Του Γ. Κουφόπουλου*
Ο Benjamin Graham υποστήριζε ότι «οι αγορές σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα συμπεριφέρονται σαν κάλπη, ανεβαίνουν η κατεβαίνουν ανάλογα με το τι θέλουν ή πιστεύουν οι περισσότεροι ή οι ισχυρότεροι σε μια δεδομένη χρονική συγκυρία. Σε βάθος χρόνου όμως οι αγορές συμπεριφέρονται σαν ζυγαριά».
Η επίδραση της απόδοσης στο επενδεδυμένο κεφάλαιο αυξάνεται εκθετικά με την πάροδο του χρόνου. Ακόμα και μια μικρή διαφορά στο ρυθμό αύξησης της κερδοφορίας μεταξύ δύο εταιρειών ή γενικότερα δύο επενδύσεων, σε βάθος χρόνου καταλήγει σε πολύ διαφορετικές τελικές αποδόσεις.
Σύμφωνα με την Credit Suisse τα τελευταία 115 έτη (από το 1900) οι αποπληθωρισμένες ετησιοποιημένες αποδόσεις σε παγκόσμιο επίπεδο των μετοχών, των ομολόγων και της ρευστότητας είναι 5,2%, 1,9% και 0,9% αντίστοιχα σε USD. Άρα $1 θα γινόταν $325, $8.4 και $2.7 αντίστοιχα επενδυμένο σε κάθε μια από τις παραπάνω κατηγορίες. Οι μικρές διαφορές μεγεθύνονται εκθετικά με την πάροδο του χρόνου.
Ο παρακάτω πίνακας δείχνει το ανατοκισμένο ποσό €1,000 με 5%, 10% και 15% για 10, 20 και 30 έτη. Είναι εντυπωσιακές οι αποκλίσεις που δημιουργούνται καθώς τα χρόνια περνούν:
Ο Warren Buffett, μαθητής του Graham και ένας από τους πιο επιτυχημένους επενδυτές της σύγχρονης ιστορίας, δηλώνει πολύ συχνά ότι «ο χρόνος είναι φίλος των καλών επιχειρήσεων και εχθρός των κακών». Στο γράμμα του στους μετόχους του το 1963 αναφέρει: «από ανεπιβεβαίωτες πηγές γνωρίζω ότι το κόστος του ταξιδιού που η Ιζαμπέλλα παρείχε στον Κολόμβο ήταν περίπου 30.000$. Το ποσό αυτό τότε θεωρήθηκε μια τουλάχιστον επιτυχημένη χρήση venture capital.
Χωρίς να προσπαθήσουμε να εκτιμήσουμε το ψυχικό έσοδο της ανακάλυψης μιας ηπείρου, πρέπει να δεχθούμε ότι το όλο deal δεν ήταν ακριβώς μια IBM. Πολύ χονδρικά, τα 30.000$ επενδεδυμένα με 4% ανατοκισμένα ετησίως, θα ξεπερνούσαν τα $2 τρις».
Τις περισσότερες φορές οι αποτελεσματικές μέθοδοι επένδυσης ή οι αποτελεσματικές εταιρείες επιτυγχάνουν υψηλούς ρυθμούς γιατί συνδυάζουν ένα ευρύ φάσμα παραμέτρων που λειτουργεί μακροπρόθεσμα προς όφελος τους.
Πάρτε για παράδειγμα τους φορολογικούς συντελεστές. Αν κάποιος πρόκειται να αγοράσει κάτι που ανατοκίζεται ετησίως με 15% και πληρώνει 29% φόρο ολόκληρο στο τέλος, τελικά δημιουργεί ένα ανατοκιζόμενο ετησιοποιημένο ρυθμό μετά φόρων 13,7%. Όταν όμως κάθε χρόνο εφαρμόζεται 29% φορολογικός συντελεστής πάνω από την απόδοση τότε το 15% καταλήγει να γίνει 10%, η διαφορά του 3,7% σε μεγάλο χρονικό διάστημα είναι ουσιαστική. Άρα οι συχνές συναλλαγές σίγουρά δε λειτουργούν θετικά.
Τον τελευταίο αιώνα, ο δείκτης Dow Jones Industrials αναπτύσσεται με ένα ετησιοποιημένο ρυθμό περίπου 5% ενώ τα μερίσματα συνεισφέρουν την υπόλοιπη απόδοση περίπου 3%-4% ετησίως. Κατά την περίοδο αυτή τα κέρδη των 30 εταιρειών που απαρτίζουν τον ίδιο δείκτη αναπτύχθηκαν με ετησιοποιημένο ρυθμό 4,7% και τα ίδια κεφάλαια τους με 4,6%.
Η ομοιότητα των ρυθμών αύξησης της κερδοφορίας και των αποδόσεων του δείκτη Dow Jones μόνο τυχαία δεν είναι. Φαίνεται ότι στη ζυγαριά του χρόνου ο ρυθμός που οι εταιρείες αυξάνουν τα κέρδη τους είναι αυτός που καθορίζει σε μεγάλο βαθμό και την απόδοση της επένδυσης στις μετοχές τους. Η ζυγαριά μας δείχνει το βάρος, ασχέτως αν θέλουμε ή όχι να το αντικρύσουμε.
Το να επιλεγεί κανείς εταιρείες που αυξάνουν σταθερά την εσωτερική τους αξία με υψηλούς ρυθμούς είναι κεφαλαιώδες. Όταν μάλιστα αυτό συνδυάζεται και με καλές «αποτιμήσεις» (χαμηλές τιμές) των μετοχών τους τότε γίνεται εξαιρετικό.
Εμείς προτιμούμε να ακολουθούμε δοκιμασμένες στρατηγικές που έχουν αποδώσει σε μακρά χρονικά διαστήματα. Γιατί να πειραματιζόμαστε με κάτι άλλο που μπορεί και να μη λειτουργεί;
*Ο κ. Γ. Κουφόπουλος είναι CEO της 3Κ Investment Partners ΑΕΔΑΚ