Η κυρά της Ρω: Με την αγάπη για την Ελλάδα πέρασα όλες τις κακουχίες

Η κυρά της Ρω: Με την αγάπη για την Ελλάδα πέρασα όλες τις κακουχίες

Του Γαβριήλ Χ. Σερέτη *

Το πρώτο «θερμό» επεισόδιο αμφισβήτησης βραχονησίδας στο Αιγαίο δεν συνέβη στα Ιμια, το 1996. Και οι προκλήσεις της Άγκυρας στη Ρω, τη βραχονησίδα δυτικά του Καστελόριζου, μόνον τωρινές δεν είναι. Σε κάθε περίπτωση δε, «υπερίπτανται» του μπάχαλου της κυβερνητικής διγλωσσίας, όπως αυτή αποτυπώνεται με «φώτα σβηστά» και πολιτικές τροχιοδεικτικές «βολές προς αντίθετη κατεύθυνση», «κύκλων πλησίον του Π. Καμμένου» και «πηγών του Μαξίμου».

Οι Τούρκοι, για πρώτη φορά, προσπάθησαν να υψώσουν την ημισέληνο όχι στα «Καρντάκ», αλλά στην υπό ιταλική κατοχή, τότε, Ρω, το 1929. Το κακό για τους ίδιους, είναι ότι εκεί, ήδη, βρισκόταν, μαζί με τον άνδρα της, η νεαρή τότε Δέσποινα Αχλαδιώτη, η «Κυρά της Ρωμιοσύνης», η «Κυρά της Ρω», η οποία, πιστοποιώντας την ελληνικότητα του νησιού, πολύ πριν από την απελευθέρωση των Δωδεκανήσων, πολύ πριν από τους ιταλικούς χάρτες και τις διεθνείς συνθήκες, χωρίς τη βοήθεια κανενός, απάντησε στην πρόκληση άμεσα. Με το πηγαίο του αυτονόητου.

Στον Φρέντυ Γερμανό

«Ανέβηκαν πάνω στο κάστρο του Λάμπρου Κατσώνη, έσκαψαν, έμπηξαν δύο μεγάλα ξύλα, που είχαν μαζί τους, τα τσιμένταραν, για να κρατήσουν, και στην κορφή κάρφωσαν μια τσίγκινη τούρκικη σημαία, για να μην την παίρνει ο αέρας», είπε για το περιστατικό του 1929, αρκετά χρόνια αργότερα, η «Κυρά της Ρω» στον Φρέντυ Γερμανό. Η ελληνική σημαία που ύψωσε στη θέση της τουρκικής ήταν φτιαγμένη από ένα γαλάζιο ύφασμα κι ένα λευκό σεντόνι, που έβγαλε από το ντουλάπι της κι έραψε επί τόπου. Αυτή τη σημαία ζήτησε να πάρει μαζί της όταν έφυγε από τη ζωή.

Το ίδιο έκανε και, σαράντα έξι χρόνια αργότερα, τον «θερμό» Αύγουστο του 1975, όταν, σε μια «πρόβα τζενεράλε» για τα Ιμια, ο Τούρκος δημοσιογράφος Ομάρ Κασάρ και άλλα δύο άτομα, προφανώς σε διατεταγμένη υπηρεσία, εκμεταλλεύτηκαν την ολιγοήμερη, για λόγους υγείας, απουσία της «ακρίτισσας»,αποβιβάστηκαν στη Ρω και τοποθέτησαν, πάνω σ'' ένα κοντάρι 4 μέτρων, τη σημαία τους. Για να πάρουν και πάλι απάντηση από την κυρα-Δέσποινα, αμέσως όταν επέστρεψε.

Τα δεδομένα, όμως, είχαν αλλάξει. Όπως αποδείκνυε και η τοποθέτηση, λίγο αργότερα, και δεύτερης τουρκικής σημαίας, αυτή τη φορά στη Στρογγυλή, το δεύτερο νησάκι του «συμπλέγματος» του Καστελόριζου. Οι μάσκες είχαν πέσει, το μακροπρόθεσμο της τουρκικής προκλητικότητας προσλάμβανε πρόδηλη σάρκα και οστά, σ'' ένα ακόμα σημείο του Ελληνισμού.

Η Δέσποινα Αχλαδιώτη ερμήνευσε απολύτως σωστά και το περιστατικό του ''74. «Αυτοί (οι Τούρκοι) πήγαν πάλι όταν έλειπα. Έκαμα παράπονο. Γιατί το κάματε αυτό; Αφού ξέρετε ότι το νησί είναι ελληνικό. ''''Δεν είδαμε κανέναν πάνω και είπαμε ότι η γυναίκα που σήκωνε τη σημαία, έφυγε.

Αυτός που την έβαλε ήταν παράφρων'''', μου είπαν». «Μα καλά αυτός, εσείς που τον πήγατε με το καΐκι, είσαστε παράφρονες κι εσείς;», ρωτούσε ρητορικά η «Κυρά της Ρωμιοσύνης». Για να προσθέσει προφητικά και με οξύνοια που θα ζήλευαν και χαράκτες στρατηγικής: «Η ζωή του Καστελόριζου είναι αυτό το νησάκι, εάν το έπαιρναν, το Καστελόριζο δεν θα υπήρχε». Πολλά χρόνια πριν ανακαλύψουν (;) κάποιοι τη σπουδαιότητα της ΑΟΖ.

Η «Κυρά της Ρω» έμεινε στην άγονη βραχονησίδα ακόμα κι όταν, στην αντάρα του πολέμου, οι Γερμανοί «αφάνισαν» το Καστελόριζο, βομβαρδίζοντάς το ανελέητα. Αφήνοντας πάνω του στην κυριολεξία δύο ανθρώπους. Παρά το γεγονός ότι έχασε, το ''40, τον βαριά άρρωστο άνδρα της, που έσβησε πάνω στο καΐκι που θα τον μετέφερε στη Μεγίστη, μέσα στο φουρτουνιασμένο πέλαγο, μιας και οι ψαράδες δεν είδαν τις τρεις φωτιές-σημάδι κακού που είχε ανάψει προηγουμένως για βοήθεια, εκείνη συνέχισε να φυλάττει Θερμοπύλας.

Για πρωινό... η σημαία

Εχοντας, στην αρχή, μαζί της την τυφλή μητέρα της και ένα κοπάδι ζωντανά. Υποχρεώνοντας ακόμα και τον Αγγλο διοικητή των συμμαχικών δυνάμεων, που την επισκέφθηκε, να τη χαιρετήσει στρατιωτικά. Υψώνοντας τη σημαία κάθε πρωί και υποστέλλοντάς την κάθε δειλινό. Από τη στιγμή που φυγάδευε τους στρατιώτες του Ιερού Λόχου, βοηθώντας να καταστεί το Καστελόριζο το πρώτο ελληνικό έδαφος που απελευθερωνόταν μετά τον Μεγάλο Πόλεμο, με το αντιτορπιλικό «Κουντουριώτης» να καταπλέει στο λιμάνι του.

Έως τότε που το ελληνικό κράτος την τίμησε με παράσημο και δέκα χιλιάδες δραχμές για τον πατριωτισμό της. Τριάντα πέντε χρόνια πριν ο Γ.Α. Παπανδρέου επιλέξει τον ακρογωνιαίο λίθο του Ελληνισμού για να ανακοινώσει τη χρεοκοπία και την είσοδο της χώρας στα μνημόνια. Εκείνη, πάλι, είχε καταφέρει να μιλά ο κόσμος όλος για τον τόπο της, αλλιώς. Η αγάπη για την έπαρση της σημαίας ήταν τόσο χαραγμένη μέσα της όσο και η γραμμή ενός καραβιού στον ορίζοντα. Αιτία κι αφορμή.

Στις 13 Μαΐου του 1983, σε ηλικία 92 ετών, η Δέσποινα Αχλαδιώτη, η «Κυρά της Ρω», πέθανε στο Νοσοκομείο της Ρόδου. Η επιθυμία της εκπληρώθηκε, τάφηκε στο ξερονήσι της, δίπλα στον ιστό της ελληνικής σημαίας. Έγινε σύμβολο, έχοντας πλάι της το σύμβολο. «Με την ελληνική σημαία υψωμένη και την αγάπη για την Ελλάδα βαθιά ριζωμένη μέσα μου πέρασα όλες τις κακουχίες», είχε πει η γυναίκα-παλικάρι.

«Δεν τη φοβάμαι την ερημιά. Ποτέ δεν τη φοβήθηκα. Τρέμω εκείνη τη μέρα που θα βρουν τ' απομεινάρια μου. Αναρωτιέμαι τι θα μπορέσουν να καταλάβουν από μερικά απολιθώματα στο χώμα. Δεν φοβάμαι μη με ξεχάσουν. Την παρεξήγηση φοβάμαι. Υπήρχαν χρόνια που αυτό εδώ το νησάκι, η Ρω, έμοιαζε με βασίλειο. Αυτός ήταν ο θρόνος μας. Μια ξεραμένη λεμονόφλουδα και γύρω της το μπλε.

Ήμασταν εγώ, ο άντρας μου και το γαλάζιο. Αυτός ήταν ο λαός μας. Μπορεί να μην είχε φωνή, αλλά άλλαζε όμως αποχρώσεις, αμέτρητες αποχρώσεις και πρόσωπα, ανάλογα με τις εποχές και τις μέρες». Οι... παράφρονες γνωρίζουν ότι θα βρίσκεται πάντα εκεί. Ή μήπως προσπαθήσουν, και πάλι, να εκμεταλλευτούν την «απουσία» της;

Αφήνουμε τα όνειρά μας

«Αυτά που αφήνουμε πίσω μας δεν είναι η προσπάθεια, αλλά τα βασικά συστατικά των ονείρων μας. Ασύνδετα κοκαλάκια από κορμί. Θέλει προσοχή και μελέτη για να καταλάβεις. Θέλει να τα ξαναβάλεις στη θέση τους για να βρεις αν πέταξαν, αν βυθίστηκαν ή αν μπόρεσαν να πατήσουν στα πόδια τους».

«Αυτή θα είναι η ιστορία μου. Τ' απομεινάρια μιας γυναίκας που έβαζε τον κόσμο κάθε μέρα στη θέση του. Άλλες φορές θα μπερδεύουν τα θρυψαλάκια και θα βλέπουν ασκητές και ήρωες και άλλες φορές θα φτιάχνουν σημαιούλες και θα βλέπουν ποιητές και ελαφροΐσκιωτους».

(Αποσπάσματα από το βιβλίο «Κυρά της Ρω» του Γιάννη Σκαραγκά).

* Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο της 11ης Απριλίου

Φωτογραφία intime news