Μετά τους επιτυχημένους χειρισμούς της κυβέρνησης τόσο στην κρίση στα σύνορα όσο και στην επιδημία του κορονοϊού, ξανάνοιξε η συζήτηση για πρόωρη προσφυγή στις κάλπες. Μια συζήτηση που έχει λογική βάση, καθώς βασίζεται και στην απομόνωση του ΣΥΡΙΖΑ—λόγω της πολιτικής του—από την κοινωνία.
Το μαρτυρούν οι δημοσκοπήσεις.
Η πρόκληση για τον πρωθυπουργό είναι μεγάλη. Όμως πέραν ενός πολιτικού τακτικισμού, μπορεί να υπάρξει και ένας πολύ πιο ουσιώδης λόγος προσφυγής στις κάλπες.
Αν λόγω της πανδημίας αλλάξει ριζικά το πρόγραμμα με το οποίο η Νέα Δημοκρατία κέρδισε τις εκλογές της 7ης Ιουλίου, τότε ο Κυριάκος Μητσοτάκης οφείλει να ξαναζητήσει την ψήφο του Ελληνικού λαού. Αν τα μέτρα που θα χρειαστεί να εφαρμόσει, θα διαφέρουν σημαντικά από αυτά που εξήγγειλε το προηγούμενο καλοκαίρι, η προσφυγή στις κάλπες είναι μονόδρομος.
Γιατί έτσι σφυρηλατούνται οι σχέσεις εμπιστοσύνης μεταξύ πολιτών και πολιτικής ηγεσίας. Σφυρηλατούνται πάνω στην ειλικρίνεια και πάνω στην διαφάνεια των πολιτικών που θα εφαρμοσθούν. Ψήφος εν λευκώ δεν υπάρχει. Τελικά η πρόωρη προσφυγή στις κάλπες δεν θα είναι ένας τακτικός ελιγμός, αλλά θα πραγματοποιηθεί για λόγους αρχής.
Δηλαδή ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα πρέπει να διδαχθεί από το πάθημα του Γιώργου Παπανδρέου και να μην το επαναλάβει.
Να υπενθυμίσω πως ο Παπανδρέου εξελέγη τον Οκτώβριο του 2009 με το παρεξηγημένο σύνθημα «λεφτά υπάρχουν». Δεν έχει σημασία τι εννοούσε αυτός. Σημασία έχει στην πολιτική τι καταλαβαίνουν οι πολίτες. Και οι πολίτες κατάλαβαν πως λεφτά υπήρχαν.
Όταν λόγω του πρώτου μνημονίου άλλαξαν ουσιωδώς οι όροι του προγράμματος του ΠΑΣΟΚ, στενοί συνεργάτες τού τότε πρωθυπουργού τον προέτρεψαν να προσφύγει στις κάλπες με βάση τα νέα δεδομένα. Αν λάβουμε υπ΄ όψη τα αποτελέσματα των περιφερειακών και δημοτικών εκλογών που διεξήχθησαν τον Οκτώβριο του 2010, δηλαδή σχεδόν έξι μήνες μετά την υπογραφή του πρώτου μνημονίου, το ΠΑΣΟΚ θα κέρδιζε τις εκλογές και θα είχε μπροστά του μια τετραετία με νωπή την λαϊκή εντολή και με τους πολίτες ενημερωμένους για το ότι λεφτά δεν υπάρχουν.
Ο Γιώργος Παπανδρέου δεν άκουσε τους συνεργάτες του με τα γνωστά αποτελέσματα.
Σήμερα, δεν έχουν διαμορφωθεί ακόμα οι όροι της νέας κατάστασης. Έτσι δεν γνωρίζουμε α) την διάρκεια της επιδημίας, β) το μέγεθος της οικονομικής κρίσης και γ) τα εργαλεία με τα οποία η ΕΕ και η παγκόσμιοι οικονομικοί οργανισμοί θα την αντιμετωπίσουν. Συνεπώς, κινούμαστε βάσει μοντέλων που έχουν όμως μεγάλο εύρος διακυμάνσεων. Αλλοι μιλούν για απώλεια του ΑΕΠ στην ευρωζώνη ως και 20%, άλλοι την περιορίζουν κάτω του 5%.
Τούτων δοθέντων, ο πρωθυπουργός θα εκτιμήσει την νέα κατάσταση, όταν θα έχει πλήρη την εικόνα της, και τότε θα αποφασίσει. Είναι ευνόητο πως αν η κατάσταση δεν έχει ξεφύγει, δεν έχει κανένα λόγο να διενεργήσει πρόωρες εκλογές.
Στην αντίθετη περίπτωση, οφείλει να ζητήσει, εκ νέου, την έγκριση των πολιτών με το σύνθημα «ποιον εμπιστεύεστε να διαχειριστεί την νέα πραγματικότητα; Εμένα ή τον Τσίπρα;».
Νομίζω πως όλοι ευχόμαστε να ξεπεράσουμε σχετικά ανώδυνα τις συνέπειες της επιδημίας και τελικά οι εκλογές να διεξαχθούν στο τέλος της τετραετίας.