Του Κυριάκου Αθανασιάδη
Σε αντίθεση με το κοινό αίσθημα, άκουσα με πολύ μεγάλη ικανοποίηση την είδηση για την ανάθεση στη Γιάννα Αγγελοπούλου της θέσης τής επικεφαλής για την επιτροπή Ελλάδα 2021. Η επιτροπή αυτή, θυμίζουμε, θα συγκροτηθεί για να οργανώσει τις εκδηλώσεις που θα γίνουν στην Ελλάδα και στο εξωτερικό για τα 200 χρόνια από το '21.
Πρώτα-πρώτα, με χαροποίησε το γεγονός καθαυτό: ότι θα υπάρξει κάποια τέτοια επιτροπή. Ο χρόνος κυλά, μέχρι τώρα δεν έχει γίνει το παραμικρό, και όποιος νομίζει ότι ο σκάρτος ενάμισης χρόνος που απέμεινε μέχρι την έναρξη των εορτασμών για τη μεγάλη επέτειο είναι αρκετός, πλανάται πλάνην οικτράν. Είναι ελάχιστος. Δεν επαρκεί. Αλλά μπορούμε να ελπίζουμε ότι εντέλει —μ' αυτόν τον «μαγικό» ελληνικό τρόπο…— όλα θα γίνουν, έστω και την τελευταία στιγμή.
Ποια είναι αυτά τα «όλα»; Θα δούμε. Θα είχα να προτείνω ακόμη και… εγώ, αλλά φυσικά ούτε η θέση μου είναι τέτοια, ούτε αρμόδιος είμαι. Το μόνο που ξέρω είναι ότι το '21 υπήρξε μία μεγάλη φιλελεύθερη επανάσταση, όχι μόνο πανευρωπαϊκού, αλλά παγκοσμίου βεληνεκούς. Τρεις τέτοιες μεγάλες επαναστάσεις είχαμε: την αμερικανική, τη γαλλική, την ελληνική. Και ποτέ ξανά δεν θα γιορτάσουμε μια τόσο μεγάλη επέτειο: στα 300 χρόνια από τότε, κανείς μας δεν θα είναι εδώ. Τα μηνύματα της Ελληνικής Επανάστασης, αυτού του πελώριου γεγονότος εν προόδω είναι πολλά, ανήκουν σε όλη την ανθρωπότητα, και η ευκαιρία του εορτασμού τους είναι μία λαμπρή, η πιο λαμπρή, ευκαιρία για να ξανασυστηθεί η Ελλάδα στον κόσμο μετά τη δεκαετία των παλινωδιών της. Μια τεράστια, μια σπουδαία ευκαιρία.
Αυτό είναι το ένα που με χαροποίησε. Το άλλο είναι ο διορισμός ως επικεφαλής της Γιάννας Αγγελοπούλου, τον οποίο βρήκα ευφυέστατο από κάθε άποψη. Η Γιάννα Αγγελοπούλου διαθέτει δύο «βαριά» χαρακτηριστικά, μεταξύ άλλων: έκανε τους Αγώνες τού 2004? και υπήρξε, εξ όσων επί χρόνια και χρόνια ακούγαμε, ένθερμη θιασώτης της επιστροφής στη δραχμή, του Plan A δηλαδή των δραχμιστών τού ΣΥΡΙΖΑ, του Τσίπρα και των λοιπών. Ήταν γνωστό, σε όσους τα κατέχουν αυτά, ότι επιχειρηματίες του βεληνεκούς της Αγγελοπούλου μόνο να κερδίσουν θα είχαν από την καταβύθιση της χώρας στην απόλυτη ανέχεια, στην πάγκοινη φτώχεια, στη φρικτή δυσπραγία. Ουσιαστικά, θα μπορούσαν να «αγοράσουν» τη χώρα και να την έχουν να τη χαίρονται…
Η επιχείρηση αυτή απέτυχε, για μία σειρά από λόγους. Κάποιοι έγιναν γνωστοί. Κάποιοι άλλοι θα γίνουν στο μέλλον. Πάντως, για να το πούμε άλλη μία φορά στα γρήγορα, κανείς πολιτικός αρχηγός, ακόμη και ο πιο βλαξ της ιστορίας, δεν θα επιχειρούσε εντέλει κάτι τέτοιο, τη στιγμή κατά την οποία θα μάθαινε από έγκυρα χείλη ότι αυτό θα σήμαινε το τέλος του, μαζί και με το τέλος της Δημοκρατίας στην Ελλάδα. Και αν το δεύτερο δεν θα ήταν βέβαια οριστικό, το δικό του ασφαλώς και θα ήταν.
Εν πάση περιπτώσει, όλα αυτά είναι παρελθόν: είναι ιστορία. Και δεν θα μας ξαναπασχολήσουν ποτέ πια. Η Ελλάδα δέθηκε ακόμη πιο γερά στο άρμα της Ευρώπης χάρη σε αυτή την ιστορία, και σύντομα θα βρεθεί και πάλι κοντά στη θέση της ηνιόχου χώρας. Αυτό είναι νομοτέλεια.
Οπότε, για να ξανάρθουμε στο χαρμόσυνο γεγονός των 200 χρόνων, ναι: ο διορισμός της Αγγελοπούλου, ουσιαστικός αλλά και συμβολικός, είναι ό,τι καλύτερο μπορούσαμε να περιμένουμε. Είναι ουσιαστικός, γιατί έχει το know how, και τις γνωριμίες, από την Αθήνα 2004, μία εξαιρετικά επιτυχημένη διοργάνωση σε κάθε επίπεδο. Και συμβολικός, καθώς έτσι, με μια μονοκοντυλιά, «παραγράφεται» η παρελθούσα δεκαετία (της), ενσωματώνεται δόξη και τιμή στην ευρωπαϊκή ατμομηχανή (και όχι στο καραβάνι…) της Ελλάδας, και σκύβει ταπεινά το κεφάλι, όπως όλοι μας, μπροστά στο μεγαλείο και την ιστορικότητα των στιγμών. Μπροστά στην εκπεφρασμένη από την Ιστορία βούληση της χώρας να πάει ξανά όσο πιο ψηλά γίνεται.
Για να λαϊκίσω κι εγώ, «όλοι μαζί μπορούμε». Κι αν όχι όλοι-όλοι μαζί, τουλάχιστον όσοι το πιστεύουμε ότι μπορούμε, και όσους μάς συμφέρει να μπορέσουμε.
Συγχαρητήρια σε όποιον το σκέφτηκε, και εύγε στον πρωθυπουργό για τη γενναία αυτή απόφαση που σκόρπισε πυροτεχνήματα αμηχανίας ένθεν-κακείθεν. Και βέβαια: σιδεροκέφαλη στη Γιάννα Αγγελοπούλου για τη νέα της θέση.
Ευχή όλων οι εορτασμοί, οι εκδηλώσεις και οι λοιπές ενέργειες που θα γίνουν να κυμανθούν σε υψηλό επίπεδο. Να αποφύγουν τις βλακώδεις εθνικιστικές ρητορείες και τους ανόητους κομπασμούς. Να έχουν λελογισμένο προϋπολογισμό. Και να μιλήσουν γι' αυτό που πράγματι γιορτάζουμε: όχι την Επανάσταση του 1821 (αυτή την τιμούμε κάθε χρόνο τον Μάρτιο), αλλά την Ελλάδα του 2021. Μια σύγχρονη, ευρωπαϊκή, φιλελεύθερη χώρα. Μια χώρα που τιμά τις αξίες της Επανάστασης και των ιδανικών που τη γέννησαν: την ελευθερία, την ισότητα και τη δικαιοσύνη. Μια χώρα που το 'βαλε πείσμα, από το τίποτα, να γίνει πρώτη.