Του Διονύση Βινιεράτου*
Η έννοια του «κεκτημένου δικαιώματος» ταλανίζει – με διάφορες μορφές - την ελληνική κοινωνική και πολιτική πραγματικότητα εδώ και δεκαετίες.
«Άνθισε» ιδιαίτερα επί εποχής Ανδρέα Παπανδρέου και του πρώϊμου ΠΑΣΟΚ, ακόμα και πριν αυτό ανέλθει στην εξουσία βρίσκοντας πλήρη ανταπόκριση και εφαρμογή κυρίως στον λεγόμενο «κρατικό συνδικαλισμό» με ιδιαίτερη έμφαση σε ΔΕΚΟ όπως η ΔΕΗ ή ακόμα και στις τότε κρατικές τράπεζες.
Το συνταξιοδοτικό σύστημα επίσης υπέφερε (και εξακολουθεί να υποφέρει) τα μύρια όσα με «κεκτημένα δικαιώματα» ατόμων που έβγαιναν στη σύνταξη ακόμα και πριν τα... 40 χρόνια, οπως π.χ. μητέρες με ανήλικα (δηλαδή κάτω των 18 ετών) τέκνα.
Την περίοδο που διάγουμε, τόσο ο πρωθυπουργός όσο και ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν εννοούν να ξεκολλήσουν από αυτή τη νοοτροπία.
Ενδεικτική είναι η φροντίδα αμφοτέρων «να μη μειωθούν οι συντάξεις» εκείνες που είχαν εκδοθεί πριν από το Νόμο Κατρούγκαλου με τη διατήρηση σ' αυτές (και μόνο) της λεγομένης «προσωπικής διαφοράς».
Ακόμη και η εμμονή όλων των κομμάτων εξουσίας «να μην απολυθεί κανείς» δημόσιος υπάλληλος», ανεξάρτητα από το πώς αυτός βρέθηκε στη συγκεκριμένη θέση και από το αν είναι χρήσιμος εκεί, εντάσσεται στην ίδια ακριβώς αντίληψη.
Η αντίληψη όμως αυτή δεν έχει καμία σχέση ούτε με την εύρυθμη λειτουργία μιας κοινωνίας γενικώς, ούτε με τη δικαιοσύνη ειδικότερα.
Τα δικαιώματα κάθε κοινωνικής ομάδας πρέπει να εξετάζονται αυτοτελώς και να επανεξετάζονται περιοδικώς υπό το πρίσμα των κοινωνικών, πολιτικών, οικονομικών ή και τεχνολογικών εξελίξεων.
Γιατί κάποια μπορεί να ήταν «καλώς κεκτημένα» παλιότερα, αλλά «κακώς διατηρούμενα» τώρα, ενώ υπάρχει πάντα το ενδεχόμενο να υπήρξαν «κακώς κεκτημένα» από την αρχή.
Το κριτήριο για το «καλώς» ή το «κακώς» δεν μπορεί να είναι άλλο από τα δικαιώματα των υπολοίπων κοινωνικών ομάδων, το συλλογικό δικαίωμα του κοινωνικού συνόλου και το «κοινό περί δικαίου αίσθημα», κατά το οποίο δεν μπορεί καμία κοινωνική ομάδα να απολαμβάνει δικαιώματα εις βάρος άλλης ή άλλων κοινωνικών ομάδων.
Ας γίνουμε σαφέστεροι με κάποια παραδείγματα:
• Οι φεουδάρχες στο μεσαίωνα είχαν «κεκτημένα δικαιώματα». Θα έπρεπε να τα έχουν διατηρήσει μέχρι σήμερα;
• Οι απόλυτοι μονάρχες, επίσης...
• Οι δικτάτορες, επίσης (!) ...
• Οι λευκοί εις βάρος των μαύρων, ή οι αποικιοκράτες – κατακτητές εις βάρος των ιθαγενών, επίσης !!
Στην τρέχουσα ελληνική πραγματικότητα, ας δούμε κάποια άλλα «κεκτημένα δικαιώματα»:
- Του Κουφοντίνα να παίρνει άδειες όποτε θέλει
- Των ποινικών καταδίκων να αποφυλακίζονται στα δύο χρόνια με το Νόμο Παρασκευόπουλου
- Των μπαχαλάκηδων των Εξαρχείων και των Ρουβικώνων να τα κάνουν ρημαδιό και να μη συλλαμβάνονται, ούτε να λογοδοτούν σε κανένα
- Όσων κάνουν καταλήψεις δημοσίων ή ιδιωτικών χώρων και ιδιαιτέρως στα σχολεία και τα πανεπιστήμια
- Των εισερχομένων στη χώρα χωρίς άδεια, είτε αυτοί είναι πρόσφυγες πολέμου, είτε οικονομικοί μετανάστες, είτε... τζιχαντιστές !!!
- Των βορείων γειτόνων μας "Σκοπιανών", που όχι μόνο αυτοαποκαλούνται "Μακεδόνες", αλλά αποκαλούνται έτσι και από τους περισσότερους άλλους λαούς... ... ...
Εδώ ας κάνουμε και μια παρατήρηση: Κάποια από τα παραπάνω «δικαιώματα» καταστρατηγούν ευθέως όχι μόνο το κράτος δικαίου ή το πνεύμα του συντάγματος, αλλά σαφώς και το γράμμα συγκεκριμένων νόμων. Γεννάται έτσι και το ερώτημα:
- Αποτελεί ακόμα και η παραβίαση των νόμων «κεκτημένο δικαίωμα»;
Τα ανωτέρω παραδείγματα επελέγησαν για να δείξουν με τη μέγιστη δυνατή σαφήνεια πού μπορεί να οδηγήσει η άκριτη υιοθέτηση της στρεβλής αντίληψης για τα «κεκτημένα δικαιώματα» και θα μπορούσαν ενδεχομένως να θεωρηθούν υπερβολικά.
Ας γυρίσουμε λοιπόν στις αρχικές μας επισημάνσεις:
Πέραν κάποιων κοινωνικών ομάδων που (ευλόγως από τη δική τους άποψη) διεκδικούν τη διατήρηση «κεκτημένων δικαιωμάτων», υπάρχουν άλλες κοινωνικές ομάδες που επίσης θα μπορούσαν να προβάλουν διεκδικήσεις, όπως οι άνεργοι, οι χαμηλοσυνταξιούχοι, όσοι ζουν με μικρά προνοιακά επιδόματα η όσοι ζουν χωρίς κανένα πόρο και επιβιώνουν μόνο από την ελεημοσύνη κάποιων άλλων.
Αυτοί δεν είναι μέλη της ίδιας κοινωνίας; Δεν έχουν δικαιώματα;
Προφανώς και έχουν. Μόνο που αυτά δεν είναι «κεκτημένα» και έτσι συνήθως δεν λαμβάνονται καθόλου υπόψιν. Είναι δίκαιο αυτό; Δείχνει άραγε «κοινωνική ευαισθησία» ή το ακριβώς αντίθετο;
Κλείνουμε με μια γενικότερη επισκόπηση της έννοιας των «κεκτημένων δικαιωμάτων» και πώς αυτά αντιμετωπίστηκαν ιστορικά από τις κοινωνίες που τελικά προόδευσαν.
Είναι γνωστό ότι στις αρχές της μεγάλης βιομηχανικής επανάστασης του 19ου αιώνα κάποιοι εργάτες έσπαγαν τα μηχανήματα, γιατί αυτά τους αφαιρούσαν τα «κεκτημένα δικαιώματα» στη χειρωνακτική εργασία που έκαναν έως τότε.
Το φαινόμενο αυτό αντιμετωπίσθηκε, ξεπεράστηκε και οι ίδιοι αυτοί εργάτες, μετά από μια (ενδεχομένως δύσκολη) περίοδο προσαρμογής βρήκαν τελικά τη θέση τους σε μια κοινωνία που είχε συνολικά προοδεύσει.
Να πούμε εδώ ότι θα ήταν δικαιολογημένο και ανθρωπίνως κατανοητό πριν κάποια κοινωνική ομάδα απωλέσει κάποια «κεκτημένα δικαιώματα», να υπάρχει γι' αυτήν μια περίοδος προσαρμογής.
Όχι όμως και ένα διαρκές καθεστώς διατήρησης των «κεκτημένων» σε βάρος των υπολοίπων και θέτοντας σε κίνδυνο τη συνολική κοινωνική πρόοδο.
«Ηθικόν συμπέρασμα»:
Καλό θα ήταν οι πολιτικοί που ευαγγελίζονται συνολική «πρόοδο και ανάπτυξη» εις όφελος «του συνόλου της κοινωνίας» να προσέξουν κάποιες έννοιες όπως τα «κεκτημένα δικαιώματα», που έχουν επικρατήσει σαν ορθές μόνο από συνήθεια χωρίς την παραμικρή λογική και ηθική νομιμοποίηση.
Γιατί μερικές τέτοιες «παγιωμένες» αντιλήψεις κινδυνεύουν να κρατήσουν την κοινωνία μακριά από την πρόοδο που αυτοί επαγγέλονται, όπως συνήθως συμβαίνει με ο,τιδήποτε «παγιωμένο»...
Και αν πολιτικοί δεν μπορούν τελικά να απαγκιστρωθούν από τα «κεκτημένα» κάποιων, καλούνται να το κάνουν οι πολίτες με την ψήφο τους και τις γενικότερες επιλογές τους.
Γιατί ακόμα και οι πολίτες εκείνοι που έχουν «κεκτημένα δικαιώματα» και θέλουν πάση θυσία να τα διατηρήσουν μπορεί να έχουν παιδιά...
... Και σ' αυτά δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι θα μπορούν να τα μεταβιβάσουν.
* Ο κ. Διονύσης Βενιεράτος είναι Ομότιμος Καθηγητής Ιατρικής και μέλος της «Δημιουργίας Ξανά»