Του Αλέξανδρου Σκούρα
Οι ενδιάμεσες εκλογές δεν έκρυβαν τελικά έντονες συγκινήσεις για τους Αμερικανούς. Αντιθέτως, το συμπέρασμα που επικράτησε είναι πως ούτε οι Ρεπουμπλικανοί, ούτε οι Δημοκρατικοί έχουν λόγους να πανηγυρίζουν ιδιαίτερα - καθεμιά από τις δύο μεγάλες παρατάξεις κέρδισε και έχασε κάτι: Οι Ρεπουμπλικανοί διατηρούν τον έλεγχο της Γερουσίας, και οι Δημοκρατικοί κέρδισαν την πλειοψηφία στη Βουλή των Αντιπροσώπων.
Πρώτα απ' όλα, επιβεβαιώθηκε πλήρως ότι οι εκλογές αυτές είχαν χαρακτήρα δημοψηφίσματος για τον Ντόναλντ Τραμπ. Αυτό απάντησαν οι ψηφοφόροι στα exit polls, και η στάση απέναντι στον Πρόεδρο των ΗΠΑ και το μέχρι σήμερα έργο του ήταν το σημαντικότερο κριτήριο εκλογικής συμπεριφοράς των ψηφοφόρων και των δύο κομμάτων.
Μετά τα χθεσινά αποτελέσματα λοιπόν, ο Τραμπ μπορεί να αισθάνεται κάπως περισσότερο ήσυχος, καθώς για τα επόμενα δύο χρόνια μάλλον αποκλείεται να ξεκινήσει διαδικασία αποπομπής του, δεδομένου του ότι γι' αυτό απαιτείται ο έλεγχος και των δύο σωμάτων.
Από την άλλη πλευρά, ο έλεγχος της Βουλής των Αντιπροσώπων από τους Δημοκρατικούς σημαίνει ότι πλέον θα είναι εξαιρετικά δύσκολο στον Αμερικανό Πρόεδρο να περάσει την οποιοδήποτε νομοθετική πρωτοβουλία. Αυτό άλλωστε ήταν και το βασικό σύνθημα της προεκλογικής εκστρατείας των Δημοκρατικών - να σταματήσουν το Τραμπ.
Αυτή η απώλεια της νομοθετικής ευχέρειας, θα στρέψει πιθανότατα τον Ντόναλτ Τραμπ στα πεδία όπου η εκτελεστική εξουσία του Προέδρου είναι ισχυρή και επαρκής: Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι το ρυθμιστικό πλαίσιο, όπου μπορεί να συνεχίσει την προσπάθεια για τη μείωση της παρεμβατικότητας του ομοσπονδιακού κράτους στην αμερικανική οικονομία. Επίσης, αναμένεται να δώσει ακόμη μεγαλύτερη έμφαση στην εξωτερική πολιτική.
Σε ό,τι αφορά τα δύο κόμματα, οι Δημοκρατικοί παρά το γεγονός ότι δεν κέρδισαν τελικά τη Γερουσία, μπορούν να αισθάνονται ικανοποίηση για τη νίκη τους στη Βουλή των Αντιπροσώπων. Μετά από δύο χρόνια απόλυτης κυριαρχίας των Ρεπουμπλικανών, η πλειοψηφία στη Βουλή των Αντιπροσώπων ήταν ένας σημαντικός στρατηγικός τους στόχος: πέρα από τον περιορισμό της προεδρικής ευχέρειας, τους δίνει ένα ισχυρό σημείο εκκίνησης για τις επικείμενες πλέον προεδρικές εκλογές του 2020. Ακόμη, τους δίνει τη δυνατότητα να προχωρήσουν σε ακόμη περισσότερες εξεταστικές επιτροπές.
Από την άλλη πλευρά, οι Ρεπουμπλικανοί μπορούν να αισθάνονται ανακούφιση που απέτρεψαν το λεγόμενο “μπλε κύμα”, την κατάκτηση και των δύο σωμάτων από τους Δημοκρατικούς που θα ισοδυναμούσε με συντριβή τους. Η απώλεια της Βουλής των Αντιπροσώπων άλλωστε, δεν είναι κάτι το πρωτόγνωρο - αντιθέτως, είναι σύνηθες στις ΗΠΑ το κυβερνών κόμμα να χάνει τον έλεγχο τουλάχιστον του ενός σώματος στις ενδιάμεσες εκλογές. Το γεγονός μάλιστα ότι στη Γερουσία οι Ρεπουμπλικανοί ισχυροποίησαν την πλειοψηφία τους, δίνει και σε εκείνους μια καλή αφετηρία για τις προεδρικές εκλογές.
Τι θα συμβεί λοιπόν από δω και πέρα: Κατά πάσα πιθανότητα, η επόμενη περίοδος θα χαρακτηριστεί από στασιμότητα και ασυνεννοησία, από ακόμη εντονότερο διχασμό και πολιτική ένταση. Οι εκλεγμένοι Δημοκρατικοί άλλωστε είναι ριζοσπαστικότεροι από όσους αντικαθιστούν, ενώ καμία πλευρά δεν φαίνεται διατεθειμένη να ρίξει τους τόνους της πόλωσης. Ακόμη περισσότερη τοξικότητα λοιπόν στον δημόσιο λόγο, τουλάχιστον από τους Δημοκρατικούς. Όσο για τα αποτελέσματα των πολιτικών της διακυβέρνησης Τραμπ από δω και πέρα; Αυτό μένει να αποδειχθεί!