Του Δημήτρη Σιόλιου*
Η οργάνωση της δημόσιας διοίκησης και η γενικότερη φιλοσοφία τής μέχρι τώρα διακυβέρνησης της Χώρας έχει καθεαυτού κορπορατικά χαρακτηριστικά. Αυτά έχουν να κάνουν με τον απόλυτο και ολοκληρωτικό, πραγματικό και εν δυνάμει, έλεγχο όλης της κοινωνικής και οικονομικής δραστηριότητας από τη δημόσια διοίκηση μέσω ενός νομοθετικού λαβυρίνθου, κανονισμών, αδειοδοτήσεων, πιστοποιήσεων, εξαναγκασμών, φόρων και εισφορών, πράγματα τα οποία έχουμε εκπαιδευτεί να θεωρούμε εν πολλοίς όλοι μας ως δεδομένες και απαραίτητες κρατικές λειτουργίες. Το μοντέλο αυτό ενώ έχει δημοκρατικά χαρακτηριστικά και θεωρείται δυτικό, εξελικτικά οι βασικές του δομές έχουν μείνει στην εποχή του Μεσοπολέμου ενώ απέχει πολύ από αντίστοιχα σύγχρονα ανεπτυγμένα κοινωνικοοικονομικά συστήματα.
Ας μη σταθούμε όμως στην ιστορία και ας δούμε τα πράγματα πρακτικά. Το Ελληνικό κράτος δεν είναι μόνο μεγάλο σε μέγεθος, κύρια είναι μεγάλο σε αρμοδιότητες. Με άλλα λόγια δεν είναι τόσο το πλήθος των δημοσίων υπαλλήλων που δημιουργούν τη γνωστή σε όλους μας αναποτελεσματικότητα, είναι το τι έργο αυτοί οι κρατικοί λειτουργοί καλούνται από το νομικό και κανονιστικό πλαίσιο να φέρουν εις πέρας.
Κατά τα άλλα, εύκολα μπορεί κάποιος εμπειρικά να διαπιστώσει ότι το κράτος μας είναι υδροκέφαλο, αθηνοκεντρικό, γραφειοκρατικό, δυσκίνητο, δαπανηρό, διεφθαρμένο και εξαιτίας όλων αυτών αναποτελεσματικό και ως εκ τούτου ελλειμματικά δημοκρατικό. Το γνωστό μας δηλαδή κράτος που λατρεύουμε να μισούμε.
Δεν φτάνει μόνο ωστόσο η εμπειρική παρατήρηση για να βγάλουμε σωστά συμπεράσματα, χρήσιμο θα ήταν να δούμε και το τι γίνεται στον υπόλοιπο κόσμο. Στο παγκόσμιο ιστό κυκλοφορούν ένα σωρό λίστες κατάταξης διαφόρων δεικτών που ορίζουν συγκριτικά τη θέση κάθε κρατικής οντότητας στον παγκόσμιο χώρο. Η σύγκριση λοιπόν είναι αναπόφευκτη, εκτός βέβαια και αν κάποιος δηλώνει μακάριος του υπόλοιπου κόσμου. Αυτό όμως αγγίζει τα όρια των επιστημών της ψυχικής υγείας.
Αν δούμε σχετικά στοιχεία του ΟΟΣΑ (Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης) θα διαπιστώσουμε οι δημόσιες δαπάνες στη χώρας μας σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία ανέρχονται στο 49.8 % του ΑΕΠ. Είμαστε 6οι δηλαδή στην κατάταξη με πρώτη τη Γαλλία (56,6%) και ανάμεσα στην αγαπημένη στους απανταχού κρατικοσοσιαλιστές Σουηδία και την Αυστρία (49,4% και 50,7% αντίστοιχα). Η πρώην μνημονιόπληκτη Ιρλανδία δαπανά το 27,3% ενώ οι γείτονες Ιταλοί το 49,4 %. Από μόνα τους αυτά τα στοιχεία βεβαίως δεν λένε τίποτα. Η σημαντική διαφορά με τις βόρειες χώρες που έχουν μεγάλες δημόσιες δαπάνες είναι ότι αυτές έχουν πολύ μικρή διαφθορά. Δηλαδή ναι μεν ξοδεύουμε σχεδόν το ίδιο ως ποσοστό του ΑΕΠ με τη Δανία και τη Σουηδία αλλά η μεγάλη διαφθορά κάνει τα χρήματα που διαχειρίζεται ο κρατικός μηχανισμός να μην πιάνουν τόπο.
Το σκορ της χώρας μας στον δείκτη της Διεθνούς Διαφάνειας με άριστα το 100(= μηδενική διαφθορά), ήταν το 2012 36/100 και το 2016 βελτιώθηκε στο 44/100, κάτω από 69 άλλες χώρες σε σύνολο 137. Παρεμπιπτόντως, οι χώρες με την μικρότερη διαφθορά είναι 1η η Δανία (αγαπημένη των εκσυγχρονιστών σοσιαλιστών και φιλελεύθερων) η οποία ισοβαθμεί με τη Ν. Ζηλανδία, η Σουηδία είναι 4η και 19η η Ιρλανδία.
Η Παγκόσμια Τράπεζα έχει κι αυτή ένα δείκτη Κυβερνητικής Αποτελεσματικότητας ο οποίος προσμετρά την κυβερνητική λογοδοσία και αποτελεσματικότητα, πολιτική σταθερότητα, απουσία βίας, ρυθμιστική ποιότητα, κράτος δικαίου και έλεγχο διαφθοράς στον οποίο η χώρα μας κατατάσσεται 67η κάτω από την Τζαμάικα η οποία είναι 66η αλλά πάνω από το εξωτικό Τρινιντάντ και Τομπάκο το οποίο είναι 68ο και ριγμένο κάπου στον Ατλαντικό. 1η είναι η Σιγκαπούρη, 2η η Ελβετία, 9η η Σουηδία και 19η η νεοφιλελεύθερη για τους επικριτές της Ιρλανδία, της οποίας ειρήσθω εν παρόδω, το κατά κεφαλήν έχει φτάσει τη στιγμή που μιλάμε στα $75.304 (2η μετά το Λουξεμβούργο) σε σχέση με το δικό μας $27.700.
Κοντολογίς λοιπόν, αν αγνοήσουμε τη γεωγραφία και λάβουμε υπόψη μόνο τους εν λόγω δείκτες βάλαμε πλώρη για την υποσαχαρία Αφρική. Το σημαντικό όμως είναι πως για κάθε ευρώ φόρων που με κόπο πληρώνουμε και δαπανά για μας το κράτος παίρνουμε πίσω σε υπηρεσίες και παροχές ένα μικρό κομμάτι ενώ το υπόλοιπο δυστυχώς χάνεται στον δρόμο εξαιτίας του μεγάλου βαθμού αναποτελεσματικότητας του κρατικού μηχανισμού.
Το πράγμα μοιραία όμως δεν σταματά εδώ. Μια και πολύς λόγος γίνεται για την ανάπτυξη και ενώ υπάρχουν ακόμη κάποιοι φανατικοί που προσδοκούν σωτηρία από την κρατική γραφειοκρατία, γίνεται όλο και περισσότερο πεποίθηση στον κόσμο πως ανάπτυξη και ευμάρεια έρχεται μόνο μέσα από τους μηχανισμούς μια εύρωστης αγοράς, με άλλα λόγια μέσω της επιχειρηματικότητας.
Η παγκόσμια εικόνα της Ελλάδας μας συνεχίζει και σ' αυτόν τον τομέα να απογοητεύει. Με στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας στον δείκτη Επιχειρηματικής Ευκολίας η χώρα μας κατατάσσεται 67η λίγο πάνω από την Αλβανία και το Μαρόκο. 1η είναι η Ν. Ζηλανδία, 3η η Δανία, 10η η Σουηδία.
Στο δείκτη Οικονομικής Ελευθερίας του Heritage Foundation 2017 η χώρα μας είναι 127η κάτω από τα Νησιά του Σολομώντα και το Μπαγκλαντές. Η Σουηδία είναι 19η, η Ιρλανδία 9η, η Ολλανδία 15η. Δεν χρειάζονται οικονομικές σπουδές για να καταλάβει κάποιος ότι σε τέτοιο περιβάλλον ευδοκιμεί μόνο η διαπλεκόμενη κρατικοδίαιτη επιχειρηματικότητα.
Για να μην αδικούμε όμως τη δυστοπία μας, η Ελλάδα ακόμη χαίρει υψηλό επίπεδο ανθρώπινης ανάπτυξης χάρη στη συμμετοχή μας τόσο στο Ευρωπαϊκή Ένωση όσο και γενικά στο στρατόπεδο της Δύσης (29η παγκοσμίως). Εντούτοις, σε έναν τόσο δυναμικά μεταβαλλόμενο παγκόσμιο χώρο για κανένα κεκτημένο δεν υπάρχει κρατική εγγύηση και αυτό όχι μόνο γιατί ενδεχόμενα να απουσιάζει η πολιτική θέληση αλλά γιατί σίγουρα απουσιάζει από το σημερινό γκουβέρνο κάθε ίχνος σοβαρής ικανότητας να διαχειριστεί το μέλλον της Χώρας.
Η πολιτική αλλαγή είναι επιβεβλημένη διότι μόνο μια ικανή κυβέρνηση με μεταρρυθμιστικό οίστρο και εθνικό στόχο να μετατρέψει τη Χώρα μας από παρία σε διεθνή πρωταγωνιστή, διαφορετικά η Ιστορία θα μας καταπιεί.
* Ο Δημήτρης Σιόλιος είναι μέλος του Μητρώου Πολιτικών Στελεχών της Νέας Δημοκρατίας