του Γιώργου Παυλόπουλου
Η απουσία ασφαλών προγνωστικών είναι το στοιχείο που κυριαρχεί στην Τουρκία την ώρα που πάνω από 55 εκατομμύρια ψηφοφόροι ετοιμάζονται να προσέλθουν στις κάλπες για τις κρίσιμες προεδρικές και βουλευτικές εκλογές. Οι εντυπωσιακές σε μαζικότητα και παλμό συγκεντρώσεις που πραγματοποίησε ο υποψήφιος του κεμαλικού Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP), Μουχαρέμ Ίντσε, στις τρεις μεγάλες πόλεις της Τουρκίας – Άγκυρα, Σμύρνη και Κωνσταντινούπολη, όπου οι διοργανωτές έκαναν λόγο για πέντε εκατομμύρια!– έδειξαν ότι έχει αποκτήσει σημαντική δυναμική και, σε κάθε περίπτωση, δεν θα επιτρέψει στον αντίπαλό του να κάνει τον περίπατο που ονειρευόταν όταν προκήρυσσε τις πρόωρες εκλογές, στις αρχές Απριλίου.
Αναμφίβολα, πάντως, ο Ταγίπ Ερντογάν παραμένει το μεγάλο και αδιαφιλονίκητο φαβορί για να επανεκλεγεί στην προεδρία, έστω κι αν δεν συγκεντρώσει το απαιτούμενο 50% συν ένα στον πρώτο γύρο και απαιτηθεί επαναληπτική αναμέτρηση, που θα διεξαχθεί στις 8 Ιουλίου. Το σύνολο των δημοσκοπήσεων, άλλωστε, του δίνουν ποσοστά λίγο πάνω ή λίγο κάτω από το 50%, με τη διαφορά του από τον Ίντσε να είναι πολύ μεγάλη. Έτσι, εφόσον βεβαίως τα προγνωστικά επιβεβαιωθούν στην κάλπη, θα είναι σχεδόν αδύνατο να καλυφθεί στον δεύτερο γύρο, αν αυτός χρειαστεί.
Πιο συγκεχυμένα είναι τα πράγματα όσον αφορά τη νέα βουλή, η οποία πλέον θα έχει 600 μέλη, έναντι 550 μέχρι σήμερα. Κι αυτό διότι όλα, όπως φαίνεται, θα κριθούν από την επίδοση του αριστερού φιλοκουρδικού Κόμματος της Δημοκρατίας των Λαών (HDP), ου φυλακισμένου Σελαχατίν Ντεμιρτάς: Εφόσον καταφέρει να περάσει το όριο του 10%, επαναλαμβάνοντας την επιτυχία των τελευταίων δύο αναμετρήσεων, τότε οι 60-80 βουλευτές που αναμένεται να συγκεντρώσει είναι σχεδόν βέβαιο ότι αρκούν για να στερήσουν την απόλυτη πλειοψηφία από το κυβερνόν Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ). Αυτός είναι και ο λόγος που, σύμφωνα τουλάχιστον με κάποιες πληροφορίες, οι κεμαλιστές σκέφτονται να κατευθύνουν μερικές χιλιάδες ψήφων προς το HDP, ώστε να του δώσουν την αναγκαία ώθηση για να καταφέρει το πλήγμα στον Ερντογάν.
Η αλήθεια, ωστόσο, είναι ότι όλα τα βλέμματα είναι στραμμένα κυρίως στις προεδρικές εκλογές. Το γιατί είναι προφανές: Με βάση τη συνταγματική αναθεώρηση που εγκρίθηκε στο περυσινό δημοψήφισμα, ο εκάστοτε πρόεδρος της δημοκρατίας αποκτά υπερεξουσίες, αφαιρώντας τις από την κυβέρνηση και τη βουλή. Κάτι που σημαίνει, πολύ απλά, ότι ακόμη κι αν δεν διαθέτει την πλειοψηφία στην Εθνοσυνέλευση, ο νέος πρόεδρος θα είναι τελικώς σε θέση να εφαρμόσει την πολιτική που θέλει, έστω και με περισσότερες αντιστάσεις.
Το σίγουρο είναι ότι από την επόμενη κιόλας ημέρα, ο νικητής ων εκλογών θα έχει να αναμετρηθεί κυρίως με μία τεράστια πρόκληση, που αποτελεί θανάσιμη απειλή για την Τουρκία: Πρόκειται, φυσικά, για την οικονομία, η οποία κινδυνεύει με κραχ ανά πάσα στιγμή, καθώς το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών και το χρέος αυξάνονται διαρκώς, ενώ η λίρα μοιάζει να κινείται σε μια απότομη κατηφόρα χωρίς φρένα.
Αν αυτός είναι ο Ερντογάν, θα διαπιστώσει γρήγορα ότι τα σόου που έκανε με την προσγείωση του αεροπλάνου του στο νέο εντυπωσιακό αεροδρόμιο της Κωνσταντινούπολης (το μεγαλύτερο του κόσμου), τα εγκαίνια της νέας γέφυρας του Βοσπόρου και την τυπική παραλαβή του πρώτου αόρατου αμερικανικού μαχητικού F-35 δεν έχουν και πολύ μεγάλη αξία μπροστά στα μεγάλα, άμεσα προβλήματα που απαιτούν απαντήσεις.
Τέλος, όσον αφορά ΗΠΑ και ΕΕ, είναι προφανές τι θα προτιμούσαν: Την ήττα του Ερντογάν, για να απαλλαγούν από ένα ενοχλητικό και εξαιρετικά φιλόδοξο πολιτικό, που θέλει να δώσει στην Τουρκία περισσότερα από όσα Αμερικανοί και Ευρωπαίοι θεωρούν ότι της αναλογούν.