Ανέκαθεν το Euro κατάφερνε να ενοποιεί την Ευρώπη μέσα από το ποδόσφαιρο. Ακόμη και στην εποχή που τα πάντα ήταν χωρισμένα σε δύο μεγάλα ψυχροπολεμικά στρατόπεδα, η μπάλα γινόταν εκείνη που «γκρέμιζε» τα τείχη, καταργούσε τους ιδεολογικο-πολιτικούς διαχωρισμούς και έδινε ίσες ευκαιρίες σε όλους. Το πρώτο τουρνουά, το 1960, το πήρε η Σοβιετική Ενωση. Ο Λεβ Γιασίν αναδείχθηκε σε απόλυτο είδωλο, χωρίς κανείς «δυτικός» να τον αμφισβητεί επειδή... «α, είναι κομμουνιστής»! Οχι μόνο αυτό, αλλά έγινε ο πρώτος και μόνος τερματοφύλακας στην ιστορία που κέρδισε τη «Χρυσή Μπάλα». Τέσσερα χρόνια μετά νικήτρια ήταν η Ισπανία του Φράνκο. Το 1976 η Τσεχοσλοβακία, μια άλλη ομάδα του ανατολικού μπλοκ, σήκωσε Ευρωπαϊκό στο Βελιγράδι. Νίκησε την Αγγλία, την Πορτογαλία και τους δύο φιναλίστ του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1974, τη Δυτική Γερμανία και την Ολλανδία... Ο Αντονι Πανένκα έγινε κι αυτός θρύλος με το πέναλτι – λόμπα με το οποίο νίκησε τον δυτικο-Γερμανό τερματοφύλακα Σεπ Μάγερ, δίνοντας το όνομά του σε κάθε παρόμοια προσπάθεια από κει και πέρα, είτε πετυχημένη είτε όχι: «πέναλτι αλά Πανένκα»! Το 1996, με το που κατέρρευσε το «σιδηρούν παραπέτασμα» η Αγγλία υποδέχτηκε ως οικοδέσποινα τα νέα κράτη που άρχισαν να δημιουργούνται, όπως η Κροατία και η Τσεχία. Στα μέσα της δεκαετίας του 2000 μια σειρά από καινούργιες χώρες συμπλήρωσαν τον ευρωπαϊκό ποδοσφαιρικό χάρτη, ώσπου η UEFA έδωσε τη διοργάνωση του 2012 σε δύο του πρώην «υπαρκτού σοσιαλισμού»: την Πολωνία και την Ουκρανία.
Η τωρινή εξέλιξη δεν είναι και τόσο καλοδεχούμενη. Η πανούκλα του κορονοϊού όχι μόνο ανέβαλε για ένα χρόνο τη διεξαγωγή του τουρνουά, αλλά το μοίρασε σε 11 χώρες. Το βλέπουμε λίγο αστείο με την έννοια του ασυνήθιστου και του ασύμφορου, αλλά καλό θα είναι να σκεφτούμε ότι βλέπουν «ζωντανά» ματς εκεί όπου στο παρελθόν δοξάστηκε το ποδόσφαιρο, άσχετα αν τώρα βρίσκεται σε σχετική παρακμή. Η Σκωτία, για παράδειγμα, είναι από εκείνες που «γέννησαν» το παιχνίδι τον 190 αιώνα. Η Βιέννη, μεγαλούργησε για ένα μεγάλο διάστημα χάρη στην αυστριακή «Βούντερτιμ» του Ζίντελαρ και του Γιόζεφ Ουρίντιλ, των πρώτων διάσημων ποδοσφαιριστών που έπαιξαν και σε διαφημίσεις τη δεκαετία του ’30. Ωσπου το 1938, ο Χίτλερ πάτησε την Αυστρία και τους διέλυσε! Οικοδέσποινα θα είναι και η Βουδαπέστη του Φέρεντς Πούσκας και των άλλων της μεγάλης Εθνικής Ουγγαρίας. Παλιές, ξεχασμένες από τους περισσότερους, ιστορίες και ονόματα, που δεν λένε σχεδόν τίποτα στους σημερινούς, μα είναι ευκαιρία να τα μάθουν ή να τα θυμηθούν…
Βλέπουμε, λοιπόν, πως ό,τι και να γίνεται σε κάθε διαφορετική εποχή, το Euro διατηρεί τον ενοποιητικό του χαρακτήρα και την ιδιαίτερη γοητεία του, έστω κι αν οι Εθνικές ομάδες έχουν «μπασταρδευτεί» με «μεταγραφές» ποδοσφαιριστών και αντιγραφές συστημάτων που κάποτε έμοιαζαν αδιανόητες, καθώς η κάθε National Team είχε τους δικούς της ποδοσφαιριστές, προπονητές και κανόνες. Πλέον, τα πράγματα εξελίχθηκαν εντελώς διαφορετικά. Οι ομάδες συγκροτούνται λίγες μέρες πριν ξεκινήσουν να παίζουν. Οι ποδοσφαιριστές προέρχονται από διαφορετικές σχολές, έχοντας μάθει στα κλαμπ που αγωνίζονται πράγματα που δεν μοιάζουν σε τίποτα μεταξύ τους, ούτε μπορούν να τα κολλήσουν και να φτιάξουν, στις περισσότερες περιπτώσεις, σύνολα με ομοιογένεια και αγωνιστική πειθαρχία. Και οι εθνικοί προπονητές αναζητούν συνήθως τους καλύτερους μακριά από το πρωτάθλημα της χώρας που καθοδηγούν. Στην πραγματικότητα, αναγκάζονται να αυτοσχεδιάζουν, προσφέροντας ένα διαφορετικό ανταγωνισμό και μια ξεχωριστή παράσταση, που σε ορισμένες περιπτώσεις μάς καθηλώνει…