Η Άνγκελα Μέρκελ κατηγορήθηκε επανειλημμένα κατά τη διάρκεια της μακράς θητείας της ως καγκελαρίου ότι δεν ήταν Ευρωπαία με όλη της την καρδιά, ότι της έλειπε το πραγματικό πάθος. Έτσι επέλεξε έναν ελαφρώς πιο συναισθηματικό τόνο στην πρώτη της ομιλία ως νέα πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου ενώπιον του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, αναφέρει σε δημοσίευμά της η Deutsche Welle.
Mε την κρίση του κορονοϊού η Ευρώπη αντιμετώπισε τη μεγαλύτερη δοκιμασία στην ιστορία της κι έτσι πρέπει να αλλάξει, «αν θέλουμε να την προστατεύσουμε και να τη διατηρήσουμε», ανέφερε η Άνγκελα Μέρκελ. Ίσως να ήταν μια έμμεση αναφορά στη φράση «όλα πρέπει να αλλάξουν για να παραμείνουν ως έχουν» από το μυθιστόρημα «Ο γατόπαρδος» του Ιταλού συγγραφέα Τζουζέπε Τομάζι ντι Λαμπεντούζα.
«Πιστεύω στην Ευρώπη, όχι μόνο ως κληρονομιά του παρελθόντος αλλά ως ελπίδα και όραμα για το μέλλον» είπε χαρακτηριστικά η καγκελάριος, έχοντας κατά νου μια ΕΕ που αγωνίζεται εδώ και χρόνια να ξεπεράσει τη μια κρίση μετά την άλλη. Αναφέρθηκε στην αποτυχημένη προσπάθεια για ένα Ευρωπαϊκό Σύνταγμα, στην χρηματοπιστωτική κρίση, το προσφυγικό – όλα αυτά επέφεραν πλήγματα στις χώρες - μέλη που πρέπει τώρα να ξεπεραστούν.
«Μετά την κρίση, η Ευρώπη θα είναι ισχυρότερη, εάν ενισχύσουμε το κοινό πνεύμα. Κανείς δεν τα καταφέρνει μόνος του». Η Άνγκελα Μέρκελ μιλά για τις θεμελιώδεις δημοκρατικές αξίες της ΕΕ και τα δικαιώματα ως κοινή βάση. Η αναστολή των δικαιωμάτων δεν πρέπει ποτέ να γίνει κανόνας, για παράδειγμα εξαιτίας της κρίσης του κορωνοϊού, είπε η καγκελάριος -αναφερόμενη προφανώς στον πρωθυπουργό της Ουγγαρίας Βίκτορ Όρμπαν, ο οποίος εξακολουθεί μάλιστα να ανήκει στην οικογένεια του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος.
Αλλά γιατί επιλέγει να υπογραμμίσει τη σημασία των δημοκρατικών αξιών; Είναι γνωστό ότι η Άνγκελα Μέρκελ συνδέει την τήρηση της αρχής του κράτους δικαίου με την εκταμίευση ευρωπαϊκών πόρων. Ωστόσο μέχρι τώρα δεν έχει φανεί συνεπής σε αυτό το πεδίο, επειδή αντιμετωπίζει έντονη αντίσταση από την Ουγγαρία και άλλες χώρες. Επίσης φαίνεται μάλλον απίθανο να φανεί τώρα συνεπής, ειδικά από τη στιγμή που δεν υπάρχει ομοφωνία για το θέμα του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού και του Ταμείου Ανάκαμψης.
«Η αλληλεγγύη δεν είναι απλώς μια ανθρώπινη χειρονομία, είναι μια βιώσιμη επένδυση. Δεν είναι μόνο πολιτικά απαραίτητη, αλλά έχει ευρύτερη αξία». Με τέτοιες διατυπώσεις ενδέχεται να δούμε την καγκελάριο να απευθύνεται στους ευρωπαίους ηγέτες τους προσεχείς μήνες: «Κάθε συμβιβασμός θα σας είναι χρήσιμος και σε εθνικό επίπεδο». Το «μάντρα» της καγκελαρίου φαίνεται να είναι ότι η συμφωνία για τα δισεκατομμύρια για την αντιμετώπιση της κρίσης του κορωνοϊού θα είναι προς το συμφέρον όλων των κρατών – μελών της ΕΕ.
Η καγκελάριος επαίνεσε για ακόμη μια φορά τη γαλλο-γερμανική πρόταση για το Ταμείο Ανάκαμψης ύψους 500 δις ευρώ – ενώ η Κομισιόν και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ζητούν 750 δις ευρώ. «Στόχος μας είναι να επιτύχουμε μια συμφωνία το συντομότερο δυνατόν» - ακόμη και μέσα στο καλοκαίρι, τόνισε η Άγκελα Μέρκελ, υπογραμμίζοντας ότι δεν θα πρέπει να χαθεί χρόνος, γιατί αυτό θα είχε συνέπειες για τα πιο αδύναμα κράτη - μέλη. Γι αυτό, όπως λέει, απαιτείται μεγάλη συμβιβαστική διάθεση. Ταυτόχρονα προειδοποίησε για την οικονομική επιβάρυνση των οικονομικά δυνατότερων χωρών, ωστόσο τις καλεί να σκεφτούν πώς θα μπορούσαν να συνδράμουν επίσης πολιτικά και κοινωνικά.
Την ίδια ώρα η συζήτηση για το Ταμείο Ανάκαμψης και τον επόμενο ευρωπαϊκό προϋπολογισμό διεξάγεται με φόντο «παγκόσμιες ανακατατάξεις» και μετατοπίσεις, με δύσκολους γείτονες, περιοχές όπου μαίνονται κρίσεις στα σύνορα με την ΕΕ και με μια εξασθενημένη συμμαχία με τις ΗΠΑ. Για την Κίνα έκανε λόγο για στρατηγικές σχέσεις, στενές εμπορικές επαφές και ανοιχτό διάλογο χωρίς καμία αναφορά στο Χονγκ Κονγκ ή τις παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων -πιο πρόσφατα κατά των Ουιγούρων.
Τέλος η καγκελάριος επικροτήθηκε για την παρατήρηση ότι η πανδημία δείχνει και τα όρια του λαϊκισμού, ο οποίος αρνείται τα γεγονότα. «Η αλήθεια και η διαφάνεια χρειάζονται τη δημοκρατία» ανέφερε χαρακτηριστικά. Κλείνοντας δεν παρέλειψε να κάνει αναφορά και στον Μπετόβεν, τα 250ά γενέθλια του οποίου γιορτάζει φέτος η Γερμανία και η Βόννη και βέβαια στις έννοιες της ενότητας και της αδελφοσύνης που διαπνέουν την Ωδή στη Χαρά, τον ύμνο της ΕΕ.
Γερμανικές αντιδράσεις
Η πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν προσπαθεί να τηρήσει κάποιες αποστάσεις από την καγκελάριο Μέρκελ. Κάνει κι αυτή λόγο για υψηλές προσδοκίες από τη γερμανική προεδρία, ωστόσο τονίζει ότι πρέπει κανείς να διδαχθεί από τα λάθη της ευρωκρίσης. Η ευρωκρίση επέφερε ανεργία, κατάρρευση των δημόσιων επενδύσεων, καταστροφή κυβερνητικών προγραμμάτων. Ήταν μια τραυματική εμπειρία για πολλούς Ευρωπαίους. «Δεν πρέπει τα πράγματα να γίνονται έτσι», ανέφερε η πρόεδρος της Κομισιόν χθες απορρίπτοντας την πολιτική λιτότητας και κάνοντας έκκληση για ένα ισχυρό πρόγραμμα ανάκαμψης στο εξής.
Από την πλευρά του ο επίσης Γερμανός Μάνφρεντ Βέμπερ, επικεφαλής της ευρωοομάδας των Χριστιανοδημοκρατών, υπενθύμισε στην καγκελάριο Μέρκελ την ιστορική της ευθύνη και την ενέταξε σε μια σειρά σημαντικών προσωπικοτήτων της ΕΕ, όπως ο Ρομπέρ Σουμάν και ο Κόνραντ Αντενάουερ. Από την πλευρά των Πρασίνων, η Σκα Κέλερ, χαιρετίζει την υπόσχεση της Μέρκελ για περισσότερες προσπάθειες στον αγώνα κατά της κλιματικής αλλαγής, καλώντας την να τις εντατικοποιήσει. Κριτική στην καγκελάριο βέβαια άσκησαν επίσης Γερμανοί, ο Μάρτιν Σίρντεβαν, ευρωβουλευτής της Αριστεράς, αλλά και ο επικεφαλής της ομάδας της εθνολαϊκιστικής AfD στην Ευρωβουλή, Γεργκ Μόιτεν.
Αυτή η αυξημένη γερμανική παρουσία στους ευρωπαϊκούς διαδρόμους θεωρείται άραγε απειλή; Στην τρέχουσα βαθιά κρίση του κορονοϊού, πολλοί φαίνεται να προτιμούν πάντως μια ισχυρή χώρα στο τιμόνι της ΕΕ για τους επόμενους έξι μήνες. Υπό αυτές τις συνθήκες δεν αναμένονται σφάλματα και αστοχίες. Το μόνο σίγουρο είναι ότι όλοι περιμένουν από την Άνγκελα Μέρκελ ένα πράγμα: τα πάντα.