Στο παρελθόν ανήκει, πλέον, η άλλοτε κοινή διαπίστωση, ότι οι έλληνες διαθέτουν ένα από τα μεγαλύτερα ποσοστά ιδιοκατοίκησης στην Ευρώπη.
Πρόσφατα στοιχεία σχετικής έρευνας της Eurostat δείχνουν ότι τα τελευταία 17 χρόνια το ποσοστό της ιδιοκατοίκησης έχει πέσει στο 73,3% για το 2021, έναντι 84,6% του 2005, έχοντας απωλέσει 11,3%.
Αν, μάλιστα, ληφθεί υπ’ όψη ότι μόνο από το 2019 ως το 2021 το ποσοστό ιδιοκατοίκησης «έχασε» ένα ποσοστό 2,1%, τότε το συμπέρασμα είναι ότι περί τις 82.947 κατοικίες έχουν απωλεσθεί, καθώς το στεγαστικό απόθεμα το 2019 ήταν 3.949.900 κατοικίες.
Οι λόγοι που το ποσοστό ιδιοκατοίκησης στη χώρα μειώνεται είναι αρκετοί, σύμφωνα με τους αναλυτές της αγοράς και τον οργανισμό Housing Europe. Κατ΄αρχάς η ιδιοκατοίκηση άρχισε να μειώνεται την εποχή της οικονομικής κρίσης και κορυφώθηκε όταν άρχισαν οι πλειστηριασμοί κατοικιών.
Ειδικά σε ό,τι αφορά τους πλειστηριασμούς, δεν «βγήκαν στο σφυρί» μόνο ακίνητα για τα οποία οι ιδιοκτήτες δεν μπορούσαν να αποπληρώσουν τα δάνεια τους αλλά πολλοί ιδιοκτήτες με μεγάλο τραπεζικό δανεισμό, προτίμησαν αυτοβούλως να εκποιήσουν τα ακίνητα τους προκειμένου να εξοφλήσουν τα χρέη τους και αναγκαστικά προσέφυγαν στην ενοικίαση κατοικίας.
Δεν είναι λίγοι οι αναλυτές της αγοράς που υποστηρίζουν ότι στην μείωση της ιδιοκατοίκησης συνέβαλε και η αυξανόμενη διάδοση του θεσμού της βραχυχρόνιας μίσθωσης (Air BnB). Αυτό ισχύει μόνο σε μικρό ποσοστό καθώς θα πρέπει να σημειωθεί ότι το 2019, που ήταν η καλύτερη χρονιά για τις βραχυχρόνιες μισθώσεις, βάσει των στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ, το ποσοστό ιδιοκατοίκησης ήταν υψηλότερο τόσο από το 2020 όσο και από το 2021.
Μία ακόμη παράμετρος για την μείωση της ιδιοκατοίκησης στην Ελλάδα είναι και αυτή της κρίσης της πανδημίας, η οποία δημιούργησε σημαντικά οικονομικά προβλήματα. Παράλληλα, υπήρξε και μία μερίδα ιδιοκτητών που αποφάσισαν να παραχωρήσουν τα ακίνητα στα οποία ιδιοκατοικούσαν για εκμετάλλευση ή ακόμη και να τα πουλήσουν σε επενδυτές ή εταιρείες real estate, με συνέπεια τα ακίνητά αυτά να μην ιδιοκατοικούνται, πλέον.
Με βάση επίσημα στοιχεία της Eurostat και του ευρωπαϊκού οργανισμού Housing Europe, για το έτος 2019, το ποσοστό ιδιοκατοίκησης ήταν 75,4% και αντιστοιχούσε σε 2.978.224 κατοικίες, είτε υποθηκευμένες ή με δάνειο, είτε για ιδιοκτησίες ελεύθερες υποθηκών ή δανείων. Παράλληλα, ένα ποσοστό 24,6% που αντιστοιχούσε σε 971.675 κατοικίες μισθώνονταν.
Για την επόμενη χρονιά, το 2020, η Ελλάδα βρέθηκε στη 19η θέση ανάμεσα σε 33 χώρες της Ευρώπης, πέφτοντας δύο θέσεις από την 17η που βρισκόταν το 2019. Ειδικότερα, το 2020 το ποσοστό ιδιοκατοίκησης διαμορφώθηκε σε 73,9% και το 2021, όπως προαναφέρθηκε, στο 73,3%.
Όπως εκτιμούν οι αναλυτές της αγοράς ακινήτων, η μείωση του ποσοστού ιδιοκατοίκησης στην Ελλάδα αναμένεται να συνεχισθεί και ίσως να ενταθεί λόγω της «απελευθέρωσης» των πλειστηριασμών ακόμη και για οφειλές κάτω των 30.000 ευρώ, αλλά και της αδυναμίας, μεγάλου μέρους των συμπολιτών μας να αποκτήσουν ιδιόκτητη κατοικία.
Με τα ποσοστά ιδιοκατοίκησης να βρίσκονται σε μνημονιακά επίπεδα αλλά και με την οικοδομική δραστηριότητα να βρίσκεται σε απραξία τα τελευταία χρόνια, τόσο λόγω της οικονομικής κρίσης όσο και λόγω της πανδημίας, είναι ευνόητο ότι οι τιμές των ενοικίων δέχονται σημαντικές πιέσεις προς τα άνω.
Έτσι, σύμφωνα με στοιχεία που προκύπτουν από εταιρείες real estate στην Αττική ως τους τελευταίους μήνες του 2022 παρατηρείτο μια μέση αύξηση στις τιμές των ενοικίων κατά 9%, περίπου. Στη Θεσσαλονίκη η αύξηση αυτή έφθασε ως και το 15% ενώ στην υπόλοιπη περιφέρεια η μέση αύξηση στις τιμές των ενοικίων είναι της τάξεως του 12%.