Της Κιάρας Σουγκανίδου
Στα χρυσά ελληνικά 90's, ο Γιώργος Λάνθιμος σπούδαζε σκηνοθεσία στη Σχολή Σταυράκου. Είναι ιδιωτική και, τότε τουλάχιστον, σχεδόν η μόνη σχολή στην οποία μπορούσε κανείς να σπουδάσει κινηματογράφο στην Ελλάδα. Εκεί παρακολουθούσε μαθήματα σκηνοθεσίας από τον αείμνηστο Γιώργο Σκαλενάκη, δημιουργό του «Αχ! Αυτή η γυναίκα μου». Από αυτή την ταινία μας έμειναν οι ατάκες της Σαπφώς Νοταρά «Μπουρλότο!», του Δημήτρη Παπαμιχαήλ «Είπαμε να φτιάξουμε έναν λαγό και μας έφαγε ο λαγός!» και της Μαρίας Κωνσταντάρου «Μη με λες Ασημή, να με λες Λαμέ». Ο Γιώργος Λάνθιμος από νωρίς εργαζόταν στη διαφήμιση και στα βιντεοκλίπ και όταν πήγαινε στη σχολή δεν πολυμιλούσε με τους συμφοιτητές του, που τον έβλεπαν σαν απόμακρο Βούδα. Η φήμη δε που κυκλοφορούσε για τον «Βούδα» στα έδρανα ήταν περίπου μυθική: «είναι ορφανός και δουλεύει για να πληρώνει μόνος του τη σχολή».
Τελικά όπως αποδείχθηκε πριν από λίγες μέρες, ο Λάνθιμος δεν ήταν ορφανός, ως σπουδαστής. Κήδεψε τον πατέρα του το 2019 και το ίδιο βράδυ πήγε στην avant premiere που σκαρώθηκε τσάτρα πάτρα στην Αθήνα για τη νέα του ταινία με τίτλο «Ευνοούμενη» (2018). Εκεί, μέσα στην παραζάλη του πένθους αποθεώθηκε από τηλεοπτικές σταρ «της δεκάρας» που έτρεξαν να φωτογραφηθούν με το «εθνικό καμάρι» και μετά έφυγε άρον άρον με το πρώτο αεροπλάνο. Στο μεταξύ και λοιποί εγχώριοι «μύθοι» όπως ο Σάκης Ρουβάς, έσπευσαν να δηλώσουν ότι έχουν κάτι να τους συνδέει με τον διεθνή σκηνοθέτη: τα βιντεοκλίπ. Σε λίγο θα δούμε και γκοφρέτες να συγχαίρουν τον Λάνθιμο… για τις διαφημίσεις.
Ο Γιώργος Λάνθιμος χαιρέτησε την Ελλάδα και τα καλά της, μετά τις «Άλπεις» (2011). Αυτή ήταν η δεύτερη ταινία του που γυρίστηκε εδώ και πήγε καλά στα διεθνή φεστιβάλ. Η πρώτη ήταν ο «Κυνόδοντας» (2009) που του άνοιξε τον δρόμο με το «Ένα Κάποιο Βλέμμα» των Καννών. Ακολούθησαν, οι διεθνείς πλέον, ο «Αστακός» (2015), ο «Θάνατος του Ιερού Ελαφιού» (2017) και εσχάτως η «Ευνοούμενη». Οι παλιότερες μεγάλου μήκους ταινίες του «Ο καλύτερός μου φίλος» (2001) την οποία σκηνοθέτησε μαζί με τον Λάκη Λαζόπουλο και η «Κινέττα» (2005), δεν είχαν κάνει ανάλογο ντόρο.
Ο Λάνθιμος δεν πήρε ιδιαίτερα λεφτά (ή πήρε αστεία λεφτά) από το Ελληνιικό Κέντρο Κινηματογράφου για να γυρίσει τις ταινίες του. Ο «Κυνόδοντας» και οι «Άλπεις» δημιουργήθηκαν ως επί το πλείστον (ή εντελώς) εκ των ενόντων με τους συντελεστές. Όταν ο σκηνοθέτης μετά τη διάκριση των δύο αυτών ταινιών στα διεθνή φεστιβάλ είδε ότι μπορούσε να βρει παραγωγούς στο εξωτερικό, τα μάζεψε κι έφυγε. Όσο για την αποδοχή όλων των προαναφερθεισών τίτλων του στο ελληνικό box office ήταν κάκιστη… Άδεια σινεμά, με ελάχιστους σινεφίλ θεατές και κάποιους ξέμπαρκους που μετά τις προβολές έλεγαν «Άλλος Αγγελόπουλος μας βρήκε», «Αυτός είναι αυτιστικός!», «Δεν ξαναβλέπω ταινία του Λάνθιμου», «Πω, πω αναγούλα μ' έπιασε…».
Ο Γιώργος Λάνθιμος, πριν τα μαζέψει και φύγει από την Ελλάδα, μίλησε γι αυτήν μέσα από τις ταινίες του με τον πιο γλαφυρό τρόπο. Ο «Κυνόδοντας», για παράδειγμα, είναι ωδή στην περίφημη Αγία Ελληνική Οικογένεια. Όποιος κατάλαβε, κατάλαβε. Κανείς, δηλαδή… Και κανείς δεν θέλησε να καταλάβει…
Με το που γύρισε όμως την πρώτη διεθνή ταινία του, «Ο Αστακός», η οποία μάλιστα ήταν και υποψήφια για Χρυσό Φοίνικα στις Κάννες, το κλίμα άλλαξε. Όχι ότι γέμισαν οι αίθουσες… κάθε άλλο, αλλά… ξύπνησαν οι κολαούζοι. Ξαφνικά είδαμε το 2015, τον τότε αναπληρωτή υπουργό Πολιτισμού Νίκο Ξυδάκη στο γαλλικό κόκκινο χαλί, με πράσινη σατέν γραβάτα, να φωτογραφίζεται δίπλα στον σκηνοθέτη… Από πού κι ως πού, και με ποιο δικαίωμα, κανείς δεν κατάλαβε. Μήπως πλήρωσε το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου την παραγωγή; Με τι; Τις γνωστές πενταροδεκάρες; Από την άλλη, βγήκε στο φως το περίφημο κινηματογραφικό «Weird Wave». Δηλαδή έλληνες σκηνοθέτες που μετά τον «Κυνόδοντα» ή παράλληλα με αυτόν άρχισαν να γυρίζουν ταινίες παράξενες, σε στυλ Λάνθιμου, και προσπάθησαν να τις κολλήσουν σαν ουρά πίσω του στα φεστιβάλ. Και ο Λάνθιμος αρχικά είχε μία ανάμειξη σε αυτό. Όμως οι άλλες ταινίες δεν έκαναν τίποτα. Γιατί; Μήπως επειδή κουράστηκαν τελικά οι δημιουργοί; Μήπως επειδή δεν υπήρχαν λεφτά; Μήπως επειδή όπως κι ο Ξυδάκης στις Κάννες, δεν είχαν τίποτα να πουν; Ποτέ δεν έχουν κάτι να πουν οι κολαούζοι…
Ο Λάνθιμος ωστόσο συνέχισε με τον «Θάνατο του Ιερού Ελαφιού», στον οποίο πρωταγωνιστούσε η Νικόλ Κίντμαν. Πολύ μέτρια πήγε κι αυτό στα ελληνικές αίθουσες… Ούτε η Νικόλ Κίντμαν δεν τράβηξε τον υποψιασμένο Ελληνάρα να το δει…
Αλλά φέτος ήχησαν τα ταμπούρλα! Ο σκηνοθέτης γύρισε μια ταινία με κοστούμια εποχής και βασίλισσες. Η Αμερικανική Ακαδημία του έδωσε 10 υποψηφιότητες Οσκαρ, μαζί με τον Αλφόνσο Κουαρόν για το «Roma». Και ο Λάνθιμος, έγινε απ΄τη μια στιγμή στην άλλη «Τσιτσιπάς». Οι αθηναϊκές αίθουσες, λόγω του άπατου των προηγούμενων ταινιών, είχαν δείξει αρχικά επιφυλακτικότητα και αναβλητικότητα στη διανομή. Μόνο δύο κινηματογράφοι προβάλουν την «Ευνοούμενη» την πρώτη εβδομάδα, κι αυτοί με πολλαπλές αναβολές, διότι περίμεναν να βγουν οι υποψηφιότητες των Οσκαρ, μπας και κόψουν κανένα εισιτήριο… Μετά όμως από τις υποψηφιότητες, που συνέπεσαν με το Μακεδονικό και τον Τσιτσιπά, το κύμα ελληνισμού φούντωσε! Αποτέλεσμα; Οι δύο αίθουσες της πρώτης εβδομάδας προβολής βούλιαξαν και οι επόμενες, της δεύτερης, άρχισαν προπώληση… λες κι ο Λάνθιμος είναι μεγάλη διεθνής συναυλία στο ΟΑΚΑ.
Τι σχέση έχει ο σκηνοθέτης, που εν μία νυκτί έγινε η «εθνική ελπίδα», με όλα αυτά; Καμία. Τι σχέση έχει ο διεθνής, πλέον, δημιουργός με τους μακεδονομάχους, που πετάγανε νιπτήρες στη Βουλή πριν από δύο εβδομάδες και που τώρα στριμώχνονται για να δούνε την «Ευνοούμενη»; Καμία. Τι σχέση έχει η Ελλάδα, που αφήνει τις τέχνες στο έλεος της τύχης τους, με τον Γιώργο Λάνθιμο; Απολύτως καμία.
Ένας συρφετός. Με πολλή φασαρία και καμία ουσία. Ένας συρφετός που τη μια αποθεώνει τον Ανθρακέα και την άλλη τον Λάνθιμο. Ένα γυφταριό που ψάχνει Μεγαλέξανδρους.
Ας το πάρουμε απόφαση. Η Ελλάδα είναι μάρμαρο και λάσπη. Ένας ρυπαρός τάφος για κάθε νέο δημιουργό που έχει κάτι να πει αλλά δεν έχει δόντι στα δυνατά οφίτσια. Και ένα χωράφι με αρχαίες κολώνες που το διαχειρίζονται και το κατοικούν ένα μάτσο γραφειοκράτες και χωριάτες, οι οποίοι δεν καταλαβαίνουν τίποτα άλλο πέρα απ΄το «σουβλάκι» και την «τσικουδιά στους καφενέδες». Αυτοί γεμίζουν τώρα τις αίθουσες, με ποπ κορν, νάτσος, χυμένες σάλτσες τυριού, ήχους και φώτα από τα κινητά, ενοχλητικές ομιλίες και ανόητα σχόλια για την ταινία του Λάνθιμου.
Τι είναι όλα αυτά; Μια συγκυρία… Ο Λάνθιμος κέρδισε τις υποψηφιότητές του στο Χόλιγουντ, μαζί με τον Κουαρόν που γύρισε την ταινία του στο Netflix (ένα τηλεοπτικό δίκτυο), επειδή, πρώτον, αμφότεροι είχαν κάτι να πουν κινηματογραφικά και επειδή, δεύτερον, το Χόλιγουντ έχει καταντήσει βιομηχανία παραγωγής ταινιών Marvel. Αν ο θεσμός των Οσκαρ δεν θέλει να ξεφτιλιστεί πρέπει να βραβεύσει και μερικές ταινίες… όχι μόνο «Ποκαχόντας». Το μόνο που μένει, λοιπόν, να απασχολήσει τον Λάνθιμο, τώρα, εκεί που έφτασε, είναι πώς δεν θα καταλήξει να γυρίζει ταινίες υψηλού προϋπολογισμού με ήρωες κόμικς.
Τα «κόμικς Ελληνάρες» μόλις βρουν τον επόμενο Πατριώτη, ούτως ή άλλως, θα τον ξεχάσουν και θα επιστρέψουν στα γνωστά: κολώνες και καραγκούνες – αντιστοίχως (και πάνω-κάτω) το 90% και το 10% των κονδυλίων του αρμόδιου Υπουργείου για τον Ελληνικό Πολιτισμό. Οσο για τους επαϊοντες; Μέσα στο γενικό ακαταλόγιστο, μετά τις φράντζες και τις γκαζόζες, δεν αποκλείεται να δούμε και στα Οσκαρ κάποιον πολιτευτή με σατέν γραβάτα… κολλημένο πίσω από το «εθνικό καμάρι».