ΔΝΤ: To 1/3 των ευρωπαϊκών τραπεζών είναι αδύναμες

ΔΝΤ: To 1/3 των ευρωπαϊκών τραπεζών είναι αδύναμες

Το ένα τρίτο των μεγαλύτερων τραπεζών στις πλουσιότερες χώρες του κόσμου είναι αδύναμες και τα προβλήματά τους δεν μπορούν να επιλυθούν ακόμη και από την άνοδο των επιτοκίων σύμφωνα με την έκθεση του ΔΝΤ.

Σύμφωνα με την έκθεση, περίπου το ένα τρίτο των ευρωπαϊκών τραπεζών με κεφάλαια 8,5 τρισ. δολάρια και το ένα τέταρτο των αμερικάνικων με κεφάλαια 3,2 τρις. δολάρια  βρίσκονται στην κατηγορία «πολύ αδύναμες για να ανακάμψουν».

«Το γεγονός αυτό δείχνει την ανάγκη για ριζικές αλλαγές και στα δυο επιχειρηματικά μοντέλα των τραπεζών και τη δομή του συστήματος να εξασφαλίσει ένα ζωντανό και υγιές τραπεζικό σύστημα» αναφέρει το Ταμείο στην έκθεσή του για την παγκόσμια χρηματοπιστωτική σταθερότητα.

Το ΔΝΤ εκτιμά πως τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια στις ευρωπαϊκές τράπεζες ανέρχονται σε περίπου 900 δισεκ. ευρώ, βρίσκονται δηλαδή περίπου στο ίδιο επίπεδο με την εκτίμηση που είχε ανακοινώσει το ΔΝΤ τον Απρίλιο.

Συνολικά οι ισολογισμοί των τραπεζών σε γενικές γραμμές είναι ισχυρότεροι από πριν τη χρηματοπιστωτική κρίση, αλλά η αδύναμη κερδοφορία που έχει αναδειχθεί ως μια βασική πρόκληση δεν θα λυθεί με μια κυκλική ανάκαμψη.

To ΔΝΤ αναφέρει πως οι τράπεζες πρέπει να αποφέρουν κέρδη ώστε να διατηρήσουν τα επίπεδα κεφαλαίων μέσω δυσμενών οικονομικών κύκλων. Ωστόσο η ανάκαμψη των τραπεζών σε επίπεδο κεφαλαίων έχει μερικώς επιτευχθεί μετά την κρίση.

Ειδικότερα, οι τράπεζες της Ευρωζώνης έχουν κέρδη μικρότερα από τα μισά της περιόδου 2004-2006. Εν μέρει αυτό οφείλεται στο δύσκολο οικονομικό περιβάλλον ενώ οι ρυθμιστικές αρχές έχουν περιορίσει την τραπεζική δραστηριότητα.

Η έκθεση του ΔΝΤ ζήτησε επείγουσα και ολοκληρωμένη δράση, τονίζοντας ότι η μεταρρύθμιση, ιδιαίτερα σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, «δεν μπορεί πλέον να αναβληθεί».

«Σε μερικές περιπτώσεις οι αδύναμες τράπεζες πρέπει να κλείσουν και το τραπεζικό σύστημα να συρρικνωθεί» συμπεραίνει η έκθεση.

Σύμφωνα με το ΔΝΤ θα πρέπει οι ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να έχουν μεγαλύτερη ευελιξία χωρίς  να αυξήσουν σημαντικά το μέγεθος των κεφαλαιακών απαιτήσεων.