Την τροποποίηση ενός αμφιλεγόμενου νομοσχεδίου που προβλέπει αυστηρότερες ποινές για τις γυναίκες που δεν φορούν την ισλαμική μαντίλα ζήτησε επίσημα το κοινοβούλιο του Ιράν, όπως αναφέρουν την Τετάρτη (18/12) τοπικά ΜΜΕ. Το περιεχόμενο του νέου νόμου δεν έχει δοθεί επισήμως στη δημοσιότητα. Ωστόσο, σύμφωνα με τις αδρές γραμμές του, που έχουν αναφερθεί στον Τύπο, προβλέπει ποινή που μπορεί να φθάσει τα δέκα έτη κάθειρξης και πρόστιμο που ισοδυναμεί με 6.000 δολάρια (5.718 ευρώ) για τα άτομα που ενθαρρύνουν «τη γυμνότητα» ή «την προσβολή δημοσίας αιδούς».
Τα πρόστιμα πρέπει να αποπληρώνονται μέσα σε δέκα ημέρες, σε διαφορετική περίπτωση μπορεί να απαγορεύεται στις γυναίκες να βγαίνουν από τη χώρα ή θα στερούνται κάποιες δημόσιες υπηρεσίες, όπως η χορήγηση διπλώματος οδήγησης.
Βάσει σχεδίου νόμου, δίνεται επίσης εξουσία στην αστυνομία να καταφεύγει στην Τεχνητή Νοημοσύνη για ταυτοποίηση γυναικών που δεν φορούν χιτζάμπ, με τη χρήση καμερών.
Αποτελούμενο από 74 άρθρα, το σχέδιο νόμου διχάζει πολιτικούς, θρησκευτικούς ηγέτες αλλά και την κοινωνία των πολιτών. Βάσει ιρανικού συντάγματος, η κυβέρνηση μπορεί να ζητήσει από το Κοινοβούλιο να επιφέρει αλλαγές πριν τεθούν σε ισχύ οι νόμοι.
«Ζητήσαμε ο νόμος περί αγνότητας και χιτζάμπ να μην σταλεί στην κυβέρνηση» ως έχει, «ο πρόεδρος του Κοινοβουλίου ζήτησε τροποποίηση του σχεδίου νόμου», δήλωσε ο Ιρανός αντιπρόεδρος αρμόδιος για τις σχέσεις με το Κοινοβούλιο Σαχράμ Νταμπιρί, σύμφωνα με το πρακτορείο ειδήσεων Isna.
Στις αρχές Δεκεμβρίου, ο Ιρανός πρόεδρος Μασούντ Πεζεσκιάν είχε εκφράσει δημόσια τις επιφυλάξεις του σχετικά με το νέο νομοσχέδιο.
Μπορεί μετά την Ισλαμική Επανάσταση του 1979, οι γυναίκες στο Ιράν είναι υποχρεωμένες να καλύπτουν τα μαλλιά τους όταν βρίσκονται σε δημόσιους χώρους, ωστόσο, ολοένα και περισσότερες εμφανίζονται πλέον χωρίς χιτζάμπ μετά τον θάνατο της Μαχσά Αμινί, σε μια ένδειξη ότι αψηφούν έναν από τους ιδεολογικούς πυλώνες της Ισλαμικής Δημοκρατίας.
Ο θάνατος της Αμινί, που είχε συλληφθεί για φερόμενη παραβίαση του ενδυματολογικού κώδικα που ισχύει στη χώρα, είχε προκαλέσει ένα άνευ προηγουμένου κύμα διαδηλώσεων τον Σεπτέμβριο του 2022.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ, AFP