«Φούσκα» χαρακτήρισε την ευρωπαϊκή αγορά ακινήτων η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, επισημαίνοντας ότι οι αδυναμίες στις αγορές οικιστικών ακινήτων έχουν μεγαλώσει. Στην έκθεση για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα που δόθηκε χθες στη δημοσιότητα, η ΕΚΤ έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου. Αποδέκτες ήταν κυρίως οι χώρες στις οποίες οι αποτιμήσεις είχαν ήδη φουσκώσει αρκετά και πριν την πανδημία.
Η Ελλάδα αποτελεί, αν όχι τη μοναδική εξαίρεση, μία εντελώς διαφορετική περίπτωση σε σύγκριση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές αγορές και γι’ αυτό ξένοι αναλυτές συμφωνούν ότι η εγχώρια αγορά ακινήτων στην παρούσα συγκυρία όχι μόνο δεν έχει τα χαρακτηριστικά φούσκας αλλά εμφανίζει και τα μεγαλύτερα περιθώρια ανόδου.
Αν εξετάσουμε στοιχεία για τις έξι χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας, Ελλάδα, Ιταλία, Ισπανία, Πορτογαλία, Ιρλανδία και Κύπρο, θα δούμε ότι μετά το α’ τρίμηνο του 2008, όλες οι χώρες είδαν τις τιμές ακινήτων να υποχωρούν στο πέρασμα του χρόνου. Σύμφωνα με την DBRS, η Ιρλανδία είναι η χώρα που σημείωσε τη μεγαλύτερη πτώση και μάλιστα νωρίτερα απ’ όλους, με τις τιμές ακινήτων να υποχωρούν το 2013 γύρω στο 46% του επιπέδου που βρίσκονταν στο α’ τρίμηνο του 2008. Από τότε, βέβαια, η Ιρλανδία κατάφερε να ανακάμψει με εντυπωσιακή ταχύτητα, φτάνοντας σήμερα στο 87% του 2008.
Στην Ισπανία, οι τιμές ακινήτων ανέκαμψαν πιο σταδιακά στο 85% σήμερα της βάσης αναφοράς που είναι το α’ τρίμηνο του 2008, αφού είχαν υποχωρήσει έως το 63,4% το 2014. Η πτώση των τιμών στην Ιταλία ήταν λιγότερο δραματική. Ξεκίνησε το 2011 και έφτασε στο χαμηλότερο σημείο το 2019 στο 82%, ενώ από τότε έχει ανακάμψει στο 86%.
Ελλάδα και Κύπρος, ενώ ακολουθούν παρόμοια πορεία με συνεχή και σταδιακά πτώση, έφτασαν στο 58% η Ελλάδα και στο 70,7% η Κύπρος, στα τέλη του 2016 αρχές 2017, σε σύγκριση με το επίπεδο που εμφάνιζαν στο α’ τρίμηνο του 2008.
Σήμερα, όμως, η Ελλάδα έχει καταφέρει να φτάσει μόλις στο 69%, ενώ η Κύπρος στο 87% του 2008. Συγκριτικά, η Πορτογαλία είδε τις τιμές ακινήτων να υποχωρούν γύρω στο 84,4% του 2008 στα μέσα του 2013 και από τότε δείχνει εντυπωσιακή ανάκαμψη και έχει ξεπεράσει κατά πολύ το επίπεδο αναφοράς, φτάνοντας στο 148,8% του 2008.
Και ενώ και στις έξι χώρες η αγορά ακινήτων άντεξε κατά τη διάρκεια της πανδημίας, η ελληνική αγορά είναι αυτή που εμφανίζει τα μεγαλύτερα περιθώρια ανόδου. Επομένως, ξεφεύγει από τα όρια της φούσκας και μπορεί να δώσει ικανοποιητικές αποδόσεις στα χρόνια που έρχονται.
Η ΕΚΤ σημειώνει ότι οι τιμές κατοικίας αυξήθηκαν στο Β΄ τρίμηνο του 2021 με τον ταχύτερο ρυθμό από το 2005, με φόντο τη χαλάρωση των κριτηρίων χορήγησης στεγαστικών δανείων. Επισημαίνει δε, ότι ενώ η οικονομική ανάκαμψη στηρίζει τα θεμελιώδη της αγοράς κατοικίας, η συνεχιζόμενη άνοδος των τιμών κατά περίπου 7% σε επίπεδο Ευρωζώνης αποτελεί παράγοντα ανησυχίας, καθώς υπάρχουν ενδείξεις περαιτέρω αύξησης των τιμών τόσο σε αστικά όσο και σε μη αστικά κέντρα.
Παρ’ όλα αυτά, η ελληνική αγορά κατοικίας έχει περιθώρια ανόδου της τάξης των 31 ποσοστιαίων μονάδων για να φτάσει στο επίπεδο που βρισκόταν πριν την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση και την κρίση χρέους, στο α’ τρίμηνο του 2008. Το κατά πόσο θα καταφέρει η ελληνική αγορά να ανέβει και να σταθεροποιηθεί σε υψηλότερα επίπεδα θα εξαρτηθεί από πολλούς παράγοντες, όπως οι ρυθμοί ανάπτυξης των επόμενων ετών που θα καθορίσουν την αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος, οι επενδυτικές προοπτικές και ο πληθωρισμός.
Από τη στιγμή που η ελληνική οικονομία έχει μπροστά της την ευκαιρία να εμφανίσει υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης από το μέσο όρο της Ευρωζώνης, είναι εφικτό η αγορά ακινήτων να κινηθεί υψηλότερα χωρίς να θεωρείται φούσκα. Υπό την προϋπόθεση ότι η ανάπτυξη θα φέρει και μείωση του χρέους που επιβαρύνει νοικοκυριά και επιχειρήσεις…