«Οι αριθμοί μιλούν από μόνοι τους: Απώλειες 37 δισ. ευρώ στο χρηματιστήριο του Μιλάνου από τα μέσα Μαΐου για όσους επένδυσαν σε μετοχές των ιταλικών τραπεζών. Ακόμη πιο τρομακτικά ήταν τα δεδομένα από την Ελλάδα την περασμένη εβδομάδα, που υπήρξε υποχώρηση κατά 9% του τραπεζικού δείκτη την Τετάρτη», αναφέρει στον πρόλογό του το δημοσίευμα της γερμανικής εφημερίδας Handelsblatt, παρουσιάζοντας τις ανησυχίες των επενδυτών για τις τράπεζες στη νότια Ευρώπη, καθώς φοβούνται νέα κρίση μετά τις εξελίξεις των τελευταίων ημερών σε Ελλάδα και Ιταλία.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα «η απώλειες στην Ελλάδα και την Ιταλία είναι σύμπτωμα δύο διαφορετικών αιτιών. Στην Ελλάδα, οι τράπεζες προσπαθούν να απαλλαγούν από το τεράστιο βάρος των «κόκκινων» δανείων και στην Ιταλία η επιθετική πολιτική της κυβέρνησης στον προϋπολογισμό προκαλεί πίεση στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα», συνεχίζει η γερμανική εφημερίδα και προσθέτει πως «μαζί, αυτά τροφοδοτούν τον φόβο μίας νέας τραπεζικής κρίσης στη νότια Ευρώπη», σημειώνει.
«Το μεγαλύτερο πρόβλημα για τις ελληνικές τράπεζες είναι ο πιστωτικός κίνδυνος. Τα δάνεια που δεν εξυπηρετούνται ή θεωρούνται ότι είναι σε τέτοιο κίνδυνο φτάνουν τα 88,6 δισ. ευρώ, αντιστοιχώντας περίπου στο 48% του συνόλου των δανείων ή περίπου το 50% του ελληνικού ΑΕΠ. Αυτό δεν είναι μόνο αποτέλεσμα της οκταετούς ύφεσης. Η απροσεξία με την οποία οι ελληνικές τράπεζες δάνειζαν σε καταναλωτές με αμφίβολη φερεγγυότητα- ανάμεσά τους πολιτικά κόμματα και ΜΜΕ- πλέον τις τιμωρεί. Τα περισσότερα από αυτά τα δάνεια θα πρέπει να διαγραφούν», επισημαίνει η Handelsblatt.
Η γερμανική εφημερίδα σημειώνει ότι οι ελληνικές τράπεζες έχουν δεσμευθεί να μειώσουν τα «προβληματικά» δάνεια σε 88,3 δισ. ευρώ έως τα τέλη του 2018 και σε 64,6 δισ. ευρώ την επόμενη χρονιά, κάτι που αντιστοιχεί σε περίπου 35%.
«Σύμφωνα με ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες από οικονομικούς κύκλους, τα θεσμικά όργανα θέλουν τώρα να επιταχύνουν με πιο επιθετικό τρόπο τη μείωση των πιστωτικών κινδύνων», αναφέρει η εφημερίδα και προσθέτει πως «θέλουν να προτείνουν στην ΕΚΤ τη μείωση των «κόκκινων» δανείων κατά 60% έως το 2021 σε 35-40 δισ. ευρώ...»
Η Handelsblatt σημειώνει ότι κατά τη διάρκεια της κρίσης, τα ελληνικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα έχουν ήδη ανακεφαλαιοποιηθεί τρεις φορές, πιο πρόσφατα στα τέλη του 2015. Οι επανειλημμένες εισφορές κεφαλαίου θα επιδεινώσουν περαιτέρω τις μετοχές των υφιστάμενων μετόχων. Από την τελευταία αύξηση κεφαλαίου, ο δείκτης τραπεζών της Αθήνας έχει ήδη χάσει περίπου το 60%.
Στο σημείο αυτό αναφέρει ότι η ελληνική κυβέρνηση εργάζεται ήδη σε ένα σχέδιο ανακούφισης για τις τράπεζες. Οι επενδυτές εξακολουθούν να είναι σκεπτικοί, επειδή μέχρι στιγμής δεν είναι γνωστές οι λεπτομέρειες. Είναι σαφές ότι σύμφωνα με τους νέους αυστηρότερους κανονισμούς της ΕΕ, δεν υπάρχει πλέον μια bad bank που θα χρηματοδοτείται από την κυβέρνηση και αγοράζει επισφαλή δάνεια από τράπεζες, συνεχίζει το δημοσίευμα, προσθέτοντας ότι το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας έχει πλάνο παρόμοιο με εκείνο που βοήθησε τις ιταλικές τράπεζες, που στα τέλη του 2017 τα «κόκκινα» δάνεια ήταν 86 δισ. ευρώ και τώρα είναι μόνο 40 δισ. ευρώ.
Όπως αναφέρει ο Φαμπρίζιο Παγκάνι διαχειριστής περιουσιακών στοιχείων της Muzinich & Co, δηλώσεις του οποίου φιλοξενεί η εφημερίδα, η μείωση των εξυπηρετούμενων δανείων ήταν εξαιρετικά επιτυχημένη.
Όσο για την Ιταλία, αναφέρεται πως ο κυβερνητικός συνασπισμός είναι σε κόντρα με τις Βρυξέλλες, καθώς θέλει να χρηματοδοτήσει τις δαπανηρές προεκλογικές υποσχέσεις του, κάτι που μπορεί να έχει αρνητικές συνέπειες στις τράπεζες της χώρας.
Έτσι, ο Παγκάνι μιλάει για τα αυξανόμενα ασφάλιστρα κινδύνου για τις ιταλικές κρατικές ομολογίες. «Η διαφορά αποδόσεων στα γερμανικά κρατικά ομόλογα διπλασιάστηκε από τον Μάιο, ανερχόμενη σε τρεις ποσοστιαίες μονάδες όταν η κυβέρνηση υπέβαλε πρόσφατα το σχέδιο προϋπολογισμού της. Το νέο χρέος προβλέπει 2,4% για το 2019, γεγονός που προκάλεσε φρίκη στην ΕΕ», σημειώνει.
«Θα προτιμούσε να υπερασπίζεται τα συμφέροντα των Ιταλών, παρά να υποκύψει στους περιορισμούς των χρηματοπιστωτικών αγορών, δήλωσε την Παρασκευή ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Ματτέο Σαλβίνι», όπως επισημαίνει η Handelsblatt.
Μεταξύ άλλων, σημειώνει ότι ο Αντώνιο Πατουέλι, Πρόεδρος της Ιταλικής Ομοσπονδίας Τραπεζών, «ανησυχεί για τον αντίκτυπο των απωλειών κρατικών ομολόγων στην ιταλική οικονομία». «Η ανησυχία αυτή θα πρέπει να ισχύει και για τις τράπεζες, επειδή το ενδιαφέρον των ξένων επενδυτών για τους ιταλικούς κρατικού τίτλους υποχώρησε στη διάρκεια της κρίσης του ευρώ», συμπληρώνει.