Του Γιάννη Μαντζίκου
Ο Γουίνι το αρκουδάκι, το συμπαθές καρτούν του Αλεξάντερ Μιλν, «πληρώνει» το γεγονός πως μερίδα της κοινής γνώμης της Κίνας, τον παρομοιάζει με τον πρόεδρο της χώρας Σι Τζινπίνγκ. Αν κάποιος χρήστης πληκτρολογήσει τους χαρακτήρες «Weini xiao xiong» («Γουίνι το μικρό αρκουδάκι» στα κινεζικά) στο -αντίστοιχο του Twitter- μέσο κοινωνικής δικτύωσης Weibo, οι χρήστες διαβάζουν το μήνυμα πως «το περιεχόμενο αυτό είναι παράνομο». Παρόμοιο μήνυμα εμφανίζεται και στις εικόνες που περιέχουν το αξιολάτρευτο αρκουδάκι, ενώ στο WeChat -το δημοφιλές στην Κίνα ηλεκτρονικό ταχυδρομείο- το πακέτο με τα αυτοκόλλητα στα οποία απεικονίζεται ο Γουίνι έχει πλέον καταργηθεί. Η παράλογη αυτή λογοκρισία είναι μόνο ένα μικρό δείγμα της κατάστασης που επικρατεί στον κινεζικό κόσμο του διαδικτύου. Το 2000, ο Αμερικανός τότε πρόεδρος Μπιλ Κλίντον δήλωνε ότι η εξάπλωση του internet στην Κίνα θα την κάνει μια πιο ανοιχτή κοινωνία όπως αυτήν των ΗΠΑ, τονίζοντας πως η ελευθερία θα διαδοθεί με τα κινητά τηλέφωνα και το καλώδιο του modem... Μάλλον έπεσε έξω στην πρόβλεψή του.
Ο αρχικός ενθουσιασμός
Το πρώτο email στην Κίνα εστάλη τον Σεπτέμβριο του 1987, 16 χρόνια μετά την πρώτη αποστολή μηνύματος ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στις ΗΠΑ από τον Ρέι Τόμλινσον. Τότε οι αρχές της Κίνας εξέπεμψαν ένα θριαμβευτικό μήνυμα: «Από το Σινικό Τείχος μπορούμε να φτάσουμε σε όλον τον κόσμο». Τα πρώτα χρόνια η κυβέρνηση κράτησε το διαδίκτυο για ακαδημαϊκούς και αξιωματούχους, αλλά στη συνέχεια το άνοιξε και στο ευρύ κοινό. Το 1996 εμφανίζονται στην Κίνα τα πρώτα ίντερνετ καφέ. Γρήγορα όμως οι κινεζικές αρχές κατάλαβαν το «λάθος» που είχαν κάνει, καθώς το 1998, ένας μηχανικός λογισμικού 30 ετών, ο Λιν Χάι, διαβίβασε 30.000 κινεζικές διευθύνσεις ηλεκτρονικού ταχυδρομείου σε ένα αμερικανικό περιοδικό υπέρ της δημοκρατίας. Ο Λιν συνελήφθη και φυλακίστηκε μετά την πρώτη γνωστή δίκη στην ιστορία της Κίνας για θέματα διαδικτύου. Εκείνη την εποχή, με αφορμή την υπόθεση Λιν Χάι, το Πεκίνο, που το 1996 είχε θεσπίσει ένα σύνολο προσωρινών διατάξεων για τη διαχείριση διαδικτυακών θεμάτων, έθεσε σε εφαρμογή το έργο Golden Shield - ένα εθνικό φίλτρο που εμποδίζει την είσοδο στο οικιακό δίκτυο πολιτικά ευαίσθητου περιεχομένου. Το 2002 το Πεκίνο μπλοκάρει για πρώτη φορά την Google στη χώρα σε μια προσπάθεια να ελέγξει και να φιλτράρει τις πληροφορίες που παίρνουν οι πολίτες της χώρας, ενώ τo 2010 δημοσιεύτηκε η πρώτη επίσημη «Λευκή Βίβλος» για το διαδίκτυο στην Κίνα. Η βίβλος απαιτούσε από όλους τους χρήστες του διαδικτύου στην Κίνα, συμπεριλαμβανομένων ξένων οργανισμών και ατόμων, να συμμορφώνονται με τους κινεζικούς νόμους και κανονισμούς. Οι κινεζικές εταιρείες διαδικτύου καλούνταν να υπογράψουν τη «Δημόσια δέσμευση για την αυτορρύθμιση και την επαγγελματική δεοντολογία για τη βιομηχανία του διαδικτύου της Κίνας». Παράλληλα άρχισε να εξελίσσεται το πλέον εξελιγμένο πια πρόγραμμα ηλεκτρονικής λογοκρισίας, το γνωστό και ως «Great Firewall». To σύστημα αυτό χρησιμοποιεί εργαλεία ώστε να μπλοκάρει οποιαδήποτε ιστοσελίδα η κυβέρνηση θεωρεί ότι βλάπτει την κοινωνική συνοχή της χώρας.
Η σιδερένια γροθιά του Σι
Το 2015 κατά τη διάρκεια παγκοσμίου συνεδρίου διαδικτύου στην Ουνζέν στη Νότια Κίνα, ο Σι Τζινπίνγκ, που είχε αναλάβει την ηγεσία της χώρας το 2013, παρουσίασε το δικό του όραμα για την ανάπτυξη του διαδικτύου στη χώρα. Ο Κινέζος πρόεδρος είχε καλέσει τους υπόλοιπους ηγέτες να σέβονται τα μοντέλα ανάπτυξης του ίντερνετ που επιλέγει κάθε χώρα, υπερασπίζοντας τους αυστηρούς ελέγχους στη διαδικτυακή πληροφόρηση που έχει επιβάλει το κομμουνιστικό κόμμα. «Πρέπει να αντισταθούμε στην ηγεμονία του διαδικτύου και να μην παρεμβαίνουμε στις εσωτερικές υποθέσεις άλλων χωρών χωρίς να συμμετέχουμε ή να στηρίζουμε διαδικτυακές δραστηριότητες που βάζουν σε κίνδυνο την εθνική ασφάλεια άλλων χωρών», τόνισε ο Σι Τζινπίνγκ. Kανείς δεν εξεπλάγη από αυτό που άκουσε. Ο Κινέζος ηγέτης έλεγε κάτι αυτονόητο για μια χώρα που σχεδόν καθετί υφίσταται λογοκρισία. Οι κυβερνητικές πολιτικές συνέβαλαν στη δραματική πτώση του αριθμού των δημοσιεύσεων στην κινεζική πλατφόρμα blogging Sina Weibo (παρόμοια με το Twitter) και έχουν σιωπήσει πολλές από τις σημαντικότερες φωνές της Κίνας που υποστηρίζουν τη μεταρρύθμιση και το άνοιγμα του διαδικτύου. Επιπλέον, η κυβέρνηση του Σι έχει αρχίσει να στοχεύει άτομα με μεγάλο αριθμό ακολούθων στα κινεζικά μέσα κοινωνικής δικτύωσης τα οποία θεωρεί επικίνδυνα για το καθεστώς και την εξουσία του Κομμουνιστικού Κόμματος.
Μια γενιά που δεν γνωρίζει το facebook
Στην Κίνα δημιουργείται μια γενιά ανθρώπων που μεγαλώνουν χωρίς Google, Facebook, Twitter, Instagram και χιλιάδες άλλες ιστοσελίδες, μια και η κυβέρνηση της χώρας έχει μπλοκάρει την πρόσβαση του internet σε αυτές. Υπάρχουν πολλοί νέοι στην Κίνα που χρησιμοποιούν εφαρμογές και υπηρεσίες σαν το Baidu, το κοινωνικό δίκτυο WeChat και την πλατφόρμα αναπαραγωγής video μικρής διάρκειας Tik Tok. Οπως έγραφαν πρόσφατα οι New York Times, σε έρευνα 18 μηνών που πραγματοποιήθηκε από τα Πανεπιστήμια Peking και Stanford, προέκυψαν ενδιαφέροντα αποτελέσματα. Πιο συγκεκριμένα, 1.000 Κινέζοι φοιτητές του Πανεπιστημίου του Πεκίνου που συμμετείχαν στην έρευνα, είχαν στα χέρια τους εργαλεία για να παρακάμψουν τις λογοκριμένες ιστοσελίδες και να αποκτήσουν πλήρη πρόσβαση σε αυτές. Το αξιοπερίεργο ήταν πως σχεδόν οι μισοί από αυτούς δεν τα χρησιμοποίησαν, ενώ οι περισσότεροι που παρέκαμψαν τη λογοκρισία της Κίνας μπήκαν να διαβάσουν την ειδησεογραφία στις ιστοσελίδες που είχαν μπλοκαριστεί. Οι NYT αναφέρουν ότι υπάρχουν Κινέζοι πολίτες που γνωρίζουν μεν σαν ονόματα εταιρειών τα Google, Facebook, Twitter και Instagram, αλλά οι συγκεκριμένες ιστοσελίδες έχουν μπλοκαριστεί από την κυβέρνηση επειδή το περιεχόμενό τους δεν ήταν κατάλληλο για την ανάπτυξη του κινεζικού σοσιαλισμού...