Συνεδρίαση δύο όψεων στο Χ.Α., με τους λιγοστούς ενεργούς επενδυτές να στοχεύουν σε συγκεκριμένα blue chips και επιλεγμένους τίτλους μεσαίας και μικρότερης κεφαλαιοποίησης και όλα τα παραπάνω με ιδιαίτερα χαμηλές συναλλαγές.
Ο γενικός δείκτης ξεκίνησε με ήπια άνοδο, όμως η εικόνα άλλαξε με το γύρισμα των ευρωπαϊκών αγορών σε αρνητικό πρόσημο και σημειώθηκαν συνεχόμενα νέα χαμηλά ημέρας, πάντα με ελεγχόμενες απώλειες, μετά την ανακοίνωση του ΑΕΠ γ΄ τριμήνου στις ΗΠΑ, το οποίο, σύμφωνα με αναλυτές, αφήνει περιθώρια στη Fed για περαιτέρω αύξηση των επιτοκίων, που φέρει πιο κοντά την πιθανότητα ύφεσης.
Έτσι οι λίγοι αγοραστές αναγκάστηκαν να πάρουν περισσότερες πρωτοβουλίες στις τελικές δημοπρασίες, με αποτέλεσμα ο ΓΔΧΑ να γυρίσει σε οριακά κέρδη και να ολοκληρώσει τις συναλλαγές σε νέα υψηλά οκταμήνου.
Ξεκινώντας από το εξωτερικό και παρά τη χθεσινή αξιοσημείωτη αντίδραση της Wall Street, ανησυχία προκαλούν οι αναλύσεις για την πορεία της αμερικανικής οικονομίας, για το 2023. Η πιθανότητα για ύφεση έχει φθάσει στο 70%, με οικονομολόγους και αναλυτές να βλέπουν αρνητική πορεία.
Την ασφαλή επιλογή μιας πιο συντηρητικής εκτίμησης για την πορεία του ΑΕΠ το 2023 υιοθετούν η μία μετά την άλλη οι κεντρικές τράπεζες, αλλά και διεθνείς οργανισμοί - επιστημονικά ινστιτούτα που συντάσσουν εκθέσεις - εκτιμήσεις για την πορεία της οικονομίας την επόμενη χρονιά.
Σύμφωνα με τους ίδιους, «η πολυεπίπεδη κρίση, οι ισχυρές γεωπολιτικές αβεβαιότητες και οι συνεχιζόμενες αυξήσεις επιτοκίων, κάνουν κάθε πρόβλεψη να φαίνεται ιδιαίτερα επισφαλής».
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις αναλυτών, «ακόμα και αν οι Fed και ΕΚΤ, φτάσουν τα επιτόκια εκεί που αρχίσει να τιθασεύεται ο πληθωρισμός, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα βιαστούν να μειώσουν και πάλι το κόστος δανεισμού προς χαμηλότερα επίπεδα».
«Οι επενδυτές που είναι έτοιμοι να γυρίσουν σελίδα, στη χειρότερη χρονιά για τις αγορές από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, θα πρέπει να προετοιμαστούν για περισσότερο πόνο το 2023». Αυτό είναι το μήνυμα των Morgan Stanley και Goldman Sachs, τουλάχιστον για το πρώτο εξάμηνο του ερχόμενου έτους.
Ασφαλώς και υπάρχει και η πιο αισιόδοξη σχολή σκέψης σύμφωνα με την οποία, «ο ενεργειακός φόβος διεθνώς υποχωρεί και σε συνδυασμό με τις αυξημένες εισροές υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) πιέζουν προς τα κάτω τις τιμές. Οι χειρότεροι φόβοι δεν επιβεβαιώνονται, η Ευρώπη δείχνει να αντέχει, ενώ οι αγορές, μετά την πρόσφατη διόρθωση από τις τελευταίες ανακοινώσεις των κεντρικών τραπεζών, φαίνεται να βρίσκουν εκ νέου τα ‘πατήματά τους».
Στα καθ΄ ημάς, η αύξηση του κόστους χρήματος, εξαιτίας των αλλεπάλληλων αυξήσεων στα επιτόκια, πάγωσε τα σχέδια των ελληνικών επιχειρήσεων, εισηγμένων και όχι μόνον, τη χρονιά που πέρασε, για έξοδο στις αγορές. Με εξαίρεση τις έκτακτες ομολογιακές εκδόσεις των τραπεζών το προηγούμενο διάστημα, οι εισηγμένες λιγόστεψαν τις ομολογιακές εκδόσεις, με αποτέλεσμα να χρηματοδοτούν τις αγορές πρώτων υλών, ή τις επενδύσεις τους από τα ίδια κεφάλαια, ή από τραπεζικό δανεισμό, μετακυλίοντας τα αυξημένα κόστη στις τελικές τιμές.
Τις διαπιστώσεις αυτές κάνει η Τράπεζα της Ελλάδος στην ενδιάμεση έκθεσή της για τη νομισματική πολιτική, τονίζοντας πως «στην περίοδο από τις αρχές του 2022 έως και τις 15 Δεκεμβρίου πραγματοποιήθηκαν τέσσερις νέες ομολογιακές εκδόσεις, συνολικού ύψους 530 εκατ. ευρώ στην εγχώρια αγορά. H πρώτη έκδοση έγινε από την Premia, αντλώντας 100 εκατ. ευρώ, η δεύτερη από τη Safe Bulkers με 100 εκατ., η τρίτη από τη Lamda για 230 εκατ. ευρώ και η τέταρτη από τη CPLP, αντλώντας 100 εκατ. ευρώ. Την αντίστοιχη περίοδο του 2021 είχαν πραγματοποιηθεί στην εγχώρια αγορά πέντε νέες εκδόσεις συνολικού ύψους 2,375 δισ. ευρώ».
Στο Χ.Α. και ενώ μετράμε αντίστροφα για την τελευταία συνεδρίαση του 2022, πρώτο μέλημα των θεσμικών φαίνεται να είναι η διασφάλιση των 900 μονάδων και ει δυνατόν, η κίνηση προς υψηλότερα επίπεδα του ΓΔΧΑ, καθότι αποδίδει θετικό πρόσημο στην ετήσια διαχείριση των χαρτοφυλακίων τους.
Σε αυτές τις συνεδριάσεις που απομένουν, δύσκολα θα αλλάξουν ουσιαστικά οι ισορροπίες στα “χαρτιά” του FTSE25, έστω και αν πληροφορίες από χρηματιστηριακά γραφεία, αναφέρονται σε τοποθετήσεις ξένων κεφαλαίων σε επιλεγμένες μετοχές της υψηλής κεφαλαιοποίησης, ανεξάρτητα αν αυτές κινούνται σε πολυετή, ή ιστορικά υψηλά.
Στα θετικά, το επιλεκτικό ενδιαφέρον για μετοχές χαμηλότερων κεφαλαιοποιήσεων, με ζητούμενο την διάρκεια και την σταδιακή αύξηση του αριθμού των πρωταγωνιστικών τίτλων.
«Ο γενικός δείκτης καλείται να αντιμετωπίσει το σημαντικό επίπεδο αντίστασης στις 925 μονάδες. Δεν μπορούν να αποκλειστούν κινήσεις κατοχύρωσης κερδών, ωστόσο η βελτίωση του κλίματος στα μεγάλα ξένα χρηματιστήρια, μπορεί να βοηθήσει στην εξισορρόπηση της εγχώριας αγοράς», εκτιμά η Beta Sec.
«Οι όγκοι συναλλαγών είναι σε ιδιαίτερα χαμηλά επίπεδα και δεν μπορούν να αξιοποιηθούν για συμπεράσματα. Για το υπόλοιπο του έτους το στοίχημα είναι αν θα επιχειρήσει ο ΓΔΧΑ κάποιο window dressing στις αποτιμήσεις των εισηγμένων, κυρίως των δεικτοβαρών, ή όχι. Οι πρωταγωνιστές της ανόδου παραμένουν οι ίδιοι και συγκεκριμένα ΜΥΤΙΛ, ΜΟΗ και ΜΠΕΛΑ, εκ των δεικτοβαρών εισηγμένων. Πιθανή ανοδική εκτόνωση και από ΟΤΕ, ΟΠΑΠ και ΕΕΕ, σε συνδυασμό με τον τραπεζικό κλάδο, θα μπορούσε να μας οδηγήσει σε μια καλύτερη τιμή για το τέλος του έτους», αναφέρει η Leon Depolas Sec.
Τις σημαντικές επιδόσεις της Ελλάδας στο μέτωπο της μείωσης του δείκτη χρέους, στοιχείο που βρίσκεται στο ραντάρ των οίκων αξιολόγησης και αναμένεται να στηρίξει την επιστροφή της χώρας στην επενδυτική βαθμίδα, υπογραμμίζει η UniCredit, επισημαίνοντας πως ξεχώρισε στο σύνολο της ευρωζώνης τα τελευταία δύο χρόνια, καθώς κατάφερε να καλύψει και με το παραπάνω τη ζημιά που προκαλέσαν οι επιπτώσεις της πανδημίας. Μάλιστα οι επιδόσεις αυτές αναμένεται να συνεχιστούν και τα επόμενα χρόνια, όπως προβλέπει.
Ερχόμενοι στα στατιστικά της σημερινής συνεδρίασης, ο ΔΤΡ κινήθηκε μεταξύ 642,8 (+0,84%) και 635,78 μονάδων (-0,26%) και ολοκλήρωσε τις συναλλαγές στις 640,48 μονάδες, με ημερήσια κέρδη 0,47%. Μεταξύ 928,8 (+0,53%) και 920,81 μονάδων (-0,33%) κινήθηκε ο ΓΔΧΑ και ολοκλήρωσε τις συναλλαγές στις 924,20 μονάδες, με ημερήσια κέρδη 0,04%.
Ο τζίρος στα 37 εκατ., από τα οποία τα 2,6 εκατ. αφορούσαν «πακέτα».
Από τις μετοχές της υψηλής κεφαλαιοποίησης, με τα μεγαλύτερα κέρδη οι ΑΡΑΙΓ (+1,31%), ΒΙΟ (+1,23%), ΔΕΗ (+1,22%) και ΕΥΔΑΠ (+1,07%) και με τις μεγαλύτερες απώλειες οι ΕΕΕ (-1,20%) και ΟΠΑΠ (-1,60%).
Από τις χαμηλότερες κεφαλαιοποιήσεις, αξιοσημείωτα κέρδη με σχετικά ικανοποιητικές συναλλαγές, μπόρεσαν να συνδυάσουν οι ΜΕΝΤΙ (+10,61%), ΑΤΤΙΚΑ (+9,78%), ΑΝΕΚ (+7,62%), ΙΝΤΕΤ (+4,76%), ΕΚΤΕΡ (+4,24%) και ΑΒΑΞ (+3,92%).
Ικανοποιητική η τελική εικόνα με 58 ανοδικές μετοχές, έναντι 52 πτωτικών, ενώ 8 τίτλοι ολοκλήρωσαν τις συναλλαγές με κέρδη μεγαλύτερα του 4%.