Το Λονδίνο προειδοποίησε το Σάββατο τις ανθρωπιστικές οργανώσεις, στον απόηχο του σκανδάλου της Oxfam, ότι θα χάνουν τις κρατικές ενισχύσεις που τους χορηγούνται εάν δεν λαμβάνουν μέτρα για την αντιμετώπιση και την εξάλειψη των κρουσμάτων σεξουαλικής κακοποίησης από μέλη του προσωπικού τους.
Η Όξφαμ, η συνομοσπονδία ανθρωπιστικών οργανώσεων με έδρα την Οξφόρδη, βρίσκεται αντιμέτωπη με μια θύελλα επικρίσεων μετά τη δημοσίευση την Παρασκευή πληροφοριών κατά τις οποίες στελέχη της είχαν προσλάβει νεαρές ιερόδουλες στην Αϊτή το 2011, κατά τη διάρκεια της αποστολής αρωγής μετά τον καταστροφικό σεισμό που είχε σαρώσει τη χώρα της Καραϊβικής το 2010.
Η υπόθεση χαρακτηρίστηκε «αληθινά σοκαριστική» από τη Ντάουνινγκ Στριτ, η οποία ξεκαθάρισε πως αναμένει να διεξαχθεί «κατεπείγουσα» και «πλήρης» έρευνα «για αυτές τις πολύ σοβαρές κατηγορίες».
«Θέλουμε η Όξφαμ να παραδώσει όλα τα αποδεικτικά στοιχεία που έχει στην κατοχή της για τα συμβάντα αυτά στην Επιτροπή για τις Φιλανθρωπικές Οργανώσεις» (Charity Commission), τον δημόσιο φορέα που είναι αρμόδιος για την εποπτεία των ΜΚΟ, ανέφερε εκπρόσωπος της πρωθυπουργού Τερέζας Μέι.
Η Επιτροπή ανέφερε σε ανακοίνωσή της ότι είχε λάβει μια αναφορά της Όξφαμ για την υπόθεση, τον Αύγουστο του 2011. Η αναφορά έκανε λόγο για «ανάρμοστες σεξουαλικές συμπεριφορές, πράξεις εκφοβισμού, παρενόχλησης και εκφοβισμού προσωπικού», αλλά δεν περιείχε στοιχεία για «κακομεταχείριση σε βάρος των ανθρώπων που βοηθούσε» η ΜΚΟ, ούτε για «πιθανά σεξουαλικά εγκλήματα στα οποία εμπλέκονταν ανήλικες».
«Η προσέγγισή μας θα ήταν πολύ διαφορετική εάν όλες οι λεπτομέρειες που αναφέρθηκαν από τον Τύπο μας είχαν κοινοποιηθεί τότε», συνέχισε η Επιτροπή κι απαίτησε από την Όξφαμ να της παραδώσει περισσότερα στοιχεία «το ταχύτερο δυνατόν».
Κατά το υπουργείο Διεθνούς Ανάπτυξης (DFID) της Βρετανίας, η ηγεσία της Όξφαμ επέδειξε «έλλειψη κρίσης» στην έρευνα και στη συνεργασία της οργάνωσης με τις αρχές για το ζήτημα.
Η υπουργός Διεθνούς Ανάπτυξης Πένι Μόρντοντ «επανεξετάζει την τρέχουσα συνεργασία της με την Όξφαμ και ζήτησε μια συνάντηση με την διευθυντική της ομάδα το συντομότερο δυνατόν», ανέφερε μια εκπρόσωπος του DFID.
Εξάλλου, σε ένα δελτίο Τύπου που έδωσε στη δημοσιότητα το βράδυ, η υπουργός γνωστοποίησε πως βρίσκεται σε επαφή με διάφορες ανθρωπιστικές οργανώσεις και τους ζητά να την ενημερώσουν για τα μέτρα που παίρνουν στο πεδίο αυτό.
Οι ΜΚΟ οφείλουν να ενημερώνουν τις αρμόδιες αρχές για κάθε ανησυχία που έχουν και για τα συγκεκριμένα πρόσωπα τα οποία αφορά, συμπλήρωσε η Μόρντοντ.
«Σε ό,τι αφορά την Όξφαμ και κάθε άλλη οργάνωση» που βρίσκεται αντιμέτωπη με προβλήματα παρόμοια όπως αυτά που καταγράφηκαν στην Όξφαμ, «αναμένουμε ότι θα συνεργάζονται πλήρως με τις (αρμόδιες) αρχές, και θα πάψουμε να χρηματοδοτούμε κάθε οργάνωση η οποία δεν θα το κάνει», διεμήνυσε η υπουργός.
«Είμαι πολύ σαφής: δεν θα συνεργαζόμαστε με καμία οργάνωση που δεν θα τηρεί τους κανόνες» συμπεριφοράς του προσωπικού τους που ορίζει το υπουργείο, επέμεινε η υπουργός.
Σύμφωνα με την έρευνα της εφημερίδας The Times, που έριξε φως στην υπόθεση, πολλές νεαρές πόρνες είχαν προσκληθεί σε σπίτια και δωμάτια ξενοδοχείων που πλήρωνε η Όξφαμ στην Αϊτή. Μια πηγή που επικαλέστηκε η εφημερίδα ανέφερε πως έχει δει βίντεο από ένα όργιο κατά το οποίο ιερόδουλες φόραγαν μπλουζάκια της ΜΚΟ.
Εξάλλου, κατά την εφημερίδα, η Όξφαμ δεν ενημέρωσε άλλες οργανώσεις για τη συμπεριφορά των υπαλλήλων της που ενεπλάκησαν στην υπόθεση, κάτι που τους επέτρεψε να συμμετάσχουν με άλλες οργανώσεις αργότερα σε αποστολές σε άλλες περιοχές που επλήγησαν από φυσικές καταστροφές — και πιθανόν να εκμεταλλευθούν ευάλωτους πληγέντες.
Έτσι, ο βέλγος Ρόλαντ φαν Χάουβερμεϊρον, 68 ετών, ο οποίος αναγκάστηκε να υποβάλει την παραίτησή του, όπως επιβεβαίωσε η Όξφαμ, από τη θέση του διευθυντή της αποστολής της στην Αϊτή, αφού παραδέχθηκε ότι είχε προσλάβει πόρνες, υπήρξε κατόπιν επικεφαλής της αποστολής της ΜΚΟ Δράση κατά της Πείνας (Action contre la faim, ACF) στο Μπανγκλαντές, από το 2012 ως το 2014.
Η ACF είχε επικοινωνήσει με την Όξφαμ πριν προσλάβει τον Ρόλαντ φαν Χάουβερμεϊρον, αλλά η βρετανική ΜΚΟ δεν διευκρίνισε τους λόγους της παραίτησής του, τόνισε στο Γαλλικό Πρακτορείο ο Ματιέ Φορτούλ, εκπρόσωπος της Δράσης κατά της Πείνας.
Απεναντίας, «είχαμε λάβει θετικές συστάσεις από μέρους πρώην υπαλλήλων της Όξφαμ –σε προσωπικό επίπεδο– που είχαν εργαστεί μαζί του», συμπλήρωσε ο εκπρόσωπος.
Η Όξφαμ διαβεβαίωσε πως διεξήγαγε, αμέσως μόλις ενημερώθηκε για τις κατηγορίες, το 2011, εσωτερική έρευνα. Τέσσερις εργαζόμενοί της απολύθηκαν και άλλοι τρεις, ανάμεσά τους και ο Ρόλαντ φαν Χάουβερμεϊρον, παραιτήθηκαν πριν από το πέρας αυτής της έρευνας, ανέφερε η οργάνωση. Η ίδια ΜΚΟ η δεν έδωσε θετική σύσταση σε κανένα από τα πρώην στελέχη της που ενεπλάκησαν στην υπόθεση.
Η Όξφαμ καταδίκασε την «εντελώς απαράδεκτη» συμπεριφορά των υπαλλήλων της που ενέχονταν στην υπόθεση. Η οργάνωση αρνείται ότι προσπάθησε να συγκαλύψει το ζήτημα για να προστατεύσει τη φήμη της. Είχαν δοθεί στη δημοσιότητα ανακοινώσεις Τύπου τον Αύγουστο αλλά και τον Σεπτέμβριο του 2011 για την έρευνα που διεξήγαγε, χωρίς πάντως να διευκρινίζεται η ακριβής φύση των κατηγοριών.
Βλέποντας το «εκ των υστέρων, θα προτιμούσα να είχαμε μιλήσει για τα κρούσματα απρεπούς σεξουαλικής συμπεριφοράς, όμως δεν θεωρώ ότι θα ήταν προς το συμφέρον κανενός να περιγράψουμε λεπτομερώς αυτή τη συμπεριφορά, καθώς αυτό θα προσέλκυε ακραία προσοχή στο θέμα ενώ εμείς θέλαμε να προχωρήσουμε, να προσφέρουμε βοήθεια», τόνισε το Σάββατο ο πρόεδρος και γενικός διευθυντής της Όξφαμ, ο Μαρκ Γκόλντρινγκ, σε δηλώσεις του στο BBC Radio 4.
Στο τρέχον φύλλο της, η εφημερίδα The Sunday Times αποκαλύπτει ότι πάνω από 120 στελέχη των κυριότερων βρετανικών ανθρωπιστικών οργανώσεων κατηγορήθηκαν για υποθέσεις σεξουαλικής φύσης την περασμένη χρονιά.
Σύμφωνα με την κυριακάτικη έκδοση των Τάιμς, στην Όξφαμ καταγράφηκαν 87 τέτοια συμβάντα το 2017, από τα οποία για τα 53 ενημερώθηκε η αστυνομία, ενώ 20 στελέχη της οργάνωσης ή εθελοντές που εργάζονταν για αυτήν απολύθηκαν ή απομακρύνθηκαν από τη ΜΚΟ.
ΠΗΓΗ: ΑΠΕ-ΜΠΕ