Μείναμε αρκετή ώρα να κοιτάζουμε έκπληκτοι την οθόνη του υπολογιστή διαβάζοντας και ξαναδιαβάζοντας σχόλιο συμπολίτη μας στην ανάρτηση του Δημάρχου Αθηναίων με την οποία ανακοίνωσε την έναρξη των έργων προσβασιμότητας στα σχολεία του Δήμου της Αθήνας για τους ΑΜΕΑ μαθητές.
Ο συμπολίτης μας ζήτησε να πληροφορηθεί τον αριθμό των ωφελούμενων ΑΜΕΑ μαθητών από έργα κόστους 4,5 εκατομμυρίων για να διαπιστώσουμε «αν συνέφερε» να προχωρήσουμε σε αυτά.
Πριν σχολιάσουμε το πνεύμα του σχολίου θα θέλαμε να επισημάνουμε ότι η έννοια του ατόμου με αναπηρία, δεν περιορίζεται αποκλειστικά στα άτομα που ζουν με χρόνιες και μόνιμες αναπηρίες κάθε είδους. Όποιος έχει σπάσει το πόδι του και έχει χρειαστεί να ζήσει με πατερίτσες για ένα μόλις μήνα καταλαβαίνει απολύτως πόσο αναγκαία είναι η προσβασιμότητα σε όλους τους χώρους για όσους δεν είναι ανά πάσα στιγμή της ζωής τους ή και καθόλου βέβαια, αρτιμελείς.
Ένας μαθητής με σπασμένο πόδι πως θα πλησιάσει την τάξη του αν δεν υπάρχει πρόβλεψη; Πόσο μάλλον όσοι ζουν σε αναπηρικό αμαξίδιο ή έχουν άλλες αναπηρίες.
Το ξεχνάμε αυτό όταν μιλάμε για τα άτομα με αναπηρία. Ο καθένας μας, σε κάποια στιγμή της ζωής του, μπορεί να βρεθεί προσωρινά ανάπηρος. Πρέπει να διακοπεί και η ζωή του;
Έχει ενδιαφέρον όμως και η έννοια της σχέσης κόστους/οφέλους που θέλησε να εισάγει ο συμπολίτης μας που σχολίασε την ανάρτηση του Δημάρχου. Μια έννοια που δεν απαντάται μόνο με επίκληση ηθικών σταθερών: «Και ένας να είναι αξίζει να κάνουμε το έργο», κάτι που ισχύει βέβαια απολύτως.
Η σχέση οφέλους/κόστους έρχεται ως επιχείρημα με θετικό πρόσημο, όταν η συζήτηση αφορά άλλες ομάδες. Γιατί να διευκολύνεται η πρόσβαση των διεμφυλικών στην εργασία; Γιατί δεν πρέπει να αποκλείονται από τις διευθυντικές ή άλλες θέσεις ιεραρχίες πολίτες στη βάση του φύλου τους ή της σεξουαλικής τους ταυτότητας; Γιατί πρέπει να ενταχθούν οι μετανάστες και οι πρόσφυγες στην κοινωνική και οικονομική ζωή της χώρας;
Οι υποστηρικτές της κατάργησης όλων των διακρίσεων βρίσκονται συχνά να επιχειρηματολογούν χρησιμοποιώντας αυτό ακριβώς το επιχείρημα: οι διακρίσεις κοστίζουν στην οικονομία, η συμπερίληψη ωφελεί.
Αυτό είναι ένα καλό επιχείρημα για τους νέο συντηρητικούς λιμπερτάριαν. Όχι βέβαια γιατί τους πείθει αλλά γιατί τους αποστομώνει. Τι να σου πει ένας νεοσυντηρητικός με φιλελεύθερη προβιά όταν του μιλάς με όρους αύξησης του ΑΕΠ; Ότι το ΑΕΠ δεν είναι ο μοναδικός και σίγουρα όχι ο ασφαλέστερος δείκτης; Αυτά μας λέει και η διεθνής της ριζοσπαστικής αριστεράς.
Χρήσιμο επιχείρημα η σχέση κόστους/οφέλους λοιπόν αλλά την ίδια στιγμή είναι έννοια στενή, «τσουρούτικη». Μια ανοιχτή, συμπεριληπτική κοινωνία προσβάσιμη σε όλους είναι καταρχάς μια δίκαιη κοινωνία. Εξίσου σημαντικό όμως είναι ότι οι ανοιχτές, συμπεριληπτικές κοινωνίες είναι ελεύθερες κοινωνίες που το σκληρό νόμισμα της ευημερίας είναι η ίδια η ευτυχία των μελών που τις απαρτίζουν.
Αυτή είναι βέβαια μια παλιά ιδέα. Τη διαβάσαμε για πρώτη φορά στην ιστορία διατυπωμένη έτσι το 1776, στην Αμερικανική Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας.
Οι Έλληνες λοιπόν ζητάμε ανοιχτές, συμπεριληπτικές κοινωνίες, για όλους τους ανθρώπους, ανεξάρτητα από τη φυσική τους κατάσταση, το χρώμα τους, τη θρησκεία τους, τη φυλή τους, το σεξουαλικό τους προσανατολισμό γιατί θέλουμε να ζούμε ως ευτυχισμένοι άνθρωποι.
Η ελευθερία δεν είναι ένας δείκτης οικονομικής ευημερίας. Είναι μια συνθήκη ατομικής και συλλογικής ευτυχίας. Συχνά, στην αμείλικτη καθημερινότητα, το ξεχνάμε. Κι όμως, είναι έτσι. Και είναι τόσο απλό.
Οι θιασώτες των περίκλειστων, περιτειχισμένων κρατών-κοινωνιών, των διακρίσεων και της ξενοφοβίας επιβουλεύονται την ευτυχία μας. Γι' αυτό και δεν πρέπει να τους ανεχόμαστε.