Oι ελληνικές τράπεζες είναι έτοιμες να χρηματοδοτήσουν τα έργα του Ταμείου Ανάκαμψης προκειμένου να γυρίσει σελίδα η οικονομία της χώρας. Στη διαπίστωση αυτή συνέκλιναν οι επικεφαλής των τεσσάρων συστημικών τραπεζών σε συζήτηση στη διάρκεια του Φόρουμ των Δελφών, με τη συμμετοχή του αρμόδιου υφυπουργού Οικονομικών Γ. Ζαββού.
Μάλιστα όπως ανέφερε ο διευθύνων σύμβουλος της Εθνικής Τράπεζας Π. Μυλωνάς τα πιστωτικά ιδρύματα το 2020 παρά τα προβλήματα που δημιούργησε η πανδημία, χορηγώντας περίπου 6 δισ. ευρώ νέα δάνεια συνέβαλαν στο να μπορέσει η οικονομία να παραμείνει όρθια. Άλλωστε, όπως επεσήμανε προς επίρρωσιν αυτού, είναι ενδεικτικό ότι παρά τη μεγάλη υποχώρηση που κατέγραψε την προηγούμενη χρονιά το ΑΕΠ, η ανεργία δεν αυξήθηκε. Ο ίδιος εμφανίστηκε αισιόδοξος για το αύριο της ελληνικής κοινωνίας, τονίζοντας πως «το εμβόλιο θα νικήσει την πανδημία, οι αποταμιεύσεις που δημιουργήθηκαν λόγω της υγειονομικής κρίσης θα οδηγήσουν το 2021 σε κατανάλωση και ο τουρισμός αναμένεται σχεδόν στο 50% σε σχέση με το 2019».
Από την πλευρά του, ο υφυπουργός Οικονομικών Γ. Ζαββός αναφέρθηκε στη σημασία του Ταμείου Ανάκαμψης το οποίο παρέχει χρηματοδότηση που πριν δεν υπήρχε καθώς, θα χρηματοδοτήσει και ιδιωτικές πρωτοβουλίες. Στόχος όπως είπε, τα κεφάλαια από το Ταμείο Ανάκαμψης να φέρουν ένα μετασχηματισμό της χώρας σε πιο βιώσιμες μορφές ανάπτυξης γιατί «η δεκαετία που διανύουμε, προσδιορίζεται από πράσινη ανάπτυξη, ψηφιοποίηση, μετασχηματισμό του εργατικού δυναμικού και εξωστρέφεια».
Ο διευθύνων σύμβουλος της Eurobank Φ. Καραβίας επεσήμανε ότι το τραπεζικό σύστημα είναι πλέον σε θέση να κοιτάζει το μέλλον και να στρέφει τις προσπάθειές του στην ανάπτυξη και όχι πια στην επιβίωση. Υπογράμμισε δε ότι η επόμενη ημέρα συνδέεται με σημαντικούς στόχους, ο πρώτος εκ των οποίων «η ανάγκη και η δυνατότητά μας να χρηματοδοτήσουμε με σύνεση και ευθύνη την αναπτυξιακή πορεία. Υπογραμμίζω τις λέξεις σύνεση και ευθύνη, γιατί οφείλουμε να κατευθύνουμε τους πόρους μας σε βιώσιμα επενδυτικά σχέδια και σε βιώσιμες επιχειρήσεις. Και η βιωσιμότητα πλέον περιλαμβάνει ακόμη μια παράμετρο πέρα από την οικονομική, την περιβαλλοντική», είπε χαρακτηριστικά.
Όπως ανέφερε για τη μικρομεσαία επιχειρηματικότητα η Εurobank στήριξε με ρευστότητα τους πελάτες της όταν ξέσπασε η πανδημία, ενώ από τα προγράμματα της ΕΑΤ διοχέτευσε το 70% των πόρων σε ΜμΕ (5,7 δισ. ευρώ). «Στη Eurobank, ήδη από το 2020 ελήφθη μία ακόμη πρωτοβουλία για τον τουριστικό τομέα, ύψους 750εκ ευρώ. Τα μεγάλα αναπτυξιακά έργα χρηματοδοτούνται διαχρονικά από το ελληνικό τραπεζικό σύστημα: αυτοκινητόδρομοι, ενέργεια, τηλεπικοινωνίες. Το ίδιο συμβαίνει και σήμερα με τις μεγάλες υποδομές που χρειάζεται η χώρα», είπε.
Για την ίδια την τράπεζα, ο κ. Καραβίας ανέφερε ότι ο στόχος που έχει τεθεί είναι χαμηλός μονοψήφιος δείκτης NPEs από φέτος και υψηλή κερδοφορία, ενώ δεσμεύτηκε για το 2022 η Εurobank να παρουσιάσει διψήφιο ποσοστό απόδοσης επί των ιδίων κεφαλαίων.
Ο διευθύνων σύμβουλος της Alpha Bank Βασίλειος Ψάλτης αναφέρθηκε στη σχέση κοινωνίας – τραπεζών τονίζοντας πως η εικόνα του «κακού» αλλάζει. «Η ταμπέλα αυτή ήταν αποτέλεσμα κακών τραπεζικών πρακτικών του παρελθόντος», επισήμανε, ενώ για τον επανακαθορισμό της σχέσης με τους πελάτες σημείωσε πως μελέτες δείχνουν ότι οι πολίτες πιστεύουν «στον εκσυγχρονισμό, βλέπουν τις τράπεζες ως φορέα αλλαγής. Οι τράπεζες μπορούν να πάνε τόσο γρήγορα όσο προχωρά όλο αυτό; Εκεί στοχεύουμε» κατέληξε.
Πρόσθεσε, δε, ότι το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (Recovery and Resilience Facility - RRF), σε συνδυασμό με τους χρηματοδοτικούς πόρους από τα άλλα ευρωπαϊκά προγράμματα και διαρθρωτικά ταμεία, συνολικού ύψους 72 δισ. ευρώ, έρχεται σε μία ιδιαίτερα ευνοϊκή συγκυρία, καθώς η πανδημία επιτάχυνε την εφαρμογή τεχνολογικών δυνατοτήτων και εξελίξεων, ενεργοποίησε τη δυναμική παρέμβαση της δημοσιονομικής και νομισματικής πολιτικής με σκοπό τη στήριξη της ζήτησης σε παγκόσμιο επίπεδο, ενώ, καθώς εξελίσσεται η εκστρατεία εμβολιασμών, επικρατεί ευφορία και υψηλές προσδοκίες για το μεταπανδημικό περιβάλλον.
Ο CEO της Alpha Bank εξέφρασε την άποψη ότι «σημαντικό βάρος θα έχει ο ιδιωτικός τομέας», καθώς τα κριτήρια διοχέτευσης των κεφαλαίων της ΕΕ δεν αποσκοπούν στη διατήρηση του status quo και οδηγούν σε νομοτελειακή αλλαγή της τρέχουσας δομής της οικονομίας και μετατόπιση του προσανατολισμού προς την εξαγωγική δραστηριότητα, την Έρευνα και Καινοτομία, καθώς και την προοπτική των Συγχωνεύσεων & Εξαγορών, ώστε να αυξηθεί το μέσο μέγεθος των ελληνικών επιχειρήσεων και να αξιοποιηθούν οι οικονομίες κλίμακας. Παράλληλα αναδεικνύονται κλάδοι που καθιστούν την ανάπτυξη περισσότερο διατηρήσιμη και λιγότερο ευάλωτη σε εξωτερικές διαταραχές, όπως ο τομέας παραγωγής και αποθήκευσης Ενέργειας, η Μεταποίηση και συγκεκριμένα ο Αγροδιατροφικός κλάδος, οι Κατασκευές, τα Logistics και η Πληροφορική.
Με τη σειρά του, ο Χρ. Μεγάλου αναφέρθηκε στο πρόγραμμα «Sunrise» της Τράπεζα Πειραιώς που αποσκοπεί στη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, σε ισχυρή κεφαλαιακή επάρκεια και σε ρευστότητα ικανή να χρηματοδοτεί την ελληνική οικονομία, τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις.
Πρόσθεσε πως η χρηματοδότηση από τις τράπεζες πρέπει να γίνει με βάση το περιβάλλον, ενώ αναφέρθηκε στα νέα εργαλεία της τράπεζας όπως η πώληση δανείων από απόσταση, κάτι που όπως σημείωσε, «δίνει τον απαιτούμενο χρόνο στους εργαζομένους της τράπεζας για να συμβουλεύσουν τους ενδιαφερόμενους».
«Να μετασχηματίσουμε την οικονομία με θετικό αποτύπωμα για την κοινωνία» ανέφερε χαρακτηριστικά, ενώ σύμφωνα με τον ίδιο προτεραιότητα για την Τράπεζα Πειραιώς είναι να αξιοποιήσει αποτελεσματικά τα ήδη υπάρχοντα ευρωπαϊκά προγράμματα και τα χρηματοδοτικά εργαλεία που σχετίζονται με την πράσινη οικονομία, καθώς και το Ταμείο Ανάκαμψης, με στόχο τη μετάβαση στη βιώσιμη ανάπτυξη.
Όλα αυτά, σε συνδυασμό με την επιτάχυνση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που προωθεί η ελληνική κυβέρνηση είναι σε θέση να προσελκύσουν πρόσθετα ιδιωτικά κεφάλαια και να οδηγήσουν στον μετασχηματισμό της ελληνικής οικονομίας σε μια σύγχρονη και βιώσιμη οικονομία, τόνισε ο Διευθύνων Σύμβουλος της Τράπεζας Πειραιώς.