Του Γαβριήλ Χ. Σερέτη*
Όταν το 1971 μια τοπική εταιρεία της Χαβάης δημιουργούσε ένα τοπικό ασύρματο δίκτυο με στόχο τη σύνδεση των νησιών με τη βοήθεια ραδιοσυχνοτήτων UHF (Ultra High Frequency) και μια εικοσαετία αργότερα ο Αυστραλός ραδιο-αστρονόμος Τζ. Ο'' Σάλιβαν ανέπτυσσε μια ανάλογη πατέντα «καθαρισμού» του σήματος μετάδοσης, ουδείς μπορούσε να φανταστεί ποια θα ήταν η εξάπλωση του προϊόντος, το οποίο συμπεριλαμβάνεται πλέον στα 100 αντικείμενα που διαμόρφωσαν την ιστορία του κόσμου.
Στα πιο εμπορικά σήματα-κατατεθέντα, από το 1999, οπότε ο Φιλ Μπέλανγερ της Wi- Fi Alliance επέλεξε το όνομα που όλοι γνωρίζουμε σαν λογοπαίγνιο το οποίο παρέπεμπε στο από τότε διαδεδομένο Hi-Fi. Σήμα που πλαισιώθηκε από το λογότυπο με ευθείες αναφορές στην κινεζική φιλοσοφία του Γιν-Γιανγκ που περιγράφει πως φαινομενικά αντίθετες δυνάμεις μπορούν να αλληλοσυμπληρωθούν και να δημιουργήσουν κάτι καινούργιο χάρη στην αλληλοσύνδεση και τη διαλειτουργικότητα.
Σήμερα, οι Wi-Fi δρομολογητές (routers) είναι περισσότεροι ακόμα και από τους κατοίκους του πλανήτη, η σύνδεση δε με Wi-Fi δίκτυο είναι η πρώτη προτεραιότητα για τους περισσότερους, κυρίως για τους νέους και τις νέες, όταν βρεθούν εκτός του οικιακού δικτύου ή για λόγους οικονομίας, δεδομένων ή χρημάτων, στην πλατεία, στο καφέ, το μπαρ, το ξενοδοχείο, και σε δεκάδες άλλους χώρους, στην καθημερινότητα ή στις διακοπές. Πόσο ασφαλής είναι όμως αυτή η σχεδόν αντανακλαστική κίνηση και κατά πόσο δημιουργεί προβλήματα στην υγεία μας;
Διάτρητα δίκτυα
Σύμφωνα με την Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ), οι φορητοί υπολογιστές, τα κινητά τηλέφωνα και άλλες συσκευές που συνδέονται με δημόσιο Wi-Fi δίκτυο, με λειτουργικά συστήματα Android, iOS, Windows, Unix/Linux είναι ιδιαίτερα ευάλωτες. Πρόσφατα μάλιστα, εντοπίσθηκε μια νέα ηλεκτρονική απειλή με την ονομασία KRACK που εκμεταλλεύεται τις ευπάθειες στα σχετικά πρότυπα ασφάλειας (WPA και WPA2), τα οποία χρησιμοποιούνται στα ασύρματα δίκτυα Wi-Fi. Η νέα απειλή μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την ακεραιότητα και την εμπιστευτικότητα των δεδομένων που διακινούνται μεταξύ των τερματικών συσκευών των χρηστών και των ασύρματων σημείων πρόσβασης.
Για τον λόγο αυτό, η ΑΔΑΕ σαφέστατα συνιστά στους χρήστες δημόσιων Wi-Fi δικτύων να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί και να αποφεύγουν τη διαβίβαση ευαίσθητων πληροφοριών ή εναλλακτικά να χρησιμοποιούν, όπου αυτό είναι τεχνικά δυνατό, άλλες μεθόδους κρυπτογράφησης για την επεξεργασία εμπιστευτικών πληροφοριών, ώσπου να διατεθούν ενημερώσεις ασφάλειας για την αντιμετώπιση της ευπάθειας που αποκαλύφθηκε. Κάτι που δεν αναμένεται να συμβεί πριν από το τέλος του 2019.
Ενδεικτική της κατάστασης που επικρατεί είναι και η έρευνα της ρωσικής εταιρείας Kaspersky Lab που πραγματοποιήθηκε με αφορμή το Μουντιάλ και στην οποία αποκαλύπτεται ότι 7.176 από τα περίπου 32.000 δημόσια Wi-Fi δίκτυα στο Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου 2018 είναι μη ασφαλή, καθώς δεν προστατεύουν τα προσωπικά δεδομένα.
Αυτό σημαίνει ότι οι χάκερς το μόνο που χρειάζεται είναι να βρίσκονται κοντά σε ένα σημείο πρόσβασης ή και να το έχουν παραβιάσει ήδη, για να αποκτήσουν εμπιστευτικές πληροφορίες από ανυποψίαστους ή απροετοίμαστους χρήστες. Ανάλογη βεβαίως είναι η εικόνα και στα περισσότερα από τα ξενοδοχεία του πλανήτη, όπως και στους άλλους δημόσιους χώρους μαζικής συνάθροισης, που αποτελούν εστίες δυνητικού ηλεκτρονικού κινδύνου.
Την ίδια ώρα, βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, παγκοσμίως, η διαμάχη για το αν και κατά πόσο η λειτουργία του Wi-Fi αποτελεί αιτία για σοβαρές ασθένειες, όπως ο καρκίνος, αλλά και για τις ευρύτερες πιθανές επιπτώσεις στην υγεία του ανθρώπου, κυρίως δε σε αυτή των παιδιών.
Χαρακτηριστικά είναι τα ευρήματα της αρμόδιας Εθνικής Επιτροπής της Κύπρου που κατατέθηκαν προσφάτως προς συζήτηση στη Βουλή της Μεγαλονήσου. Σε αυτήν περιλαμβάνονται διαπιστώσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, όπως είναι φυσικό, το ζήτημα συνδέεται άρρηκτα με τη χρήση κινητών «που δημιουργεί αυξημένη και πολλαπλή έκθεση στην ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία με πολύ σοβαρές επιπτώσεις στη σωματική αλλά και στην ψυχική και την πνευματική υγεία».
Σε ανάλογη επιστημονική ημερίδα επαναβεβαιώθηκε ότι η μη ιονίζουσα ακτινοβολία που εκπέμπουν όλες οι συσκευές, οι οποίες διαθέτουν εφαρμογές ασύρματου Διαδικτύου (Wi-Fi, δεδομένα κινητής τηλεφωνίας, bluetooth κ.λπ.) είναι πιθανώς καρκινογόνος, ενώ φέρεται να προκαλεί προβλήματα στην ανάπτυξη του εγκεφάλου του παιδιού, να ευθύνεται για αυξημένο κίνδυνο υπογονιμότητας και να εντείνει το οξειδωτικό στρες. Το χειρότερο ίσως είναι η παραδοχή των επιστημόνων ότι «το παζλ της εκτίμησης όλων των επιπτώσεων και της απόλυτης τεκμηρίωσης θα χρειαστεί χρόνια συγκεντρωτικής έκθεσης για να συμπληρωθεί πλήρως».
Σε κάθε περίπτωση, «το ανησυχητικό και επιβεβαιωμένο», σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, είναι ότι οι όποιες μακροπρόθεσμες επιπτώσεις «θα είναι πολύ μεγαλύτερες και σοβαρότερες για το έμβρυο και το παιδί σε σχέση με τους ενήλικες». Στην κατεύθυνση αυτή, η Κυπριακή Επιτροπή τάσσεται κατά της χρήσης ασύρματου δικτύου και εφιστά την προσοχή στους χώρους εκπαίδευσης, διαβίωσης, περίθαλψης και ψυχαγωγίας των παιδιών.
«Το νηπιαγωγείο, υποχρεωτικά, το σχολείο και το σπίτι, όπου τα παιδιά ανάλογα με την ηλικία τους περνούν το 60%-90% του χρόνου τους, πρέπει να γίνουν όαση προστασίας από την ακτινοβολία ασύρματων συσκευών και συνδέσεων», υπογραμμίζεται.
«Οι γονείς θα πρέπει να γνωρίζουν ότι τα παιδιά και οι έφηβοι κάτω των 16 θα πρέπει να χρησιμοποιούν τα κινητά τηλέφωνά τους μόνο σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης». Τα κινητά τηλέφωνα, τάμπλετ, φορητοί υπολογιστές «μπορούν να χρησιμοποιηθούν από τα παιδιά ως απλές συσκευές σε λειτουργία πτήσης, με απενεργοποιημένες τις ρυθμίσεις ασύρματου Διαδικτύου» και «επιβάλλεται μειωμένη χρήση σε παιδιά προσχολικής ηλικίας και πλήρης αποφυγή σε παιδιά κάτω των 2 ετών».
Ιδιαίτερη μνεία γίνεται στις εγκύους και στα βρέφη, ενώ συστήνεται «προσοχή στις ψηφιακές συσκευές παρακολούθησης βρεφών γιατί υπάρχουν πιθανοί κίνδυνοι μη αναστρέψιμων καταστροφών στον βρεφικό εγκέφαλο». Στην κατεύθυνση αυτή, στην Κύπρο αποφασίστηκε τα νηπιαγωγεία να λειτουργούν να απενεργοποιημένο το ασύρματο δίκτυο, ενώ στα δημοτικά το Wi-Fi θα παρέχεται με περιορισμούς και για διοικητικούς σκοπούς.
Ελλιπείς έλεγχοι
Ανησυχητικό είναι το γεγονός ότι «παρατηρείται ελλιπής έως ανύπαρκτος έλεγχος των διαφόρων συσκευών ως προς τις επιπτώσεις της χρήσης τους», ενώ «δεν υπάρχουν αποδείξεις ασφάλειας και κανένας οργανισμός, ούτε και η ίδια η βιομηχανία, δηλώνει ευθέως την ασφάλειά τους». Οι επιστήμονες επισημαίνουν με νόημα ότι «οι νομοθετικές οδηγίες και κανονισμοί θα πρέπει να αναθεωρηθούν και ενδυναμωθούν ώστε να είναι συμβατοί με τη σύγχρονη επιστημονική γνώση».
Ιδιαιτέρως προβληματική είναι η πανευρωπαϊκή διάσταση του προβλήματος, καθώς δεν υπάρχει ενιαία πολιτική για το θέμα της χρήσης του Wi-Fi. Διάφορες χώρες όπως οι Γαλλία, Ιταλία, Αυστρία, Γερμανία, Ελβετία, στη βάση της Αρχής της Προφύλαξης και των πιθανών κινδύνων, εφαρμόζουν διαφορετικές πρακτικές σε επίπεδο χώρας ή ακόμα σε ομοσπονδιακό επίπεδο. Υπάρχουν όμως και χώρες, όπως η Αγγλία και η Σουηδία, στις οποίες γίνεται καθολική και ανεξέλεγκτη εξάπλωση της ασύρματης χρήσης του Διαδικτύου και γενικά της ασύρματης τεχνολογίας.
Φυσικά, η προσπάθεια αποφυγής της έκθεσης σε ραδιοκύματα είναι λίγο ως πολύ αδύνατη στη σύγχρονη κοινωνία. Η διατήρηση, όμως, ασύρματων συσκευών μακριά από το σώμα μας και η απενεργοποίηση των ασύρματων δικτύων, τουλάχιστον όταν αυτά δεν χρησιμοποιούνται, θα μπορούσε να αποτελέσει ένα πρώτο βήμα ώσπου να επιβεβαιωθούν πλήρως ή διαψευστούν επιστημονικά, και όχι εμπορικά, οι θεωρητικοί κίνδυνοι για την υγεία. Κάτι που δεν ισχύει βεβαίως για την ασφάλεια, που οι κίνδυνοι μόνο θεωρητικοί δεν είναι.
* Tο άρθρο δημοσιεύτηκε στον Φιλελεύθερο στις 18 Ιουλίου