Του Ανδρέα Ζαμπούκα
Τι είναι στην πραγματικότητα ο πολιτικός; Σχολιαστής, διαχειριστής, δάσκαλος, ηγέτης, ποιητής, δημιουργός ή μήπως και γητευτής; Κι από την άλλη, τι ακριβώς είναι το πλήθος των πολιτών; Τηλεοπτικό κοινό, ομάδες συμφερόντων, «μαθητές», μάζες, ακροατήριο, πελάτες ή ανολοκλήρωτα άτομα που τείνουν να ωριμάσουν με την εξέλιξη των συνθηκών;
Υπάρχουν δύο καλά δείγματα για να βοηθήσουν: το ένα έχει να κάνει με τι προηγούμενες κυβερνήσεις και ειδικά με τον ΣΥΡΙΖΑ. Από το 2004, μέχρι τον περασμένο Ιούλιο, αν εξαιρέσουμε τις διορισμένες διοικήσεις έκτακτης ανάγκης, δεν υπήρχε ιδιαίτερη όρεξη να κυβερνήσει κανείς την χώρα. Απλώς κάποιοι ισορροπούσαν μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας, επενδύοντας δια του κρατισμού, στην ενίσχυση των πελατειακών τους δικτύων.
Σε ο, τι αφορά την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ, η αποθέωση της κυβερνητικής αδιαφορίας ήταν ενδεικτική του τι θα συνέβαινε, αν δεν υπήρχαν οι μνημονιακές δεσμεύσεις. Και όσο για τον πελάτη- λαό, είχε πάντα την τιμητική του σε κάθε ρητορικό στίχο της προπαγάνδας και του λαϊκισμού. Γιατί από παροχές και διευκολύνσεις, εξαιτίας του μνημονίου δεν υπήρχε καμία δυνατότητα.
Την κυβέρνηση Μητσοτάκη όμως, ο λαός την ψήφισε για να κυβερνήσει. Να πάρει δηλαδή αποφάσεις. Να αλλάξει αυτό που δεν άλλαζε με τίποτα. Να θριαμβεύσει πάνω από τα λιμνάζοντα νερά της αδράνειας. Και να αναμορφώσει την κοινωνία.
Κυρίως, όμως, να λειτουργήσει ως γητευτής όλων των ταπεινών ενστίκτων που καθόρισαν την νεοελληνική ταυτότητα της Μεταπολίτευσης.
Οι Έλληνες ψήφισαν Νέα Δημοκρατία για να οργανωθεί σωστά η διαχείριση των προσφύγων. Για να αποκτήσουμε και πάλι σύνορα, στη θάλασσα. Για να λειτουργήσουν σωστά τα πανεπιστήμια. Για να μην κλείνει το κέντρο της Αθήνας. Για να υπάρχει ασφάλεια. Για να υπάρξει ανάπτυξη. Για να εφαρμοστεί ο αντικαπνιστικός νόμος!
Όσοι ψήφισαν Νέα Δημοκρατία το έκαναν για να κυβερνήσει τη χώρα. Για να δώσει την δυνατότητα σε ικανούς ανθρώπους να πάρουν αποφάσεις και να εφαρμόσουν τους νόμους. Χωρίς ενδοιασμούς, ερωτηματικά και δεύτερες σκέψεις.
Κανείς δεν επέλεξε αυτήν την κυβέρνηση για να παρακολουθεί τις φοβίες των υπουργών της. Αν υπάρχουν. Και αν εκδηλώνονται, εν όψει δύσκολων αποφάσεων. Και αν τυχόν, προκύπτουν από την ανασφάλεια μπροστά σε «πελάτες» του εκλογικού σώματος.
Στις κυβερνήσεις, συναντάς υπουργούς που τρέχουν να δουν τα αποτελέσματα των εξετάσεων τριμήνου. Στην επικοινωνία και στην θεωρία. Υπάρχουν και άλλοι που κάνουν το ίδιο. Αλλά για τους βαθμούς του έργου και της αποτελεσματικότητας.
Σε μαγαζιά και δημόσιους χώρους που κανείς δεν καπνίζει. Σε πανεπιστήμια που κανείς δεν καταλαμβάνει. Σε δρόμους που κανείς δεν κλείνει. Σε σύνορα που κανείς δεν παραβιάζει. Και σε συναλλαγές με το Δημόσιο που κανείς δεν ταλαιπωρείται.
Όλες οι καρέκλες των υπουργών τρίζουν. Αλλά έχει σημασία να δούμε ποια είναι η απειλή που προκαλεί τον τριγμό. Είναι η δύσκολη απόφαση του γενναίου ανθρώπου που θέλει να αλλάξει τον κόσμο; Αυτή η παιδική διάθεση του κυρίαρχου στην πραγματικότητα ατόμου; Ή είναι ο ψοφοδεής κακομοίρης που τρέμει το φυλλοκάρδι του να μην κακοκαρδίσει τον κόσμο;
Αυτός ο άτιμος ο φόβος. Η δειλία μπροστά στην παγιωμένη μάζα του κακομαθημένου πλήθους που πρέπει να το πάρεις με το καλό και μετά να το βρίσεις μόλις γυρίσει την πλάτη. Κι από την άλλη, η υπεροχή, η ανωτερότητα του ηγέτη που ψάχνει ευκαιρία να εντυπωσιάσει με το αποτέλεσμα και την πράξη.
Και μια τελευταία πληροφορία για όσους υπουργούς δεν το ''χουν πάρει ακόμα χαμπάρι: περάσαμε πάρα πολλά. Και τώρα πια διψάμε για αποτέλεσμα. Έχουμε αλλάξει οι περισσότεροι. Και είμαστε έτοιμοι να πανηγυρίσουμε την αποφασιστικότητα και το έργο. Δεν είμαστε όλοι ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ σ αυτή τη χώρα…