Η απόδοση του ελληνικού 10ετούς ομολόγου υποχώρησε χθες στο 3,24% και για πρώτη φορά ύστερα από πολύ καιρό «ισοφάρισε» την απόδοση του αντίστοιχου ιταλικού ομολόγου. Η αποκλιμάκωση τις τελευταίες εβδομάδες ξεπερνά τις 150 μονάδες βάσης (τη μιάμιση μονάδα) κάτι που προφανώς οφείλεται και στα μέτρα που προωθεί η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Αύριο, ενδέχεται o οίκος Fitch να προχωρήσει σε αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας και να προστεθεί στον κατάλογο των οίκων που θα φέρουν την Ελλάδα μια βαθμίδα πριν από την επενδυτική.
Αν στο… μενού προστεθούν και οι εκθέσεις των τελευταίων ημερών για πιθανή υπέρβαση του στόχου όσον αφορά στον φετινό ρυθμό ανάπτυξης, τότε μπορεί να υποθέσει κάποιος ότι ο Οργανισμός Δημοσίου Χρέους θα θελήσει να εκμεταλλευτεί τη θετική συγκυρία για την Ελλάδα μέσα στην απόλυτη αβεβαιότητα για όλη την Ευρώπη και να εκδώσει ακόμη ένα ελληνικό ομόλογο κάνοντας αισθητή την παρουσία του στις αγορές.
Ο ΟΔΔΗΧ έχει μπροστά του την ωρίμανση ενός 5ετούς ομολόγου 3 δις. ευρώ με κουπόνι 4,35%. Το ομόλογο λήγει τον Αύγουστο αλλά θέμα ρευστότητας για την αποπληρωμή του προφανώς και δεν τίθεται καθώς η χώρα διαθέτει σήμερα ταμείο 39 δις. ευρώ.
Ωστόσο, έτσι όπως έχουν διαμορφωθεί τα πράγματα, δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για να αντικατασταθεί το ομόλογο με ακόμη χαμηλότερο επιτόκιο από το 4,35%. Αυτό θα οδηγήσει σε ακόμη μεγαλύτερη μείωση του μέσου σταθμικού επιτοκίου εξυπηρέτησης του δημοσίου χρέους το οποίο αυτή τη στιγμή διαμορφώνεται περίπου στο 1,5%, χαμηλότερα ακόμη και συγκριτικά με το 2021.
Η Ελλάδα δεν… ζορίζεται να βγει στις αγορές και ήδη είναι ανοικτό το ενδεχόμενο οι εκδόσεις του 2022 να είναι τελικώς λιγότερες από τα 12 δις. ευρώ που είχαν προγραμματιστεί στο τέλος του 2021 πριν όμως ξεσπάσει ο πόλεμος στην Ουκρανία και ξεκινήσει το πληθωριστικό τσουνάμι που ανεβάζει και το κόστος του χρήματος.
Ωστόσο, αν κριθεί ότι η συγκυρία είναι καλή, μια νέα έκδοση θα προχωρήσει καθώς ειδικά τώρα που η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα μπορεί να είναι και πάλι στο παιχνίδι της δευτερογενούς αγοράς μέσω του προγράμματος επανατοποθετήσεων, είναι προς το συμφέρον της χώρας να τροφοδοτεί τις αγορές με εμπορεύσιμους τίτλους. Άλλωστε, σε συνθήκες τέτοιας παγκόσμιας αβεβαιότητας, τα παράθυρα ευκαιρίας δεν πρέπει να χάνονται.