Τέταρτος συνεχόμενος μήνας και οι τιμές στο ρεύμα έχουν επιστρέψει για τα καλά σε προ κρίσης επίπεδα. Τέτοιες τιμές, όπως τα 10-11 λεπτά στα πράσινα τιμολόγια και από 12 λεπτά στα σταθερά για ένα χρόνο, είχαμε να δούμε από τις αρχές του 2021, πολύ πριν την έκρηξη της κρίσης και την εισβολή Πούτιν στην Ουκρανία.
Το παρατεταμένο όμως αυτό «honey moon» κανονικότητας κρύβει μέσα του δύο ανησυχητικά φαινόμενα που μάλλον θα τα βρούμε μπροστά μας. Το πρώτο αφορά το γεγονός ότι ο φετινός χειμώνας ήταν ο πιο θερμός των τελευταίων 25 ετών, άρα η χαμηλή ζήτηση έριξε τις τιμές στο αέριο, γεγονός που σημαίνει ότι το 2024 μπορεί να είναι μεταξύ των πέντε-δέκα θερμότερων ετών από τα μέσα του 19ου αιώνα. Οι ειδικοί δεν αποκλείουν η κλιματική κρίση να χτυπήσει φέτος ακόμη πιο σκληρά από πέρυσι, με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει για τις καταστροφές και τις αποζημιώσεις που θα ακολουθήσουν.
Ο δεύτερος λόγος προβληματισμού συνδέεται με τις ΑΠΕ. Τα καλά νέα είναι ότι τα χαμηλά επίπεδα τιμών στο ρεύμα οφείλονται και στην ολοένα μεγαλύτερη διείσδυση των φθηνών ΑΠΕ, που πέρυσι κάλυψαν το 57% της κατανάλωσης και στο πρώτο φετινό δίμηνο κινούνται στα ίδια επίπεδα. Τα κακά νέα είναι οι μηδενικές ή και αρνητικές στο ρεύμα.
Κάθε φορά που έχουμε υπερπαραγωγή από ΑΠΕ, οι τιμές χονδρικής στο ρεύμα μηδενίζονται, όπως σήμερα για τέσσερις ώρες, από τις 12 το μεσημέρι έως τις 4 το απόγευμα.
Τι το προκάλεσε; Το γεγονός ότι οι ΑΠΕ, που έχουν μηδενικό κόστος λειτουργίας, συμμετέχουν με 52% σήμερα στο ενεργειακό μείγμα, και για τέσσερις ώρες η ζήτηση στην Ελλάδα καλύπτεται αποκλειστικά από φωτοβολταϊκά λόγω της μεγάλης ηλιοφάνειας.
Κάποιος θα πει δεν είναι καλό αυτό; Δεν είναι θετικό ότι οι μηδενικές τιμές κατεβάζουν τις τιμές στο χρηματιστήριο ενέργειας; Όχι, γιατί η διείσδυση των ΑΠΕ δεν συνδέεται με ανάλογη αύξηση χωρητικότητας στα δίκτυα και επενδύσεις σε αποθήκευση.
Η υπερπαραγωγή ΑΠΕ, των οποίων η ισχύς στην Ελλάδα πλέον ανέρχεται σε 12,2 GW όταν η ζήτηση στο pic δεν ξεπερνά κατά μέσον όρο το χρόνο τα 5,5 GW, ακριβώς λόγω των μικρών αντοχών στα δίκτυα και της απουσίας ακόμη μπαταριών, σημαίνουν όλο και μεγαλύτερες περικοπές της πράσινης ενέργειας που δεν μπορεί να απορροφηθεί από το σύστημα.
Αυτές οι ποσότητες δεν πληρώνονται από το σύστημα, ούτε δίνεται αποζημίωση στους παραγωγούς, άρα δημιουργείται ένα αυξανόμενο αντικίνητρο για νέες επενδύσεις. Τα έργα όμως που ρίχνουν τις τιμές στη χονδρική και επιτρέπουν χαμηλότερες τιμές στη λιανική, είναι οι ΑΠΕ.
Στην Ελλάδα πέρυσι οι περικοπές ενέργειας έφτασαν τις 230 MWh. Το 2024 αναμένεται να φτάσουν τις 600 MWh και το 2025 τις 1.500 MWh, νούμερα μεγάλα, που εγείρουν σοβαρούς προβληματισμούς για το μέλλον του ηλεκτρικού συστήματος της χώρας.
Οι περικοπές πράσινης ενέργειας και οι αρνητικές τιμές είναι ένα πρόβλημα που αντιμετωπίζουν όλα τα ηλεκτρικά συστήματα της Ευρώπης. Είναι η άλλη όψη της πράσινης μετάβασης, μια νέα πραγματικότητα που κοστίζει εκατομμύρια σε επενδυτές, οικονομία και καταναλωτές, αφού, εμποδίζει την περαιτέρω ανάπτυξη των ΑΠΕ, άρα την ταχύτερη πτώση των τιμών για τον καταναλωτή και εξηγεί γιατί δεν είναι όλα ρόδινα.
Συνδέεται με το γεγονός ότι η πράσινη μετάβαση σχεδιάστηκε ανάποδα: Στην Ευρώπη, πρώτα αναπτύχθηκαν μαζικά οι ΑΠΕ και μετά ανακαλύψαμε ότι δεν αρκεί η χωρητικότητα στα υφιστάμενα δίκτυα, ούτε έχουμε μπαταρίες αποθήκευσης. Το πρόβλημα θα διογκώνεται μέχρι να εγκαταστήσουμε μαζικά συστήματα αποθήκευσης, που θα αποθηκεύουν την περίσσεια ενέργεια και θα την καταναλώνουμε όταν τη χρειαζόμαστε. Το πρώτο όμως κύμα μπαταριών θα είναι έτοιμο γύρω στο 2026, ενώ η συνολική κάλυψη της χώρας με συστήματα αποθήκευσης θα αργήσει.
Έως τότε, δεν απομένει παρά να αυξηθούν οι περικοπές πράσινης ενέργειας, μαζί με τις περιπτώσεις εκτίναξης των αρνητικών τιμών στο ρεύμα.
Σύμφωνα με έκθεση του ACER, του οργανισμού συνεργασίας των ρυθμιστικών αρχών της Ευρώπης, οι περιπτώσεις αρνητικών τιμών εκτοξεύτηκαν από 558 το 2022 σε 6.470 το 2023. Η υποχώρηση της ζήτησης για ενέργεια, λόγω της ήπιας ύφεσης στην οποία βρίσκονται πολλές ευρωπαικές χώρες, έχει επιτείνει το πρόβλημα.
Οι ημέρες που τα συστήματα ηλεκτρισμού καλούνται να αντιμετωπίσουν ένα συνδυαστικό κίνδυνο ευστάθειας αφενός λόγω πράσινης υπερπαραγωγής, αφετέρου λόγω χαμηλής ζήτησης, αυξάνονται συνεχώς. Οι όλο και πιο συχνές αρνητικές τιμές είναι μια ένδειξη του τι πρόκειται να συμβεί στις ευρωπαϊκές αγορές ηλεκτρικής ενέργειας αν η πληθώρα της προγραμματισμένης παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές δεν αντιμετωπιστεί με μετατόπιση της ζήτησης, σημειώνει ο ACER.
Στην πράξη όσο θα προχωράμε στην καρδιά της πράσινης μετάβασης θα ερχόμαστε αντιμέτωποι με την πραγματικότητα, τα λάθη και τις αντιφάσεις που η ίδια δημιούργησε. Τέτοια εποχή το 2022, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις πάλευαν να πείσουν τους καταναλωτές να μειώσουν την κατανάλωση για να συγκρατήσουν τις τιμές. Τώρα βρίσκονται αντιμέτωπες με υπερπαραγωγή πράσινης ενέργειας και αναζητούν πώς θα την περιορίσουν.
Το 2022, πληρώσαμε τον λογαριασμό της μεγάλης μας εξάρτησης από το ρωσικό φυσικό αέριο. Σήμερα πληρώνουμε τον κακό σχεδιασμό και την απουσία χρονικής ταύτισης ανάμεσα στη μεγάλη διείσδυση των ΑΠΕ και εκείνη των συστημάτων αποθήκευσης.