«Κόκκινη κάρτα» έβγαλαν οι ψηφοφόροι των κρατιδίων της Βαυαρίας και της Έσσης στον τριμερή κυβερνητικό συνασπισμό υπό τον Όλαφ Σολτς στις κρίσιμες εκλογές της Κυριακής, στις οποίες επιβεβαιώθηκαν οι χειρότεροι φόβοι για την αλματώδη άνοδο της Άκρας Δεξιάς που δεν περιορίζεται πλέον στα ανατολικά αλλά επιτυγχάνει την καλύτερη επίδοση στα χρονικά στη δυτική Γερμανία.
Οι ψηφοφόροι κινήθηκαν εκτός κομματικού κατεστημένου στις κρατιδιακές εκλογές-βαρόμετρο για τις ευρύτερες πολιτικές τάσεις που διαμορφώνονται στη Γερμανία. Όχι δύο οποιαδήποτε κρατίδια, αλλά οι πολυπληθείς και οικονομικά εύρωστες Βαυαρία και Έσση ήλθαν να επιβεβαιώσουν τον κατακερματισμό του πολιτικού τοπίου καθώς ακροδεξιά και λαϊκιστικά κόμματα κερδίζουν διαρκώς έδαφος «επενδύοντας» κυρίως στις ανησυχίες για την οικονομία και τη μετανάστευση.
Η εθνολαϊκιστική Εναλλακτική για τη Γερμανία (Afd) φθάνει σήμερα να αναδεικνύεται δεύτερη δύναμη στην Έσση -το κρατίδιο στο οποίο ανήκει η Φρανκφούρτη, οικονομική πρωτεύουσα της Γερμανίας- αφήνοντας πίσω τους Σοσιαλδημοκράτες (SPD), όπως ακριβώς είναι εδώ και μήνες η τάση που αποτυπώνεται στις δημοσκοπήσεις σε ομοσπονδιακό επίπεδο. Στη Βαυαρία αναδεικνύεται τρίτη δύναμη -αυτό όμως μόνο γιατί καταλαμβάνει τη δεύτερη θέση το δεξιό λαϊκιστικό κόμμα Ελεύθεροι Ψηφοφόροι, παρά το σκάνδαλο με το φιλοναζιστικό παρελθόν του ηγέτη του, Χούμπερτ Αϊβάνγκερ, που διατελεί υπουργός Οικονομίας και αντιπρόεδρος της κυβέρνησης της Βαυαρίας.
Στις κάλπες που στήθηκαν στα μέσα θητείας του Όλαφ Σολτς στην καγκελαρία, ο κυβερνητικός συνασπισμός Σοσιαλδημοκρατών, Πρασίνων και Φιλελευθέρων υπέστη συντριβή. Οι Χριστιανοδημοκράτες (CDU) και η Χριστιανοκοινωνική Ένωση (CDU) επικράτησαν μεν σε Έσση και Βαυαρία αντίστοιχα, όμως τα ποσοστά τους δεν θυμίζουν σε τίποτα το παρελθόν.
Στο μεγαλύτερο σε έκταση γερμανικό ομόσπονδο κρατίδιο της Βαυαρίας, το οποίο και αποτελούσε επί δεκαετίες προπύργιο των Χριστιανοκοινωνιστών, το συντηρητικό κόμμα του Μάρκους Ζέντερ κατέγραψε τη χειρότερη εκλογική επίδοση από το 1958 με ένα τελικό ποσοστό που αναμένεται να κυμανθεί στο 36,7%. Είναι ελαφρά μόνο χαμηλότερο από το 2018, δεν παύει όμως και πάλι να σηματοδοτεί νέο ιστορικό χαμηλό.
Ο Μάρκους Ζέντερ -επικεφαλής των Χριστιανοκοινωνιστών και εκ των πιθανών μελλοντικών υποψήφιων για την καγκελαρία από την Χριστιανική Ένωση- παραμένει στην πρωθυπουργία της Βαυαρίας, ωστόσο δεν μπορεί να «ξεφύγει» από τη συγκυβέρνηση με τους Ελεύθερους Ψηφοφόρους, που «εφόρμησαν» στην κεντρική πολιτική σκηνή του κρατιδίου προ πενταετίας και την Κυριακή απέσπασαν ποσοστό 15,3%, με την AfD να ακολουθεί κατά πόδας με 14,6%. Ήταν τα μόνα δύο κόμματα που κατέγραψαν κέρδη στις κάλπες της Κυριακής.
Ως προς τον κυβερνητικό συνασπισμό υπό τον Σολτς, και τα τρία κόμματα που τον απαρτίζουν κατέγραψαν χειρότερες επιδόσεις συγκριτικά με προ πενταετίας στα δύο κρατίδια που συνολικά αντιπροσωπεύουν το ένα τέταρτο του πληθυσμού της Γερμανίας. Είναι μία οδυνηρή εκλογική εικόνα που αναπόφευκτα θα βαθύνει τις εντάσεις σε έναν συνασπισμό που εξ αρχής πάσχισε να βρει κοινό έδαφος, με τον Όλαφ Σολτς να δέχεται κριτική ότι απέτυχε να επιδείξει την ηγεσία που απαιτείται για να διατηρήσει τις ισορροπίες και να αντιμετωπιστούν κρίσεις από τον πόλεμο στην Ουκρανία έως και την «πράσινη» μετάβαση.
Το Κόμμα των Ελεύθερων Δημοκρατών (FDP) μπορεί να μην περάσει καν το «φράγμα» του 5% για να εισέλθει στα κρατιδιακά Κοινοβούλια. «Εάν είναι απαραίτητο, το FDP πρέπει να είναι έτοιμο να εγκαταλείψει [τον συνασπισμό]. Αυτό δεν μπορεί να αποτελεί ταμπού» δήλωσε σύμφωνα με γερμανικό μέσα ο Τόμας Κέμεριχ, επικεφαλής του FDP στο ανατολικό κρατίδιο της Θουριγγίας που «οδεύει» στις κάλπες το 2024.
Η «ετυμηγορία» της κάλπης της Κυριακής σε Βαυαρία και Έσση καθιστά ακόμη υψηλότερο όχι μόνο για την κυβέρνηση Σολτς, αλλά και για τους συντηρητικούς και ολόκληρη τη Γερμανία, το διακύβευμα των εκλογών του επόμενου έτους σε Θουριγγία, Σαξονία και Βρανδεμβούργο, τα κρατίδια της πρώην Ανατολικής Γερμανίας όπου οι δημοσκοπήσεις εμφανίζουν σταθερά την εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) πρώτη δύναμη με ποσοστό που ξεπερνά ακόμη και το 30%.
Ο Γενς Σπαν, υψηλόβαθμος βουλευτής των Χριστιανοδημοκρατών, δήλωσε ότι σπάνια έχει δοθεί σε μία κυβέρνηση ένα τόσο συνολικό «χαστούκι» για να συμπληρώσει: «Και σπάνια είναι τόσο ξεκάθαρο: Είτε πρόκειται για το μεταναστευτικό, είτε για την οικονομία, είτε για την κλιματική πολιτική, οι άνθρωποι θέλουν μια διαφορετική πολιτική».
Στην Έσση, η προερχόμενη από τους Σοσιαλδημοκράτες υπουργός Εσωτερικών Νάνσι Φέζερ ηττήθηκε κατά κράτος στη μάχη διεκδίκησης της πρωθυπουργίας, με τους Χριστιανοδημοκράτες (CDU) και τον Μπόρις Ράιν να τερματίζουν πρώτοι με το 34,6% των ψήφων. Δεύτερη δύναμη αναδείχθηκε η Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) με ποσοστό 18,5%, σημειώνοντας σημαντική άνοδο άνω των πέντε μονάδων. Στην τρίτη θέση οι Σοσιαλδημοκράτες με 15,1%, ακολουθούν οι Πράσινοι με 14,8% ενώ οι Φιλελεύθεροι κινούνται οριακά γύρω στο 5%.
Στη Βαυαρία, πρώτη -αν και με ιστορικές απώλειες- ήλθαν οι Χριστιανοκοινωνιστές με ποσοστό 36,7%. Οι Ελεύθεροι Ψηφοφόροι κατόρθωσαν να ξεπεράσουν το 15% αφαιρώντας ψήφους από την Εναλλακτική για τη Γερμανία, η οποία ωστόσο τερμάτισε στην τρίτη θέση. Έπονται οι Πράσινοι, οι Σοσιαλδημοκράτες κατέγραψαν ένα καταστροφικό ιστορικό χαμηλό 7,9% ενώ εκτός τοπικού Κοινοβουλίου διαφαίνεται ότι μένουν οι Φιλελεύθεροι.
Πέραν του γεγονότος ότι η ήττα της Νάνσι Φέζερ στην Έσση έρχεται και ως «μήνυμα» των ψηφοφόρων κατά της μεταναστευτικής πολιτικής της κυβέρνησης Σολτς, κοινή συνισταμένη στις αναλύσεις του γερμανικού Τύπου είναι ότι η άνοδος και ισχυροποίηση της θέσης της Εναλλακτικής για τη Γερμανία στα τοπικά Κοινοβούλια αποτελεί πραγματικότητα που δεν μπορεί και δεν πρέπει να αγνοηθεί, με φόντο τις εκλογές του 2024 στα ανατολικά κρατίδια, τις ευρωεκλογές του ίδιου έτους, καθώς και τις κάλπες για τις βουλευτικές εκλογές που θα στηθούν σε δύο χρόνια σε μία Γερμανία που τουλάχιστον σήμερα ένας στους πέντε ψηφοφόρους λέει ότι η ψήφος του θα κατευθυνθεί στην Άκρα Δεξιά.
«Έχουμε φτάσει» λέει η συμπρόεδρος της ξενοφοβικής Εναλλακτικής για τη Γερμανία, Άλις Βάιντελ αναφέροντας ότι τα εκλογικά κέρδη του κόμματός της στα δυτικά κρατίδια της Έσσης και της Βαυαρίας καταδεικνύουν ότι «η AfD δεν είναι πλέον ένα ανατολικό φαινόμενο, αλλά έχει γίνει ένα σημαντικό παγγερμανικό κόμμα»...