Γεννήθηκα στα μέσα της δεκαετίας του ’90. Μεγάλωσα την δεκαετία του 2000. Μαθητής Δημοτικού θυμάμαι να πανηγυρίζω για το Euro του 2004 και, αμέσως μετά από εκείνο το αλησμόνητο «πειρατικό», ήρθαν οι αξεπέραστοι Ολυμπιακοί Αγώνες. Το κοριτσάκι έσβησε την φλόγα στην τελετή λήξης των αγώνων και μετά οι ισχνές αγελάδες διαδέχθηκαν τις παχιές.
Ήμουν μαθητής Γυμνασίου όταν ο Γρηγορόπουλος έπεφτε νεκρός και Λυκείου όταν μπήκαμε στα μνημόνια. Πολλά γεγονότα και πολλές ασχήμιες πέρασαν από πάνω μας. Γαλουχηθήκαμε σε ένα σκληρό περιβάλλον που δεν σου άφηνε περιθώρια για επιλογές. Μετά ήρθαν τα φοιτητικά χρόνια. Ήταν ένα βράδυ καλοκαιριού -το θυμάστε όλοι- που κοιμηθήκαμε αμέριμνοι εν μέσω εξεταστικής και ξυπνήσαμε άγρια και βίαια πολιτικοποιημένοι οπαδοί του «Ναι» οι μεν, του «Όχι» οι δε.
Η φύση της κρίσης δεν είναι η καταστροφή αλλά η συνεχής και βασανιστική φθορά. Και όλοι εμείς, μέσα σε αυτά τα χρόνια, φθαρήκαμε εν τη γενέσει μας. Η ανεργία, η ξενιτιά, τα οκτάωρα που γίνονταν δωδεκάωρα, ο μισθός που μειώνεται, μαζί με την κοινωνική και πολιτική μιζέρια, όλες αυτές ήταν καταστάσεις που βιώσαμε.
Τώρα ο Θεός, η μοίρα, η ζωή -πείτε το όπως θέλετε- επιφύλασσε σε όλους, αλλά ειδικά στην δικιά μας γενιά, την πανδημία του κορονοϊού. Εχθρός αόρατος, ύπουλος, δεν κάνει διακρίσεις. Όταν ξεκίνησε αυτή η ιστορία, για να μας χρυσώσουν το χάπι στο νοσοκομείο, οι ανώτεροι μάς έλεγαν ότι η πανδημία είναι η μεγάλη κρίση που έχει ιστορικό χρέος να ζήσει η γενιά μας. Απλοϊκές σκέψεις που σκόνταψαν στην συνέχεια πάνω σε τρεις διαβολικούς μήνες.
Ποια ήταν η καθημερινότητά μας αυτούς τους τρεις μήνες της καραντίνας; Όλοι μας την θυμόμαστε: το πρωί η αγωνία της μόλυνσης και της μετάδοσης που κρυβόταν πίσω από μάσκες και γάντια και το βράδυ η βασανιστική μιζέρια του «Μένουμε Σπίτι». Στερηθήκαμε πολλά αυτό το διάστημα. Μερικοί χάσαμε τους φίλους μας, αρκετοί τις δουλειές τους, άλλοι το φλερτ και τον έρωτα, την δυνατότητα να αισθανθούμε κάτι θετικό όλοι μαζί και να αλληλεπιδράσουμε ως κοινωνία.
Τον Μάιο που μας πέρασε βγήκαμε νικητές από τον πρώτο γύρο της μάχης με τον COVID-19 και ξεκίνησε η «απελευθέρωση». Όλοι μας την περιμέναμε. Εφηύραμε άθλια σοφίσματα ότι αυτό που ζούσαμε ήταν ένα ψέμα. Ο μεγάλος θριαμβευτής της οικονομικής κρίσης η συνωμοσιολογία επέστρεψε για να διεκδικήσει το μερτικό της από τον κορονοϊό. Άραγε πόσο επιπόλαιοι μπορούμε να γίνουμε χρησιμοποιώντας ανυπόστατες συνωμοσιολογικές δικαιολογίες; Όταν μας κάνει κάποιος παρατήρηση γιατί δεν φοράμε μάσκα στο λεωφορείο και αμέσως γινόμαστε επιθετικοί μαζί του; Δεν μας νοιάζει; Δεν θέλουμε να πιστέψουμε αυτό που ζούμε; Κανείς δεν ξέρει…
Κάπως έτσι ξεκίνησε και εξελίσσεται ένας πόλεμος των γενεών -και εξηγούμαι: Ο νέος αδιαφορεί. Ο νέος αρρωσταίνει και περνάει την ίωση στο «πόδι». Ο νέος δεν προσέχει. Διψάει για ζωή συνωστιζόμενος το πρωί στην παραλία και το βράδυ στα κάθε λογής κέντρα, μπαρ και κλαμπ. Ο ηλικιωμένος φοβάται και προσέχει, παραμένοντας συνέχεια κλεισμένος στο σπίτι του. Ο ηλικιωμένος έχει στερηθεί και τις μικρότερες απολαύσεις του. Έχει προβλήματα και κάθε μέρα παίρνει μια παλέτα από φάρμακα για να μπορεί να συνεχίσει την μίζερη καθημερινότητα του εγκλεισμού του.
Ο άνθρωπος προχωρημένης ηλικίας βλέπει με καχυποψία τον νέο ή, ακόμα χειρότερα, με ανοικτή εχθρότητα. Ο νέος είναι εν δυνάμει απειλή για εκείνον και αυτό αμέσως δημιουργεί ένα μεγάλο κενό ανάμεσα στις γενεές. Είναι και αυτό ένα σημείο της εποχής του κορονοϊού. Τα εγγόνια στράφηκαν κατά των παππούδων και των γιαγιάδων. Δεν είναι κάτι το συνειδητό αλλά το ασυναίσθητο. Το αποτέλεσμα παραμένει το ίδιο
Όταν έρθει το φθινόπωρο και ο χειμώνας μαζί με το δεύτερο κύμα θα είναι εξαιρετικά οδυνηρό. Δεν ξέρουμε τι ένταση θα έχει αλλά βλέπουμε με μεγάλη ανησυχία τα νέα που μας έρχονται, όχι από τις ΗΠΑ και την Κίνα αλλά από χώρες της γειτονιάς μας, όπως η Σερβία και η Βουλγαρία.
Στην Σερβία την Κυριακή 5 Ιουλίου είχαν καταγραφεί 302 νέα κρούσματα και συνεχώς μέρα με την ημέρα ο αριθμός αυτός αυξάνεται. Στο Βελιγράδι ο στρατός κατασκευάζει νοσοκομεία εκστρατείας. Στην Βουλγαρία τα νέα κρούσματα που καταγράφηκαν την περασμένη εβδομάδα ήταν 1.049!
Φανταστείτε τι θα γίνει αν ένα κρούσμα βρεθεί σε ένα πολυσύχναστο τουριστικό κέντρο, στην Κασσάνδρα της Χαλκιδικής π.χ., ή ένας φορέας τού ιού βρεθεί χωρίς μάσκα μέσα στο μετρό της Αθήνας. Πιστεύετε αγαπητοί μου συνομήλικοι ότι η γενιά μας θα μπορούσε να σηκώσει το βάρος της ευθύνης για μια επιδημία COVID-19 μέσα στο καλοκαίρι, πριν ακόμα φτάσουμε στο δεύτερο κύμα;
Ας δούμε τι περνάνε οι Σέρβοι και ας μην είμαστε τόσο επιπόλαιοι. Ο κίνδυνος δεν μας άφησε. Είναι εδώ και δεν είναι ψεύτικος. Δεν είμαστε έξω από την πανδημία για να φερόμαστε επιπόλαια και με «μαγκιά». Μπορούμε πολύ εύκολα να μετατρέψουμε τους εαυτούς μας σε υγειονομικές βόμβες για τους γύρω μας και ιδιαίτερα για τους αγαπημένους μας.
Πιστέψτε με: αυτό είναι ένα βάρος που δεν θα ήθελε κανένας να το σηκώσει.
* Ο Παύλος Ι. Αλεξιάδης είναι ειδικευόμενος ιατρός