Ένα βίντεο είναι μέσο. Μέσο για να διηγηθείς μια ιστορία, να πλέξεις πληροφορίες, δεδομένα και νοήματα. Το πιο σημαντικό, άρα, είναι να έχεις πρώτα βρει τι είναι αυτό που θες να πεις, ώστε να καταλήξεις στη συνέχεια στο πώς είναι καλύτερα να το πεις. Είναι σαφές ότι το βίντεο που προβλήθηκε στην πρόσοψη του κτηρίου της Βουλής των Ελλήνων κρίθηκε ως ο καλύτερος τρόπος να τιμηθεί δημόσια η θέση και συμβολή των Ενόπλων Δυνάμεων, ειδικά μέσα στις συνθήκες περιορισμού της κοινωνικότητας που επιβάλλει η πανδημία. Κρίθηκε έτσι εξαρχής από την πολιτική και στρατιωτική ηγεσία, κρίθηκε έτσι και εκ του αποτελέσματος από τους περισσότερους συμπολίτες μας. Αρκετοί δυσφόρησαν, όχι όλοι για τους ίδιους λόγους. Οι κατακρίσεις δεν έμειναν στο αισθητικό πεδίο, άλλωστε ποιος μπορεί ποτέ να καλύψει αισθητικά τους πάντες, προχώρησαν ακόμα και σε αιτιάσεις θεσμικής δεοντολογίας. Δεν είναι σκόπιμο να χαρτογραφήσουμε εδώ τις επικριτικές γνώμες, θεωρούμε όμως εκ των προτέρων υπερβολική και εκτός πραγματικότητας την άποψη για “θρησκοληψία” ή “προγονοπληξία”. Το πρόβλημα με το βίντεο δεν είναι εκεί…
Οι Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις είναι ένας πολύ ισχυρός οργανισμός, με πολύ ισχυρό αποτύπωμα στο βάθος του χρόνου. Είναι εκπρόσωποι μιας πολυπρόσωπης στρατιωτικής ιστορίας χιλιάδων ετών, είτε αυτό αρέσει είτε όχι, έτσι είναι. Η υπερβολική έμφαση σε ό,τι προηγήθηκε των διακοσίων χρόνων της ζωής του σύγχρονου κράτους δεν είναι θεμιτή, αλλά η πλήρης εξαφάνιση του απώτερου παρελθόντος δεν είναι σκόπιμη σε καμία περίπτωση. Όπως όμως ισχύει για την καθαυτό ιστορία του σύγχρονου στρατεύματος, έτσι και για όσα φέρουμε στις ιστορικές μας αποσκευές έχει καθοριστική σημασία τι επιλέγει να παρουσιάσει κανείς και πώς. Η σύνταξη του περιεχομένου αυτού του ολιγόλεπτου εορταστικού βίντεο ήταν κάτι χειρότερο από ακαλαίσθητη, ήταν σόλοικη, ήταν πρόχειρη. Δεν φανέρωσε γνώση σε βάθος, δε φανέρωσε συνείδηση της βαρύτητας του brand που θέλει να παρουσιάσει.
Από τη ναυμαχία της Σαλαμίνας άλμα σε ένα ακαθόριστο βυζαντινό υγρό πυρ, αγνοώντας το αλεξανδρινό πολεμικό ιδανικό και τα ελληνιστικά έπη, από εκεί ως το ‘21 επίσης σκοτάδι, πλήρης αποσιώπηση της παρουσίας μας σε όλα τα μεγάλα και καταστατικά ραντεβού του σύγχρονου κόσμου, από τους περιώνυμους stradioti στους αναγεννησιακούς στρατούς, τη ναυμαχία της Ναυπάκτου και τους βενετοτουρκικούς πολέμους, τη ναπολεόντια τιτανομαχία. Μα και μετά το 1830, αντίστοιχα σιγή για τον Κριμαϊκό πόλεμο, τους Βαλκανικούς με τις αεροπορικές και ναυτικές καινοτομίες, ακόμα και στον Β’ ΠΠ απουσία ενός Ναυτικού που έδρασε από τον Ινδικό ως τη Νορμανδία, των διδύμων της SAS Ιερολοχιτών και των αεροπόρων που επάνδρωσαν ελληνικά και ξένα κόκπιτ. Απουσία της Κορέας, των ειρηνευτικών αποστολών, της συμβολής σε φυσικές καταστροφές και την πανδημία.
Η ιστορία και η εθνική ταυτότητα, όπως και η ανθρώπινη προσωπικότητα, έχουν πολλές πτυχές. Το τι επιλέγουμε κάθε φορά να προβάλουμε, αλλά και πώς το προβάλουμε λέει περισσότερα για εμάς τους ίδιους και το πώς βλέπουμε τον εαυτό μας, παρά για την ιστορία και την ταυτότητα την ίδια. Άρα εκεί πρέπει να στραφεί η κριτική, στο πώς αντιλαμβανόμαστε εμείς οι ίδιοι τον εαυτό μας, ώστε να τον παρουσιάσουμε στο εσωτερικό και εξωτερικό κοινό. Όσο συνεχίζουμε να κατευθύνουμε τις προσπάθειές μας σε μια διεκπεραιωτική διαδικασία, χωρίς έμπνευση, χωρίς δύναμη, χωρίς επιδραστικότητα, οι προσπάθειες αυτές είναι καταδικασμένες να μένουν στείρες, να μην αποφέρουν. Δεν ξέρω ποιοι σχεδίασαν το συγκεκριμένο βίντεο, τι σκεπτικό έχουν και με ποιο τρόπο δούλεψαν το αντικείμενο της επικοινωνίας. Ξέρω μόνο αυτό που είδα, και αυτό δεν μαρτυρά κάτι ιδιαίτερα αξιομίμητο. Το κακό είναι ότι, όταν έχουμε να κάνουμε με προϊόντα επικοινωνίας, αυτή η καχεξία περνά από τον δημιουργό στο αντικείμενο. Και κανείς μας δεν πρέπει να είναι ευχαριστημένος όταν οι Ένοπλες Δυνάμεις φαίνονται ιστορικά και επιτελεστικά καχεκτικές.
Αν σκοπός του βίντεο ήταν να απευθυνθεί αποκλειστικά σε όσους γνωρίζουν και αγαπούν τις Ένοπλες Δυνάμεις, τότε ναι, ίσως πέτυχε τον σκοπό του, γιατί όλοι όσοι τις αντιμετωπίζουμε θερμα χαρήκαμε που απεικονίστηκαν πάνω στην όψη της δημοκρατικής μας πολιτείας, είναι σημαντικό να αναγνωρίζεται η παρουσία και συμβολή τους και να προβάλλεται η δυναμική τους. Αυτό ήταν όμως που θα έπρεπε να θέλουμε, η διέγερση του συναισθήματος των οικείων με ένα εμπνευστικά μέτριο και αισθητικά κοινότοπο μέσο; Συνέπεσε αυτή η παρουσίαση με την ανάδειξη της Ελλάδας σε πρωταγωνιστή της soft power από την επιθεώρηση διεθνών σχέσεων Monocle. Αυτή η εξέλιξή πρέπει να προβληματίσει πολλούς -δεν πρέπει να έχουμε πολλές ελπίδες ωστόσο ότι όντως θα γίνει αυτό. Η soft power είναι ο πολλαπλασιαστής της σκληρής ισχύος, είναι αντήχηση της εθνικής και θεσμικής προσωπικότητας στον διεθνή χώρο. Δεν υπάρχει τίποτε πιο επιδραστικό για έναν στρατιωτικό οργανισμό από την μεγιστοποίηση της εθνικής εμπιστοσύνης και του διεθνούς κύρους του. Το θέμα δεν είναι πόσα δευτερόλεπτα προβλήθηκε η Υπεραγία Θεοτόκος πάνω στη Βουλή, λες και ξαφνικά ανακαλύψαμε το εθνικό μας έλλειμμα σε laïcité. Το θέμα είναι ποιοι είμαστε, πώς συγκροτούμε την ταυτότητά μας, τι θέση θέλουμε στον σύγχρονο κόσμο και πώς επιβάλουμε την αναγνώρισή μας.
*Ο κ. Γιάννης Χαραλαμπίδης είναι Ιστορικός και Σύμβουλος Πολιτικής Ανάλυσης και Επικοινωνίας