Η απάντηση στην εισφοροδιαφυγή είναι η δραστική μείωση των εισφορών

Η απάντηση στην εισφοροδιαφυγή είναι η δραστική μείωση των εισφορών

Της Κατερίνας Ζιούτα*

Υπηρετώ εδώ και δεκαπέντε χρόνια το χώρο της Κοινωνικής Ασφάλισης. Είμαι πεπεισμένη ότι το τεράστιο ζήτημα της εισφοροδιαφυγής δεν πρόκειται να αντιμετωπιστεί ποτέ αποτελεσματικά, αν δεν θεσμοθετηθεί δραστική μείωση των ασφαλιστικών εισφορών. Δεν είναι τυχαίο ότι στην Κύπρο – όπου οι εισφορές που βαρύνουν την εκάστοτε επιχείρηση ανέρχονται σε 16% για τον εργοδότη και 4% για τον εργαζόμενο μισθωτό, αθροιστικά δηλαδή όσο αντιστοιχεί στη χώρα μας μόνο για τον κλάδο σύνταξης – δεν υπάρχει, ουσιαστικά, εισφοροδιαφυγή.

Αν δεν μειωθούν οι ασφαλιστικές εισφορές δεν θα εξαλειφθούν τα φαινόμενα ανομίας. Οι επιχειρήσεις θα συνεχίσουν να μετέρχονται με επιτυχία τους πιο απίθανους τρόπους εισφοροδιαφυγής. Η εικονική ασφάλιση θα λάβει ανεξέλεγκτες διαστάσεις. Το ζήτημα είναι έχει ευρύτερες κοινωνικές προεκτάσεις. Οι μισθωτοί, που αποτελούν τα εύκολα θύματα, αναγκάζονται να δηλώνουν ψευδώς, ότι εργάζονται σε άλλον εργοδότη από τον πραγματικό ή/και ότι εργάζονται με μειωμένη απασχόληση ενώ στην πραγματικότητα εργάζονται με πλήρη.

Σε αυτό το πλαίσιο της πλήρους ανομίας, επιχειρήσεις ασφαλίζουν προσωπικό σε ΑΦΜ, τα οποία δεν έχουν καμία σχέση με τον πραγματικό χώρο εργασίας, ούτε με τον εργοδότη ούτε καν με την πραγματική δραστηριότητα. Και την ίδια ώρα, η Υπουργός Εργασίας εξήγγειλε τροποποίηση στον τρόπο επιβολής της Πράξης Επιβολής Προστίμου (Π.Ε.Π.) ύψους 10.549,44€ (για μισθωτό άνω των 25 ετών) που θεσμοθετήθηκε από την συγκυβέρνηση Νέας Δημοκρατίας – ΠΑΣΟΚ με αρμόδιο Υπουργό Εργασίας τον κ. Βρούτση, για την αντιμετώπιση της αδήλωτης εργασίας.

Παρά τις αρχικές επιφυλάξεις για την αποτελεσματικότητα του μέτρου, ο πολύ μεγάλος αριθμός εργοδοτών που κατέκλυσαν καλοκαιριάτικα τα Μητρώα εργοδοτών των Υποκαταστημάτων του τέως ΙΚΑ – ΕΤΑΜ σε όλη τη χώρα, σπεύδοντας να δηλώσουν το ανασφάλιστο προσωπικό τους υπό την απειλή του αυστηρότατου προστίμου, έδειξε ότι αρχικά πέτυχε τον στόχο του.

Προφανώς, βέβαια, κανένα πρόστιμο δεν αποτελεί πανάκεια. Για αυτό και η αντιμετώπιση της αδήλωτης εργασίας δεν θα μπορούσε να επιτευχθεί μόνο με την επιβολή του προστίμου. Το να φτάνει, όμως, η σημερινή Υπουργός Εργασίας να εξαγγέλλει την κλιμακωτή μείωση του προστίμου ως τρόπο αντιμετώπισης της αδήλωτης εργασίας είναι τρανή απόδειξη της άγνοιας του προβλήματος. Έχει τεθεί προς συζήτηση η πρόταση, μισθωτός που δεν ήταν στον πίνακα προσωπικού αν προσληφθεί για τρεις μήνες, να μειώνεται το πρόστιμο στο ποσό των 7.000 ευρώ, εάν προσληφθεί για έξι μήνες 5.000 ευρώ και αν είναι ακολουθήσει ετήσια σύμβαση, 3.000 ευρώ.

Δεν χρειάζεται μεγάλη φαντασία για να προβλέψουμε τι θα ακολουθήσει: Ο μισθωτός θα προσλαμβάνεται για όσους μήνες σηκώνει η τσέπη του εργοδότη του και θα απολύεται με συνοπτικές διαδικασίες μόλις συμπληρωθεί ο απαιτούμενος χρόνος. Ακόμα κι αν προσπεράσουμε το παράδοξο να κλείνει το μάτι στους εργοδότες μια «αριστερή» Κυβέρνηση, η προτεινόμενη ρύθμιση μείωσης του προστίμου με λογική παζαρέματος και συνδιαλλαγής με τους παραβάτες, αποτελεί άλλο ένα τραύμα στην εικόνα του Κράτους και της αξιοπιστίας που θα έπρεπε να εκπέμπει μέσω της Διοίκησης.

Επίσης, η σύναψη της σύμβασης εργασίας θα εκβιάζεται, αναιρώντας την ίδια της την υπόσταση ως σύμβαση που θα έπρεπε να συμφωνείται ελεύθερα μεταξύ των μερών, με ότι αυτό συνεπάγεται για τις μεταξύ τους σχέσεις. Εκτός αυτού, εγείρονται σοβαρές επιφυλάξεις για το κατά πόσο μπορεί τεχνικά να υποστηριχθεί μια τέτοια ρύθμιση, καθώς θα απαιτεί συνεχή παρακολούθηση τήρησης των συγκεκριμένων συμβάσεων, ώστε να μην απολυθούν οι μισθωτοί νωρίτερα από τον συμφωνημένο χρόνο και διασφάλισης της πληρωμής των ασφαλιστικών τους εισφορών.

Κυρίως, όμως, η προτεινόμενη τροπολογία καταδεικνύει την επιδερμική και ψηφοθηρική αντιμετώπιση του προβλήματος, που δεν προσφέρει απολύτως τίποτα στην προσπάθεια καταπολέμησης της αδήλωτης εργασίας.

Αν δεν θεσμοθετηθεί μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, η οποία θα ανακουφίσει τις επιχειρήσεις, τα φαινόμενα της εισφοροδιαφυγής και της αδήλωτης εργασίας δεν πρόκειται να εξαλειφθούν. Χρειαζόμαστε, ακόμη, ένα σημαντικό μέτρο που θα τονώσει την απασχόληση, θα αποφέρει έσοδα στο κράτος και κυρίως θα αναδείξει το ρόλο του ως συμπαραστάτη στον συνεπή επιχειρηματία: τη θεσμοθέτηση του Λευκού Μητρώου Επιχειρήσεων. Η επιβράβευσή τους με περαιτέρω έκπτωση των ασφαλιστικών εισφορών, η οποία προβλέπεται στο πρόγραμμα της Νέας Δημοκρατίας, πρέπει επιτέλους να γίνει πράξη. Το οφείλουμε σε όλους αυτούς τους επιχειρηματίες που αγωνίζονται με νύχια και με δόντια να μείνουν συνεπείς στις υποχρεώσεις τους και νιώθουν δικαιολογημένα, ότι αδικούνται.

*Η κα Κατερίνα Ζιούτα ανήκει στο Μητρώο Πολιτικών Στελεχών της Νέας Δημοκρατίας.