Οι διμερείς συναντήσεις των υπουργών εξωτερικών, καθώς και η οικοδόμηση Μέτρων Εμπιστοσύνης είναι σε εξέλιξη. Το αποτέλεσμα μέχρι σήμερα είναι η διαπίστωση από κάθε πλευρά για τους δικούς της λόγους και αιτιάσεις, ότι δεν παρατηρείται καμία πρόοδος ή προσέγγιση. Ακόμα και η εφαρμογή του Διεθνούς Δικαίου είναι αντιληπτή με διαφορετικές παραμέτρους από κάθε πλευρά, αφού η Τουρκία διαβάζει την διεθνή νομοθεσία σύμφωνα με τη δύναμη και το μέγεθος και όχι με το γράμμα του νόμου όπως είναι για παράδειγμα η UNCLOS.
Η συνάντηση του Πρωθυπουργού της Ελλάδας με τον Πρόεδρο της Τουρκίας στα πλαίσια της Σύσκεψης ΝΑΤΟ-2030 δεν απέφερε ουσιαστικά αποτελέσματα. Παρά το γεγονός ότι η Τουρκία επιμένει ότι όλα τα θέματα πρέπει να επιλυθούν σε διμερές επίπεδο, η ίδια η στάση της τορπιλίζει αυτή την μικρή έστω πιθανότητα. Ποια μπορεί να είναι επομένως τα επόμενα βήματα για την προσέγγιση ή και επίλυση των Ελληνο-Τουρκικών διαφορών; Υπάρχουν δυνατότητες προόδου;
Ο Έντιμος Διαμεσολαβητής
Το επόμενο βήμα μετά τις άγονες διμερείς συνομιλίες, είναι οι διαβουλεύσεις με παρουσία καταλύτη, δηλαδή ενός τρίτου έντιμου διαμεσολαβητή. Τίθεται το ερώτημα ποιος θα μπορούσε να γίνει αποδεκτός από τα δύο ενδιαφερόμενα μέρη;
Η Ελβετία έχει κερδίσει την αναγνώριση του «έντιμου μεσολαβητή» στον ΟΗΕ, από τη δεκαετία του 50 για την Κορέα (good services and Mediation).Θα μπορούσε να λειτουργήσει ως διαμεσολαβητής στα ΕλληνοΤουρκικά;
Η επιλογή δεν προκύπτει τυχαία. Θα ενθυμούνται οι επιμελέστεροι ότι τον Ιούλιο του 2019 ο Υπουργός Εξωτερικών της Ελβετίας κος Κας επισκέφτηκε Αθήνα, Λευκωσία και Άγκυρα, δηλώνοντας την διαθεσιμότητα της κυβέρνησης της Ελβετίας να διαμεσολαβήσει. Ένα χρόνο αργότερα και συγκεκριμένα τον Αύγουστο του 2020 ο Υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας κος Τσαβούσογλου επισκέφτηκε την Ελβετία και επιβεβαίωσε την διαθεσιμότητα της Ελβετικής κυβέρνησης να διαμεσολαβήσει στα Ελληνο-Τουρκικά. Κάτι «ψήνεται», γιατί δεν υπάρχει καπνός χωρίς φωτιά.
Το «εργαλείο» παροχής διαμεσολαβητικών υπηρεσιών της Ελβετικής διπλωματίας είναι to Κέντρο Πολιτικής Ασφάλειας στη Γενεύη (Geneva Center for Security Policy- GCSP). Ο νέος Διευθυντής του GCSP που ανέλαβε την 1η Μαΐου 2021, είναι ο Ελβετός πρέσβης Thomas Greminger, ο οποίος έχει μεγάλη εμπειρία σε θέματα ασφάλειας και στον εποικοδομητικό διάλογο για την επίλυση διμερών διαφορών.
Σημαντικό γεγονός σχετικά με τον Ελβετό πρέσβη Διευθυντή του GCSP είναι ότι πριν την ανάληψη των καθηκόντων του ήταν ο Γενικός Γραμματέας του Οργανισμού Ασφάλειας και Συνεργασίας στην Ευρώπη με έδρα την Βιέννη (Organization of Security and Cooperation in Europe – OSCE). Εκτιμάται ότι η εμπειρία του αυτή είναι μοναδική και θα αποδειχθεί πολύτιμη για τα Ελληνο-Τουρκικά στο εγγύς μέλλον.
Και λίγα λόγια για την Ιστορία από τον 19ο αιώνα. Οι Μεγάλες Δυνάμεις το 1815 καθόρισαν την «ουδετερότητα» της Ελβετίας, η οποία έκτοτε διατηρεί την «αμεροληψία του ουδέτερου». Από τις Μεγάλες Δυνάμεις της εποχής πρωτοστάτησε η Ρωσία. Υπουργός Εξωτερικών του Τσάρου Αλέξανδρου του Α΄ ήταν ο Ιωάννης Καποδίστριας. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι για τη συνεισφορά του, ο Καποδίστριας ανακηρύχτηκε «επίτιμος Δημότης» της Γενεύης το ίδιο έτος 1815.
* Ο αντιπτέραρχος (Ι) ε.α. Ιωάννης Αναστασάκης είναι στρατηγικός αναλυτής, συνεργαζόμενος με διεθνή ινστιτούτα, καθώς επίσης είναι πρόεδρος του GCSP Athens A.H.