DW: Αξιωματούχος παραδέχθηκε εκτελέσεις αντιφρονούντων στη Λευκορωσία

Ο Γιούρι Γκαράφσκι, ο οποίος αναφέρει ως πρώην ιδιότητά του ότι ήταν φρουρός των Ειδικών Δυνάμεων Ταχείας Επέμβασης της Λευκορωσίας, σε αποκλειστική του συνέντευξη στην DW, περιγράφει, το πώς είχαν απαχθεί και δολοφονηθεί πολιτικοί αντίπαλοι και αντιφρονούντες που ζητούσαν την παραίτηση του Λευκορώσου προέδρου Αλεξάντρ Λουκασένκο.

Τα περισσότερα θύματα ήταν πολιτικοί της αντιπολίτευσης, οι οποίοι ζητούσαν την παραίτηση του Λευκορώσου προέδρου.

Την άνοιξη και το φθινόπωρο του 1999 στο Μίσνκ (πρωτέυουσα της Λευκορωσίας) εξαφανίσθηκαν ο πρώην υπουργός Εσωτερικών Γιούρι Ζαχάρενκο, ο πρώην διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας της Λευκορωσίας Βίκτορ Γκοντσάρ και o επιχειρηματίας Ανατόλι Κρασόφσκι που υποστήριζε την αντιπολίτευση. Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του Γκαράφσκι αυτοί απήχθησαν και εκτελέσθηκαν από άνδρες των Ειδικών Δυνάμεων Ταχείας Επέμβασης του υπουργείου Εσωτερικών της Λευκορωσίας. Μεταξύ των ανδρών αυτών ο Γιούρι Γκαράφσκι αναφέρει πως ήταν και ο ίδιος.

Σύμφωνα με τον Γκαράφκσι, την εντολή για την σύλληψή τους είχε δώσει ο αντισυνταγματάρχης Ντμίτρτι Παβλίτσενκο, ο οποίος ήταν και ο άνθρωπος που εκτέλεσε τους πολιτικούς αντιπάλους του Λουκασένκο και τον επιχειρηματία.

Ο Γκαράφσκι εκφράζει την πεποίθηση ότι για τις δολοφονίες αυτές ήσαν ενήμεροι ανώτατοι αξιωματούχοι της Λευκορωσίας και συγκεκριμένα ο τότε υπουργός Εσωτερικών Γιούρι Σιβακόφ και ο γραμματέας του Συμβουλίου Ασφαλείας Βίκτορ Σέιμαν. Ο ίδιος θεωρεί επίσης ότι για τις δολοφονίες ήταν ενήμερος και ο πρόεδρος Αλεξάντρ Λουκασένκο, αλλά δεν θέλει να ισχυρισθεί κάτι τέτοιο. «Όλες οι διαταγές δίνονταν προφορικά. Δεν υπάρχουν έγγραφα, ούτε βίντεολήψεις, ούτε αναφορές σε πρωτόκολλα που να το επιβεβαιώνουν» αναφέρει χαρακτηριστικά ο Γκαράφσκι.

Η Ευρώπη απαιτεί να διασαφηνιστεί ο ρόλος του Λουκασένκο στην εξαφάνιση των πολιτικών του αντιπάλων.

Οι παραδοχές του Γιούρι Γκαράφσκι συμπίπτουν με τα συμπεράσματα του ειδικού εισηγητή της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης (ΚΣΣΕ) Χρίστου Πουργουρίδη, ο οποίος το 2004 διεξήγαγε έρευνα για την εξαφάνιση των Λευκορώσων που ήσαν στην αντιπολίτευση. Ο Πουργουρίδης χαρακτηρίζει τις Ειδικές Δυνάμεις Ταχείας Επέμβασης της Λευκορωσίας «τάγμα θανάτου υπό την ηγεσία του Παβλιτσένκο». «Δεν είναι δυνατόν, οι απαγωγές αυτές και οι δολοφονίες να έγιναν χωρίς την συναίνεση, πολύ υψηλά ιστάμενων αξιωματούχων. Και όταν αναφέρομαι σ' αυτό, εννοώ τον πρόεδρο Λευκορωσίας» υπογράμμισε ο Πουγουρίδης σε συνέντευξη του στην DW.

Παρόμοια είναι και η άποψη της Γερμανίδας πολιτικού Μάργκαρετ Μπάουζε (Margarete Bause), που ανήκει στο κόμμα « Συμμαχία -90/ Πράσινοι, και είναι μέλος της επιτροπής ανθρωπίνων δικαιωμάτων του γερμανικού κοινοβουλίου. «Δεν πρέπει κανείς να ξεχνάει, ότι οι σοβαρές κατηγορίες, σύμφωνα με τις οποίες ο πρόεδρος Λουκασένκο είχε εμπλακεί προσωπικά σ αυτά τα εγκλήματα, μέχρι σήμερα δεν έχουν αρθεί. Η κυβέρνηση της Γερμανίας και η ΕΕ δεν έχουν δικαίωμα να πάψουν να ζητούν διευκρινίσεις. Πρέπει να κάνουν το παν για να λογοδοτήσουν οι ένοχοι» δήλωσε η Μπάουζε στην DW.

Ο Γκαράφσκι είναι έτοιμος να πει όσα γνωρίζει ενόρκως.

Ο Γιούρι Γκαράφσκι διέφυγε από τη Λευκορωσία τον Οκτώβριο του 2018, φοβούμενος ότι θα διωχθεί. Σήμερα ο ηλικία 41 ετών Γκαράφκσι βρίσκεται σε μια από τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, όπου έχει αιτηθεί να του χορηγηθεί πολιτικό άσυλο. Αυτή την στιγμή η αίτηση του εξετάζεται. Στη ρωσική υπηρεσία της DW ο Γκαράφσκι απευθύνθηκε μόνος του τον Σεπτέμβριο του 2019. Ισχυρίζεται ότι είναι έτοιμος να πει όσα γνωρίζει για τις υποθέσεις αυτές, ενόρκως ενώπιον του δικαστηρίου.

Παράλληλα, επισημαίνει η ρωσική υπηρεσία της DW, σε μερικά ερωτήματα της DW νοιώθει κανείς ότι δεν υπάρχουν πλήρεις απαντήσεις. Δεν είναι εντελώς σαφές, πως κατάφερε να φύγει από την Λευκορωσία και με τι ασχολούνταν αφότου έφυγε από τις Ειδικές Δυνάμεις Ταχείας Επέμβασης της Λευκορωσίας. Σε κάθε περίπτωση πάντως, ο Γιούρι Γκαράφσκι, παρουσίασε στην DW πρωτότυπα έγγραφα και αντίγραφα που επιβεβαιώνουν τη διαδρομή που ακολούθησε. Η DW αφού έλεγξε τα στοιχεία που παρουσίασε ο Γκαράφσκι, στον βαθμό που ήταν δυνατόν και λαμβάνοντας υπ όψιν πόσο σημαντικά είναι τα στοιχεία αυτά, αποφάσισε να δημοσιεύσει τη συνέντευξη.