράμα δεν αποδίδει. Δεν έχει ξεχασθεί η ατυχέστατη πρόσκληση του για να διοργανώσει έκθεση με «καλλιτεχνικά» έργα του στο Ζάππειο παρουσία της κυβέρνησης, λίγο πριν μεθοδεύσει τη σύλληψη Μπελέρη.

Ούτε πρέπει να υποτιμηθεί το μήνυμα που έστειλε με τη συμμετοχή του προέδρου της Αλβανίας στην μεγάλη εκδήλωση στα σύνορα με την Ελλάδα για τη «Γενοκτονία των Τσάμηδων».

Και είναι θέμα Αρχής για την Αθήνα να επιμείνει στην θέση της ότι δεν μπορεί να γίνουν εκπτώσεις στην ενταξιακή πορεία των χωρών των Δ.Βαλκανίων. Είτε αφορούν την παραβίαση Συμφωνιών είτε την καταστρατήγηση των Αρχών του Κράτους Δικαίου και της Δημοκρατίας αλλά και των σχέσεων καλής γειτονίας. Και σε αυτό τον κατάλογο παραβιάσεων ο φάκελος της Αλβανίας είναι γεμάτος.

Εφόσον όμως υπάρχει η επιλογή για «νέα σελίδα» με την Αλβανία, εκτός της αυτονόητης υποχρέωσης αυστηρότατης παρακολούθησης της υπόθεσης των περιουσιών στην Χειμάρρα, και του σεβασμού των δικαιωμάτων της Ελληνικής Εθνικής Μειονότητας, η αφετηρία θα πρέπει να είναι η εκπλήρωση της ειλημμένης δέσμευσης του Ε. Ράμα για την έναρξη ουσιαστικών συζητήσεων για τη σύνταξη συνυποσχετικού για την παραπομπή στη Χάγη της οριοθέτησης της ΑΟΖ μεταξύ των δυο χωρών. Για να αντιληφθεί και ο Ε.Ράμα  ότι οι ελληνοαλβανικές σχέσεις δεν είναι ένα παιγνίδι στα χέρια του…