Σχεδόν δέκα ημέρες μετά την πρόσκαιρη κάθοδο του Γενικού Δείκτη του Χρηματιστηρίου Αθηνών κάτω από τις 1.400 μονάδες, χθες τον είδαμε και πάλι κάτω από αυτό το μάλλον σημαντικό ψυχολογικό όριο. Η επίσκεψή του ήταν και πάλι πολύ σύντομη, όπως και τη 17η Ιουνίου, και στο κλείσιμο της συνεδρίασης ο Γ.Δ. είχε μετριάσει τις απώλειές του και βρέθηκε τελικά στις 1.406,24 μονάδες.
Προφανώς η άμεση επιστροφή του δείκτη πάνω από τις 1.400 μονάδες είναι ένα θετικό γεγονός αλλά είναι αλήθεια πως δεν μπορεί να μας καθησυχάσει πλήρως, γιατί η επαναπροσέγγιση αυτού του ορίου δείχνει τη δυσκολία της αγοράς μας να κινηθεί πειστικά ανοδικά. Το γιατί δυσκολεύεται να απομακρυνθεί από αυτή την περιοχή και να προσεγγίσει, σε πρώτη φάση τουλάχιστον, τις 1.440 με 1.450 μονάδες δεν είναι και πολύ δύσκολο να το εξηγήσουμε, παρά το ότι έχει σχέση με πολλούς διαφορετικούς παράγοντες.
Ξεκινάμε από κάτι που κατά βάση είναι θετικό και ικανοποιεί όσους έχουν επενδύσει στις μετοχές των εταιρειών που είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο Αθηνών, δηλαδή την αποκοπή πολλών και αξιόλογων μερισμάτων.
Πολλές εισηγμένες επιχειρήσεις προχωρούν αυτές τις μέρες, κάθε χρόνο, στην αποκοπή των μερισμάτων και στην απόδοσή τους προς τους μετόχους τους Αν δεν έχουμε κάνει κάποιο λάθος, από την επομένη των ευρωεκλογών μέχρι τη χθεσινή συνεδρίαση, 18 εταιρείες προχώρησαν στην αποκοπή των μερισμάτων τους, με τις μισές από αυτές να το κάνουν προχθές Τρίτη και τρεις ακόμα να το κάνουν χθες.
Οι καλές οικονομικές επιδόσεις των περισσότερων επιχειρήσεων επιφυλάσσουν στους μετόχους τους πολύ αξιόλογες μερισματικές αποδόσεις, συχνά πάνω από το 4% με 5%. Αυτό όμως σημαίνει πως όταν γίνεται η αποκοπή η τιμή της μετοχής σημειώνει (συνήθως) ισόποση περίπου πτώση. Όταν κάποιες από αυτές τις μετοχές αποτελούν βασικά μέλη των χρηματιστηριακών δεικτών, τότε οι πιέσεις στην τιμή των δεικτών είναι αναμενόμενες και στην ουσία δεν πρέπει να μας φοβίζουν. Αυτές τις μέρες όμως, οι μετοχές δεν πέφτουν μόνο λόγω αποκοπής των μερισμάτων, υπάρχουν και άλλοι λόγοι.
Η ξαφνική επιβολή φόρου 30% σε αυτό που η κυβέρνηση αποκαλεί «υπερκέρδη» των εταιρειών που λειτουργούν τα διυλιστήρια πετρελαίου στη χώρα, έπληξε καίρια τις μετοχές των δύο επιχειρήσεων του κλάδου και ταυτόχρονα χάλασε το κλίμα στην αγορά. Δεν υπάρχει κανένα χρηματιστήριο στον κόσμο που να χαίρεται όταν επιβάλλεται έκτακτη φορολογία σε επιχειρήσεις, ειδικά όταν αυτή αρχίζει να αποκτά χαρακτηριστικά τακτικής.
Αρνητικά λειτούργησαν και κάποιες «παραινέσεις» που φέρεται πως έκανε ο υπουργός εθνικής οικονομίας προς τις ελληνικές τράπεζες σχετικά με το ύψος των προμηθειών που χρεώνουν στους πελάτες τους. Μπορεί κανείς από εμάς να μην χαίρεται όταν πληρώνει κάποιες από αυτές τις προμήθειες, αλλά οι μέτοχοι των τραπεζών, κυρίως οι μεγάλοι θεσμικοί της Ελλάδας και του εξωτερικού, συνήθως παθαίνουν ένα ελαφρό αλλεργικό σοκ στο άκουσμα κυβερνητικών παρεμβάσεων. Ακόμα και όταν ξέρουν πως το ενδεχόμενο άσκησης πραγματικής πίεσης προς τις τράπεζες δεν συγκεντρώνει σοβαρές πιθανότητες.
Συνυπολογίζοντας και τη χρηματιστηριακή κόπωση που εμφανίζεται πολλές φορές την καλοκαιρινή περίοδο, η αδυναμία της αγοράς μας δεν μας κάνει μεγάλη εντύπωση. Αυτή η αδυναμία όμως θα ήταν μάλλον λιγότερο ενοχλητική αν δεν συνέπιπτε χρονικά με τη μεγάλη πολιτική αναταραχή που επικρατεί στη Γαλλία, και κατ’ επέκταση και στην υπόλοιπη Ευρωπαϊκή Ένωση, ύστερα από την αιφνιδιαστική, και κατά πολλούς αχρείαστη και αψυχολόγητη, προκήρυξη πρόωρων βουλευτικών εκλογών από τον πρόεδρο Μακρόν.
Η σημαντική πίεση σε πολλές γαλλικές μετοχές και κυρίως στις τράπεζες της χώρας, αποτέλεσμα των ανησυχιών για μία πιθανή αλλαγή της οικονομικής πολιτικής της χώρας μετά τις βουλευτικές εκλογές, δεν έχει αφήσει ανεπηρέαστο το ελληνικό χρηματιστήριο και ειδικά τις τραπεζικές μετοχές.
Η απόφαση μεγάλων διεθνών επενδυτών, αλλά και αρκετών εγχώριων, να μειώσουν τις θέσεις τους στις ευρωπαϊκές τραπεζικές μετοχές μέχρι να ξεκαθαρίσει λίγο η κατάσταση, έχει κοστίσει σίγουρα και στις δικές μας. Οι πωλήσεις αυτές είναι συνήθως «μεταδοτικές» και όπως ξέρουμε, όταν οι τραπεζικές μετοχές στο Χρηματιστήριο Αθηνών πιέζονται, τις περισσότερες φορές παρατηρείται μεταφορά των πιέσεων και στο υπόλοιπο χρηματιστήριο.
Όπως είδαμε, η αναζήτηση των αιτίων της αδύναμης πορείας του Γενικού Δείκτη του Χ.Α. τις τελευταίες εβδομάδες δεν είναι και τόσο δύσκολη δουλειά. Το δύσκολο είναι να εκτιμήσουμε τι θα ακολουθήσει. Η χρηματιστηριακή πείρα μας διδάσκει πως όταν μία μετοχή ή ένας δείκτης δεν βρίσκουν τη δύναμη να ξεφύγουν ανοδικά από ένα σημείο στήριξης, η δύναμη της βαρύτητας αρχίζει σταδιακά να γίνεται περισσότερο αισθητή και, πολύ συχνά, το σημείο στήριξης αδυνατεί να συγκρατήσει την πτώση.
Έτσι όπως βλέπουμε αυτή τη στιγμή την κατάσταση, αν θέλουμε να αποφύγουμε την υποχώρηση κάτω από τις 1.400 μονάδες του Γ.Δ., κάτι που είναι αρκετά πιθανό να τον οδηγήσει προς την περιοχή των 1.350 – 1.360 μονάδων, θα πρέπει σύντομα να δούμε τον Γενικό Δείκτη να απομακρύνεται πειστικά από εδώ. Σύμφωνα με αρκετούς τεχνικούς αναλυτές, για να νοιώσουμε πιο άνετα θα πρέπει σύντομα να δούμε τον δείκτη και πάλι πάνω από τις 1.430 μονάδες. Όσο αυτό καθυστερεί, θα αυξάνονται οι πιθανότητες να δούμε μία νέα καθοδική κίνηση, αρχικά προς το σημείο που προαναφέραμε και συμπίπτει περίπου με την υψηλότερη τιμή του Γενικού Δείκτη μέσα στο 2023.
Δεν είναι εύκολο να εντοπίσουμε αυτό που θα καθορίσει τον δρόμο που θα διαλέξει η αγορά μας μπροστά σε αυτό το σταυροδρόμι. Σίγουρα θα παίξουν ρόλο οι εξελίξεις στη Γαλλία, όπου ο πρώτος γύρος των εκλογών θα γίνει την Κυριακή που μας έρχεται και ο δεύτερος την αμέσως επόμενη. Πιθανολογούμε πως οι αγορές γνωρίζουν ήδη πως υπάρχουν ελάχιστες πιθανότητες επίτευξης θετικού αποτελέσματος για την πολιτική παράταξη του προέδρου Μακρόν.
Σύμφωνα με διεθνή μέσα ενημέρωσης, αυτό που δεν θέλουν σε καμία περίπτωση να δουν οι επενδυτές είναι η συμμετοχή του αριστερού συνασπισμού στην κυβέρνηση. Αν μετά τον πρώτο γύρο αποκλειστεί αυτό το ενδεχόμενο, τότε είναι πιθανόν να δούμε τις αγορές να κινούνται ψύχραιμα μέχρι να δουν πως θα κινηθεί η παράταξη της Μαρίν Λεπέν που αυτή τη στιγμή είναι το «φαβορί» για να κατακτήσει την πρώτη θέση. Υπάρχει υποθέτουμε και το ενδεχόμενο ενός καθόλου ξεκάθαρου εκλογικού αποτελέσματος. Δεν μπορούμε να κάνουμε καμία υπόθεση για την αντίδραση των αγορών σε μία τέτοια περίπτωση.
Φεύγοντας όμως από τη Γαλλία πρέπει να τονίσουμε πως οι εξελίξεις στο Παρίσι δεν θα είναι ο μόνος παράγων που θα καθορίσει τον δρόμο που θα πάρει τελικά η αγορά μας. Σίγουρα θα παίξει ρόλο και το γενικότερο διεθνές χρηματιστηριακό κλίμα, όπως και οι πιθανές γεωπολιτικές εξελίξεις. Επίσης, όσο περνούν οι ημέρες και ξεχνιούνται οι δυσάρεστες εκπλήξεις με τα «υπερκέρδη» των διυλιστηρίων και τις προμήθειες των τραπεζών, τόσο πιθανότερο είναι να δούμε την αγορά μας να επιδεικνύει πιο ανθεκτική συμπεριφορά.
Όπως και να δούμε τα πράγματα, είναι φανερό πως η ελληνική χρηματιστηριακή αγορά έχει μπροστά της ένα επικίνδυνο σταυροδρόμι και δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι πως θα κάνει τη σωστή στροφή. Αυτό θα εξαρτηθεί σε σημαντικό βαθμό από παράγοντες που δεν μπορούμε να επηρεάσουμε εμείς από εδώ. Καλό θα είναι λοιπόν να φροντίσουμε να αποφύγουμε κινήσεις που θα αυξήσουν την πιθανότητα να πάμε προς την κατηφόρα.