Η χώρα χρειάζεται ένα νέο αφήγημα. Ένα σχέδιο συγκροτημένο και ταυτόχρονα φρέσκο, μακριά από μπαγιάτικες αγκυλώσεις και πολιτικές ατολμίες. Η επιτροπή Πισσαρίδη που παρουσιάζει τις πρώτες της προτάσεις την Πέμπτη θα κάνει ασφαλώς την δουλειά της. Κεφαλαιοποίηση του ασφαλιστικού, στροφή στην μεταποίηση, δραστικές αλλαγές στο ευρύτερο Δημόσιο και στην απονομή Δικαιοσύνης, σύνδεση πανεπιστημίων με αγορά εργασίας, ακούγεται ότι θα είναι ανάμεσα στις προτάσεις της.
Όσο καλές όμως και αν είναι αυτές, το ζητούμενο είναι οι προϋποθέσεις εφαρμογής τους, ώστε να μην έχουν την ίδια τύχη με εκείνες των τελευταίων είκοσι ετών. Οι παλαιότεροι θυμούνται τις προτάσεις της επιτροπής Σπράου στα τέλη της δεκαετίας του ’90, τις προτάσεις Γιαννίτση για το Ασφαλιστικό το 2001, την έκθεση McKinsey το 2012, μέτρα τα οποία είχαν εντοπίσει τα ίδια με τα σημερινά προβλήματα και τα οποία αν είχαν εφαρμοστεί θα είχαμε αποφύγει τη χρεοκοπία του 2010 και σήμερα θα ήμασταν σε πολύ καλύτερη μοίρα από την τωρινή. Σήμερα, όπως και τότε, συντεχνίες, κρατικοδίαιτα επιχειρηματικά συμφέροντα και μέρος του πολιτικού συστήματος έχουν μυριστεί τι ετοιμάζεται και ακονίζουν ήδη τα μαχαίρια τους. Οι επιτροπές «σοφών» υποβάλουν διαχρονικά πολύ καλές προτάσεις, ωστόσο δεν είναι δουλειά τους να απαντούν σε πολιτικά προβλήματα.
Σε μια χώρα όπου το πρόβλημα είναι βαθιά πολιτικό είναι οι πολιτικοί εκείνοι που θα εφαρμόσουν τις όποιες προτάσεις, είτε ίδιες, είτε αλλαγμένες. Ανάλογα με το πολιτικό ρίσκο που θα αναλάβουν, θα πείσουν και την κοινωνία να τις αποδεχτεί. Είναι το πολιτικό προσωπικό έτοιμο να υποστηρίξει μεγάλες μεταρρυθμίσεις ; Είναι η κοινωνία έτοιμη να τις υποδεχτεί;
Το μόνο βέβαιο προς το παρόν αφορά τα λεφτά τα οποία αυτή την φορά υπάρχουν. Τα 50-60 δισεκατομμύρια ευρώ των κοινοτικών ενισχύσεων – ή όσα εμπάσει περιπτώσει προκύψουν όταν η ΕΕ συμφωνήσει στο νέο Ταμείο Ανάκαμψης- μπορούν μέσω των κατάλληλων ΣΔΙΤ (Συμπράξεων Δημόσιου Ιδιωτικού Τομέα) να πολλαπλασιαστούν και να καλύψουν το επενδυτικό κενό της καταστροφικής δεκαετίας 2009-2019.
Στην ουσία πρόκειται για την επανίδρυση της χώρας με μια σειρά μεταρρυθμίσεων που έχουν καθυστερήσει για πολλές δεκαετίες. Ο τελικός κατάλογος των μεταρρυθμίσεων θα καθοριστεί με βάση συστηματικές επιστημονικές και πολιτικές διαδικασίες που έχουν ήδη δρομολογηθεί με την Επιτροπή Πισσαρίδη. Χρειάζονται όμως τρεις προϋποθέσεις.
Σωστός σχεδιασμός. Η πρώτη προϋπόθεση αφορά στην οργάνωση ενός τέτοιου γιγαντιαίου προγράμματος μεταρρυθμίσεων και στην εκπόνηση των Business Plans για το οριστικό περιεχόμενο και το χρονοδιάγραμμα υλοποίησης της κάθε μεταρρύθμισης. Επειδή στη χώρα δεν υπάρχει η σχετική πολιτική κουλτούρα, ούτε η σχετική τεχνογνωσία, καίριο ρόλο πρέπει να παίξει το επιστημονικό και επιχειρηματικό δυναμικό της ελληνικής ομογένειας, το οποίο έχει ολοκληρωμένη άποψη για τα εν λόγω ζητήματα. Μιλάμε για «προβλήματα» που έχουν ήδη επιλυθεί στις διάφορες χώρες του αναπτυγμένου κόσμου και υπάρχει πλούσια εμπειρία για τις επιδόσεις των εναλλακτικών επιλογών.
Ενεργοποίηση του επιχειρείν. Η δεύτερη προϋπόθεση επιτυχούς υλοποίησης των μεταρρυθμίσεων είναι η χρησιμοποίηση σχημάτων ΣΔΙΤ σε όλες τις περιπτώσεις. Το Δημόσιο θα ηγηθεί στη διαδικασία σχεδιασμού και θα εξασφαλίσει τα πρώτα κεφάλαια. Αλλά από μόνο του το Δημόσιο δεν αρκεί. Πρέπει να συνεισφέρουν και οι έλληνες επιχειρηματίες, να προχωρήσουν σε επενδύσεις, να δημιουργήσουν νέο πλούτο, νέες θέσεις εργασίας. Να πρωταγωνιστήσουν, να συμπεριφερθούν εντελώς διαφορετικά απ’ ότι κατά την δεκαετή κρίση 2010-2019. Να πάρουν πρωτοβουλίες, να συμβάλλουν με συμπληρωματικά κεφάλαια, να διεκδικήσουν ρόλο στην ανάκαμψη της χώρας.
Αυστηρή εποπτεία. Η τρίτη και σημαντικότερη προϋπόθεση είναι η αυστηρή επιβολή, εποπτεία και τήρηση των αρχών εταιρικής διακυβέρνησης στα σχήματα ΣΔΙΤ, μέσω της οποίας προστατεύονται τα συμφέροντα όλων των συμμετεχόντων καθώς και των συναλλασσόμενων, χωρίς να μπορεί η μια πλευρά να επωφελείται εις βάρος των άλλων. Η τεχνογνωσία εφαρμογής αυτής της νέας εταιρικής λειτουργίας είναι πλέον διαθέσιμη στη χώρα και αυτό που χρειάζεται είναι η μη φαλκίδευσή της από το πολιτικό σύστημα. Εάν είχαν εφαρμοστεί οι αρχές αυτές στην περίοδο της μεταπολίτευσης, θα ήταν εντελώς διαφορετική η πορεία των δημόσιων οργανισμών και υπηρεσιών.
Συμπερασματικά, αποτελεί ιστορική ευκαιρία για την χώρα το γεγονός ότι η ΕΕ έθεσε σε κίνηση την πορεία πολιτικής ενοποίησης σε μια στιγμή που η Ελλάδα βρίσκεται μπροστά σε μια τεράστια ύφεση και αφού έχει περάσει μια δεκαετή οικονομική καθίζηση. Οι γενιές που έφεραν την χώρα σε αυτή την κατάσταση έχουν υποχρέωση να δράξουν την τελευταία ευκαιρία και να επανιδρύσουν την χώρα που θα παραδώσουν στα παιδιά τους. Η επανίδρυση έχει αποτύχει πολλές φορές μέχρι σήμερα. Δεν θα υπάρξουν άλλες ευκαιρίες.
*Ο Μιλτιάδης Νεκτάριος είναι καθηγητής στο τμήμα Στατιστικής Και Aσφαλιστικής Eπιστήμης στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς